Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024

Κυριακή δεκάτη τετάρτη εκ του κατά Λουκά.

 

Στο τυφλό της σημερινής παραβολής, αγαπητοί μου αδελφοί, φαίνεται πως ενώ τα υλικά του μάτια ήταν κλειστά, τα μάτια της ψυχής του όμως, ήταν γεμάτα φως.

Όταν ένιωσε την παρουσία του Χριστού,

 «εβόησε λέγων: Ιησού υιέ Δαυίδ, ελέησον με».

«Και οι προάγωντες επετίμων αυτώ, ίνα σιωπήσει».

«αυτός δε πολλώ μάλλων έκραζε. Υιέ Δαυίδ ελέησον με».

Ο τυφλός της παραβολής μας είχε αντιληφθεί ποιος ήταν εμπρός του. Για αυτό δεν επαιτούσε χρήματα, αλλά ίνα αναβλέψει. Κάποια άγνωστη σε μας πορεία είχε κάνει την καρδιά του ανθρώπου αυτού τέτοια που να αναγνωρίσει τον Χριστό και με όλη την δύναμη της ψυχής του να ζητήσει ίνα αναβλέψει.

Η τυφλότης, η πτωχεία, η εγκατάλειψη είναι τα κύρια στοιχεία που μας περιγράφονται σήμερα, αλλά η ένταση του «πολλώ μάλλον έκραζε» μας αφοπλίζει. Πως μπορεί να βλέπουν εκείνοι που δεν βλέπουν και οι «προάγοντες» να εθελοτυφλούν;

Και εάν μέσα σε αυτόν τον συσκοτισμό μας, σε αυτήν την τυφλότητα μας συναντηθούμε με το φως, μπορεί, είναι πιθανόν, ο περίγυρος να μας επιτιμήσει, να μας ζητήσει να σιωπήσουμε. Ίσως και η δική μας λογική να συμπράξει.

Εάν όμως βρεθούμε σε αυτήν την κατάσταση του τυφλού, εκούσια ή ακούσια, «παρά την οδόν» και προσαιτώντες, ίσως αδελφοί μου, μέσα σε αυτήν την πτωχεία, πιο εύκολα να ξεκαθαρίσουμε τα αιτήματα μας. Και ίσως, δεν ζητήσουμε πράγματα υλικά, αλλά στην ερώτηση του Χριστού: «τι σοι θέλεις ποιήσω;» να απαντήσουμε το:

«ίνα αναβλέψω».

Μα αυτή η συνάντηση, αδελφοί μου, όπως και τόσες άλλες συναντήσεις του Ευαγγελίου, έγινε έξω από τα όρια της πόλης, στην άκρη του δρόμου, ανάμεσα στον Χριστό και σε έναν άνθρωπο πονεμένο. Με μιαν σημαντική έλλειψη: Τυφλός.

Πόσο μπορούν οι αισθήσεις μας, αντί να μας βοηθούν, να μας σκοτίζουν; Πόσο μπορεί ο κόσμος μας, η Ιεριχώ με τα τείχη της και η κάθε Ιεριχώ να μας συνθλίβει και να μας επιτιμά να σιωπήσουμε; Πως γίνεται τελικά όλα αυτά να κάνουν την ζωή μας πολύπλοκη και τελικά να χάνουμε την συνάντηση με τον Χριστό; Να διαπορευόμεθα και να παρερχόμεθα ανίδεοι και αδαείς;

Και να κερδίζει ο Τυφλός και ο επαίτης. Και να μας διδάσκει.

Ο κάθε τυφλός και ο κάθε επαίτης:

«Η  πίστις σου σέσωκέ σε». 

Αυτό το τόσο απλό που όμως είχε βασιστεί σε εσωτερικό πλούτο, σε κάποια άγνωστη σε μας ελευθερία, σε μια φιλία με το φως εκείνου που το είχε στερηθεί , υλικά.

«Και παραχρήμα» λοιπόν «ανέβλεψε».

Αυτή είναι η δύναμη του Θεού. Αυτές είναι οι αλλαγές που γίνονται «παραχρήμα», σαν ευλογία.

Με την χάρη του Θεού.

Με την δύναμη της πίστης.

Και κάνουν την ζωή, δοξολογία.

«Και πας ο λαός ιδών, έδωκεν αίνον τω Θεώ»

Προχωρούμε, αδελφοί μου, στην πορεία της ζωής μας, βλέποντας και πολλές φορές μη βλέποντας.

Αλλά ο Μεγάλος Θεός, εγγίζει με την Ενανθρώπιση Του, την Ιεριχώ της ζωής μας, τα όρια της αδυναμίας μας και πάντα ρωτά:

«Τι σοι θέλεις ποιήσω;»

Η έτοιμη καρδιά, θα απαντήσει:

«Ίνα αναβλέψω».

Και θα σωθεί παραχρήμα.

Αμήν.

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024

Του Αγίου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου.

 

Αγαπητοί μου αδελφοί, το σημερινό ευαγγέλιο είναι ιδιαίτερα πανηγυρικό. Έχει ένα μοναδικό τρόπο να παρουσιάσει τη πρώτη συνάντηση του Ιησού με τους Μαθητές τους.

«Ίδε ο αμνός του Θεού». 

Αυτό αναφωνεί ο Ιωάννης. Ο αμνός του Θεού. Και όταν άκουσαν αυτό το λόγο «ηκολούθησαν τω Ιησού».

Σκεφτείτε, αγαπητοί μου αδελφοί, τι Θεό έψαχναν αυτοί οι μακάριοι.

Και τι Θεό συνάντησαν. Ο αμνός του Θεού. Και εκείνος ο Αμνός τους καλεί, τους ονομάζει, τους αναγνωρίζει.

Ο Ανδρέας, που σήμερα τιμάμε την μνήμη του, όταν ήλθε και είδε, έμεινε. Έμεινε όλη την ημέρα. Κοντά στον Κύριο. Και ανακοίνωσε και στον αδελφό του, τον Πέτρο.

«Ευρήκαμεν τον Μεσσία» θα του πει. Και ο Χριστός θα στραφεί και προς εκείνον με τον δικό του τρόπο. Και ο τρόπος του είναι επαναστατικός. «Συ εί Σίμων ο υιός Ιωνά, συ κληθήσει Κηφάς, ο ερμηνεύεται Πέτρος» θα του πει, δίνοντας του πρώτα την ταυτότητα του, την μέχρι τώρα. Είσαι ο Σίμων ο γιος του Ιωνά, μα από σήμερα γίνεσαι ο Πέτρος. Ο δικός μου ο Πέτρος, ο Πέτρος της εκκλησίας.

Με την ίδια χαρά κι ο Φίλιππος και ο Ναθαναήλ. Ανατρέπουν την μέχρι τώρα ζωή τους και ακολουθούν τον Χριστό.

Με την ίδια χαρά και εμείς, εκατομμύρια άνθρωποι στο διάβα των αιώνων, συναντιόμαστε μαζί Του. Σε μια στιγμή, μέσα στην καθημερινότητα μας.

Ο τελώνης καθήμενος επί το τελώνιο, η Σαμαρείτισσα παρά του φρέατος του Ιακώβ και ο Ληστής, ο ένας από τους ληστές, την τελευταία στιγμή της ζωής του.

Και εμείς; Εμείς πόσες φορές; Σε πόσες στιγμές;

Τότε που βρεθήκαμε σε ανάγκη, σε αρρώστια, σε μοναξιά. Τότε που νιώσαμε ότι κοπιάσαμε και πιάσαμε ουδέν. Κάποιο εσπέρας όταν νιώσαμε ότι η νύχτα που ερχόταν θα ήταν δύσκολη.

Όπως  στο δρόμο προς Εμμαούς.

Σε όλες τις μοναδικές στιγμές της ζωής μας ο Θεός μας και θεός των Αποστόλων «έρχεται και ίδετε»  απαντά.

Ελάτε στην Εκκλησία μου, στα Μοναστήρια μου, στα σπίτια των φτωχών και των κατατρεγμένων. Στων τελωνών και των αμαρτωλών. Στις φυλακές και τις εξορίες. Εξέρχεται εις την Γαλιλαία «και ευρίσκει Φίλιππο και λέγει αυτώ ακολούθει μοι»

Και ευρίσκει εμένα και εσένα και λέγει «ακολούθει μοι».

«Όν έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν»

Αυτόν που ζητά η καρδιά μας, ευρήκαμε.

Γιατί ο Μωυσής και οι προφήται υπήρχαν πριν από εμάς, αγαπητοί αδελφοί. Είναι ο Μωυσής και οι προφήται για τους οποίους δεν άκουσε ο πλούσιος άνθρωπος στη παραβολή με τον φτωχό Λάζαρο. Είναι ο Νόμος τον οποίον δεν έλαβε υπ όψιν του ο άφρων πλούσιος της παραβολής που διαβάσαμε την περασμένη Κυριακή. Και όταν την νύκτα απαίτησαν την ψυχή του, βρέθηκε μόνος και απροετοίμαστος. Γιατί όλα αυτά που είχε ετοιμάσει δεν μπορούσαν να τον ακολουθήσουν.

Με τον άγιο Ανδρέα, ανοίγει ο κύκλος των Αποστόλων που δεν θα κλείσει παρά με την Δευτέρα Παρουσία.

Ο Άγιος Ανδρέας, εκλήθη Πρωτόκλητος. Θα ακολουθήσουν πολλοί.

Αλυσίδα ανθρώπων που θα αναγνωρίσουν στο πρόσωπο του Χριστού τον Σωτήρα. Και θα αναγνωρισθούν από Εκείνον.

«Ίδε αγαθός Ισραηλίτης, εν ω δόλος ουκ έστι», θα είναι ο λόγος του Κυρίου για κάθε έναν που θα έχει ψυχή έτοιμη για Θεό.

Και πάντα η απορία του Ανθρώπου

«και πόθεν με γινώσκεις;»

Η απορία του ανθρώπου που δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι «και προ του σε Φίλιππον φωνήσαι, όντα υπό την συκήν είδον σε»

Μας γνωρίζει, αγαπητοί μου αδελφοί. Μας έχει μετρημένους.

Όλους μας, τον καθένα από εμάς.

Κι εάν πιστέψεις  «μείζω τούτων όψει».Πολύ περισσότερα.

Και τον ουρανό να ανοίγει. Δηλαδή, θα γνωρίσουμε τον κόσμο του Θεού.

Αγαπητοί μου αδελφοί, ο Πρωτόκλητος, με την πίστη του έγινε η αρχή της σύναξης των Αποστόλων. Ας ακολουθήσουμε το παράδειγμα του.

Ήλθαμε και είδαμε.

Ας μείνουμε κοντά Του.


Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2024

Άγιος Ιερομάρτυρας Φιλούμενος του φρέατος του Ιακώβ.

 

Ο Άγιος Φιλούμενος κατά κόσμος Σοφοκλής γεννήθηκε στην Λευκωσία, στις 15 Οκτωβρίου 1913. Γονείς του ήταν οι Ευσεβείς Γεώργιος και Μαγδαληνή. Ήταν δίδυμος αδελφός με τον π. Ελπίδιο κατά κόσμον Αλέξανδρος και από μικροί ξεχώριζαν για την αγάπη που είχαν προς τον Θεό και γι’ αυτό από πολύ νωρίς άναψε μέσα τους η επιθυμία για τη μοναχική ζωή. Το 1927, σε ηλικία μόλις 14 ετών αναχώρησαν και οι δυο για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, αφού πήραν την ευχή του πνευματικού τους, αλλά και των ευλαβών γονέων τους. Εκεί έμειναν 6 περίπου χρόνια, όταν ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου τους πήρε για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο του Πατριαρχείου στα Ιεροσόλυμα, όπου βρέθηκαν το 1934, μαθητές στην Σχολή της Αγίας Σιών.

Το 1937 εκάρησαν μοναχοί παίρνοντας ο Σοφοκλής το όνομα Φιλούμενος και ο Αλέξανδρος το όνομα Ελπίδιος. Στις 5 Σεπτεμβρίου του ιδίου χρόνου χειροτονήθηκαν διάκονοι και το 1939 αποφοίτησαν από το Γυμνάσιο του Πατριαρχείου. Ο π. Ελπίδιος έφυγε από την Αγία Γη, υπηρετώντας σε άλλους τόπους. Ο Άγιος Φιλούμενος παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα για 45 συνεχή χρόνια, μέχρι το μαρτύριό του. Το 1943 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και αφού πέρασε από διάφορες διακονίες μέσα στο Πατριαρχείο και διορίσθηκε σε διάφορες θέσεις υπηρετώντας πάντοτε με ευθύνη και φόβο Θεού και με πολύ αγάπη προς τους αγιοταφίτες πατέρες, στις 8 Μαΐου του 1979 μετατέθηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ όπου υπηρέτησε μέχρι το μαρτυρικό του θάνατο, στις 29 Νοεμβρίου του ιδίου έτους. Εκεί όμως, αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα από φανατικούς Εβραίους που συνέχεια τον απειλούσαν ότι αν δεν εγκαταλείψει το Φρέαρ και πάρει τις εικόνες και τον Εσταυρωμένο να φύγει, θα τον σκοτώσουν. Εκείνος όμως απαντούσε ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ το προσκύνημα, αλλά ότι ήταν έτοιμος ακόμα και να μαρτυρήσει, ως πιστός φύλακας αυτού.

Το απόγευμα της 29ης Νοεμβρίου του 1979, ημέρα της μνήμης του Αγ. Μάρτυρος Φιλουμένου, φανατικοί Εβραίοι μπήκαν στο χώρο του Φρέατος του Ιακώβ κι ενώ ο Άγιος τελούσε τον Εσπερινό, του επιτέθηκαν με τσεκούρι, τον κακοποίησαν και τέλος τον σκότωσαν. Το μαρτύριό του ήταν φρικτό, γιατί οι δήμιοί του τον χτύπησαν αλύπητα στο πρόσωπο και του έκοψαν τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Στη συνέχεια βεβήλωσαν την Εκκλησία και το Σταυρό κι έριξαν μια χειροβομβίδα καταστρέφοντας τον χώρο. Είναι συγκλονιστική η μαρτυρία του π. Σωφρονίου που παρέλαβε το τίμιο λείψανο του μάρτυρα για να το ντύσει και να το ετοιμάσει για την ταφή, ότι παρέμεινε 5 μέρες μετά το μαρτύριό του ζεστό και εύκαμπτο και «βοήθησε» το Γέροντα Σωφρόνιο για να τον ντύσει. Συγκλονιστική είναι επίσης η μαρτυρία του κατά σάρκα αδελφού του π. Ελπιδίου, που αν και μίλια μακριά, άκουσε τη φωνή του π. Φιλουμένου να του λέγει: «Αδελφέ μου με σκοτώνουν προς δόξαν Θεού. Σε παρακαλώ μην αγανακτήσεις». Στην κηδεία του πλήθος κόσμου μαζεύτηκε, όχι μόνο χριστιανοί, αλλά και ετερόδοξοι, μουσουλμάνοι και χοτζάδες ακόμη. Όλοι ήρθαν να του δώσουν τον τελευταίο ασπασμό. Όλοι τον έκλαψαν, γιατί ήταν ένας καλός και άγιος ιερομόναχος.

«Ο Άγιος Φιλούμενος, αναφέρει ευσεβής μοναχή «ήταν πάρα πολύ ολιγόλογος. Όταν όμως πηγαίναμε στο προσκύνημα που διακονούσε, στο πέρας της Θείας Λειτουργίας, πάντοτε έκανε ένα σύντομο και απλό κήρυγμα. Μας έλεγε, για παράδειγμα, να έχουμε ταπείνωση, να έχουμε αγάπη, να ήμαστε ελεήμονες… “Να λέτε την Ευχή” μας έλεγε, “και η ευχή θα τα κανονίσει όλα. Όταν λέτε την Ευχή, μη φοβείστε τίποτα. Αλλά κι ο ίδιος ζούσε την Ευχή, η οποία δεν έλειπε ο από το στόμα του. Περπατούσε και έβλεπες συνεχώς τα χείλη του να κινούνται. Εμάς, πού ήμασταν μοναχές, μας έλεγε να διαβάζουμε πολύ και κυρίως πατερικά βιβλία, όπως τον Άγιο Ισαάκ τον Σύρο, τον Άγιο Εφραίμ τον Σύρο, την Κλίμακα του Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, την Αγία Γραφή… Το Ευαγγέλιο, μας έλεγε, να μη σας λείπει από το χέρι σας. Την Καινή Διαθήκη να τη διαβάζετε τακτικά». Ο Άγιος Φιλούμενος έζησε αθόρυβα και ταπεινά. Η ασκητική ζωή και η ακρίβεια της τήρησης των μοναχικών ιδεωδών, ήταν τα κυριότερα χαρακτηριστικά που τον διέκριναν. Πολλές φορές έκανε και τον σαλό για να κρύβεται από τον κόσμο

Η Εκκλησία τον τιμά ως άγιο στις 29 Νοεμβρίου και το ευωδιάζον και θαυματουργό σκήνωμά του βρίσκεται εντός του νέου τρισυπόστατου μεγαλοπρεπούς ιερού ναού που χτίστηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ, επ’ ονόματι της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος, του Αγίου Φιλουμένου και του αγίου Ιουστίνου. Κτήτωρ του νέου αυτού ναού είναι ο Αρχιμανδρίτης π. Ιουστίνος, στον οποίο ο Άγιος Φιλούμενος εμφανίζεται συχνά και τον προστατεύει από τις επιθέσεις των φανατικών Εβραίων που συνεχίζονται εναντίον του π. Ιουστίνου και του Ιερού Προσκυνήματος. Χιλιάδες ορθόδοξοι καταφθάνουν κατ’ έτος για να προσκυνήσουν το ιερό λείψανό του στο Φρέαρ του Ιακώβ, στη Σαμάρεια.

Τεμάχιο ιερού λειψάνου του, ένα πετραχήλι του και μαζί με την πρώτη εικόνα που αγιογραφήθηκε επ’ ονόματι του Αγίου Φιλουμένου, βρίσκονται στο μοναστήρι στο Τρίκορφο Φωκίδος στην Ιερά Μονή Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ.

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024

Αγία Αικατερίνη ; Η Πάνσοφος Μεγαλομάρτυς του Χριστού.

 

Στις κορυφαίες γυναίκες μάρτυρες της Εκκλησίας μας ανήκει και η μεγαλομάρτυς αγία Αικατερίνη. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια στα 294 από ειδωλολατρική οικογένεια και ονομαζόταν Δωροθέα. Ο πατέρας της ονομαζόταν Κώνστας ή Κέστος και ήταν αριστοκράτης, φρόντισε δε να δώσει τη μεγαλύτερη δυνατή μόρφωση στην πανέμορφη και ευγενέστατη κόρη του. Σπούδασε στις πιο ονομαστές εθνικές σχολές φιλοσοφία, ρητορική, ποίηση, μουσική, μαθηματικά, αστρονομία και ιατρική. Γνώριζε το Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Βιργίλιο και όλους τους ποιητές. Επίσης κατείχε τις θεωρίες των αρχαίων ιατρών Ασκληπιού, Γαληνού και Ιπποκράτη. Ήταν πανεπιστήμων! Κάποιοι μάλιστα την ταυτίζουν με την αλεξανδρινή φιλόσοφο Υπατία, λόγω ομοιότητας, η οποία είχε βρει τραγικό θάνατο, περί το 440, σε μια θρησκευτική διένεξη.

Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές της, έστρεψε την προσοχή της στη χριστιανική διδασκαλία, η οποία, παρ’ όλους τους διωγμούς, διαδίδονταν και γινόταν πίστη των κατοίκων της Αλεξάνδρειας. Εντυπωσιάσθηκε από αυτή και ζήτησε να κατηχηθεί στη νέα πίστη από κάποιον άγιο μοναχό. Βαπτίστηκε και πήρε το όνομα Αικατερίνη.

Δεν φανέρωσε αρχικά τη χριστιανική της ιδιότητα στους οικείους της, διότι βρισκόταν σε έξαρση ο μεγάλος διωγμός του Μαξεντίου. Οι γονείς της την πίεζαν να παντρευτεί έναν από τους πάμπολλους πλούσιους νέους, και αξιωματούχους, που ζητούσαν να την κάνουν γυναίκα τους. Εκείνη με ευγένεια απέκρουε τις προτάσεις τους διότι είχε πάρει την απόφασή της να γίνει νύμφη του Χριστού!

Δεν άργησε να γίνει γνωστή η μεταστροφή της στον Χριστιανισμό. Μέσα στη δίνη του διωγμού, θεώρησε καθήκον της και τιμή της να ομολογήσει την πίστη της στο Χριστό. Ήταν δεκαοκτώ χρονών, αλλά αρκετά ώριμη για να υποστεί τις συνέπειες της δημόσιας ομολογίας της. Την εποχή εκείνη ο αυτοκράτορας Μαξέντιος έβγαλε διαταγή για καθολική θυσία στους «θεούς» από όλους τους υπηκόους. Όποιοι δεν θα εκτελούσαν τη διαταγή του θα τιμωρούνταν σκληρά και παραδειγματικά.

Ο ίδιος ο αυτοκράτορας θυσίασε εκατόν τριάντα ταύρους! Πλήθος κόσμου υπάκουσε στη βασιλική διαταγή, όχι όμως και η Αικατερίνη. Κατευθύνθηκε στο ειδωλολατρικό «ιερό» όπου τελούσε τη μεγαλειώδη θυσία ο Μαξέντιος και ζήτησε από τους ακολούθους του να μιλήσει σ’ αυτόν. Με πρωτόγνωρο θάρρος ήλεγξε τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα, υπενθυμίζοντάς του πως η λατρεία των άψυχων ειδώλων, και δι’ αυτών, η λατρεία των δαιμόνων ανήκει στο σκοτεινό και δεισιδαίμον παρελθόν και πως και οι αρχαίοι σοφοί είχαν ασκήσει σκληρή κριτική στην ειδωλολατρία. Ταυτόχρονα ομολόγησε ενώπιων του την πίστη της στον Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό. Ο αυτοκράτορας ζήτησε να μάθει ποια ήταν αυτή η όμορφη και ασεβής, κατά την κρίση του, κόρη.

Οι ακόλουθοί του του είπαν ότι είναι η κόρη του επιφανή Αλεξανδρέα Κώνστα, η οποία έγινε Χριστιανή. Ο αυτοκράτορας έδωσε εντολή να γίνει μια δημόσια συζήτηση με τους πλέον διακεκριμένους φιλοσόφους και ρήτορες της Αλεξάνδρειας, διότι πίστευε πως έτσι θα ξεφτίλιζε τους Χριστιανούς και θα θριάμβευε η ειδωλολατρία. Κάλεσε λοιπόν πενήντα από αυτούς και την Αικατερίνη να εκθέσουν δημόσια τις απόψεις τους.

Η Αγία Αικατερίνη προσευχήθηκε θερμά στο Θεό να της δώσει σοφία, προκειμένου να υπερισχύσει στη συζήτηση για τη δόξα τη δική Του.

 Οι ειδωλολάτρες ρήτορες γεμάτοι κομπασμό άρχισαν πρώτοι να παρουσιάζουν την αρχαία θρησκεία ως δήθεν παράγοντα πολιτισμού και τους «θεούς» ως δήθεν ευεργέτες των ανθρώπων. Τελευταία μίλησε η Αικατερίνη.

Χρησιμοποιώντας τα έργα του Ομήρου, παρουσίασε το έρεβος των «θεών» της αρχαίας θρησκείας, οι οποίοι έπρατταν τις χειρότερες κακουργίες και τις αίσχιστες ηθικές παρεκτροπές, ήτοι: δολοφονίες, απάτες, βιαιοπραγίες, γενοκτονίες, κλοπές, μοιχείες, πορνείες, αιμομιξίες, παιδεραστίες, βιασμούς, κτηνοβασίες, φθόνους, δολοπλοκίες. Διακατέχονταν από ανομολόγητα πάθη, τα οποία οι άνθρωποι δε μπορούσαν να διανοηθούν. Ήταν απίστευτα μισάνθρωποι, ζήλευαν και μισούσαν θανάσιμα τους ανθρώπους και όταν εύρισκαν ευκαιρία τους εξολόθρευαν.

Οι ειδωλολάτρες φιλόσοφοι έμειναν άφωνοι από την ευγλωττία και τα επιχειρήματα της νέας φιλοσόφου! Το αποτέλεσμα ήταν να αναγνωρίσουν την ήττα τους και να μεταστραφούν και οι ίδιοι στον Χριστιανισμό! Το γεγονός αυτό εξόργισε το φανατικό ειδωλολάτρη αυτοκράτορα, ο οποίος ζήτησε τη θανάτωσή τους δια της πυράς και τον απάνθρωπο βασανισμό της Αικατερίνης. Η αγία οδηγήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια, τα οποία δεν έκαμψαν την πίστη της. Βλέποντας η σύζυγος του αυτοκράτορα Φαυστίνα τον ηρωισμό της μάρτυρος πίστεψε και έγινε και αυτή Χριστιανή. Ο θηριώδης σύζυγός της την αποκεφάλισε και την αγία την παρέδωσε στους δημίους να την αποτελειώσουν στο φοβερό τροχό, ο οποίος διαμέλιζε αργά και βασανιστικά το σώμα της, ενώ η ψυχή της πέταξε στα ουράνια για να συναντήσει τον θείο Νυμφίο που τόσο αγάπησε στη ζωή της. Το σώμα της ο παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν με τιμές. Το σεβάστηκαν οι αιώνες και σήμερα αποτελεί πολύτιμο θησαυρό στην ιστορική Μονή του Σινά. Η μνήμη της εορτάζεται στις 25 Νοεμβρίου.

Η αγία Αικατερίνη είναι ένα από τα απτά παραδείγματα πως η γνώση και η επιστήμη όχι μόνο δεν αντιτίθενται στην χριστιανική πίστη, αλλά καταξιώνονται σ’ αυτή ως δώρα του Θεού στην ανθρωπότητα!

 


Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024

Κυριακή δεκάτη τρίτη εκ του κατά Λουκά


«Ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητος μου..»
Ο άνθρωπος της σημερινής παραβολής, αγαπητοί μου αδελφοί, δεν είχε κανένα λόγο να αναζητάει Χριστό. Πλήρης από τις αρετές του, τις οποίες φύλαξε εκ νεότητος του, «προσήλθε τω Ιησού πειράζων αυτόν και λέγων..» Προσήλθε «πειράζων», με τη σιγουριά εκείνων που νομίζουν ότι έχουν τα πάντα. Ακόμα και τον Θεό, ανάμεσα στα αποκτήματα τους. Με τη σιγουριά και σκληροκαρδία που δίνει στον άνθρωπο, η μοναξιά, η μοναξιά της έλλειψης του κάθε πόνου. Έτσι, ένα του απομένει. Ένα τον απασχολεί ακόμη:
«Τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;»
Όλα στο πρώτο πρόσωπο. Όλα τα αιτήματα, για τον εαυτό. Τι θα κάνω για να κληρονομήσω την αιώνιο ζωή. Και μέσα σε αυτήν την σιγουριά, βέβαια, δεν αναγνωρίζει τον Θεό.
Και δεν του αποκαλύπτεται ούτε και Εκείνος.
«Τι με λέγεις αγαθόν; Ουδείς αγαθός ειμή εις ο Θεός».
Και ο άνθρωπος που τα έχει όλα, θα πάρει την απάντηση, έτσι ακριβώς όπως έθεσε ο ίδιος το ερώτημα:
 «έτι εν σοι λείπει»
Μόνο ένα του λείπει ακόμα: Όλα όσα έχεις, πώλησον και δώστα στους πτωχούς και θα βρεις έτσι θησαυρό στους ουρανούς. Όλα όσα έχεις…και όπως είπαμε, ο άνθρωπος της παραβολής μας είχε τα πάντα. Εκ νεότητος του. Και ένα του έλειπε: να χάσει τα πάντα.
Αγαπητοί μου αδελφοί, κάθε συνάντηση με τον Θεό, για τον καθένα από εμάς, είναι ένα μέτρημα: Τι έχουμε , τι κατέχουμε και ποια είναι η αξία που έχουν αυτά όλα στην καρδιά μας. Αν φυλάξαμε, όλες τις εντολές, ένα λείπει ακόμα, να τα δώσουμε όλα και να ακολουθήσουμε Χριστό. Χωρίς τίποτα άλλο. Να αφήσουμε στους φτωχούς τα πάντα.
Ένα λείπει, λοιπόν…μα δεν είναι ένα, τελικά. Αφού όλα αυτά έχουν γίνει μία «περι-ουσία» για εμάς, τέτοια που όπως στον άνθρωπο της παραβολής, αν θα κληθούμε να τα αφήσουμε, θα γίνουμε «περίλυποι».
Αν φυλάξαμε τις εντολές, τι μας λείπει; Τι φέρνει στην καρδιά μας λοιπόν, αυτό το συναίσθημα της λύπης; Από τι δεν μπορούμε να αποχωριστούμε;
Απέναντι στέκει ο ίδιος ο Θεός που λέγει το «εν σοι λείπει».
Και στον καθένα μας, ένα μας λείπει. Μα αν προχωρήσουμε, αν κάνουμε αυτό το βήμα, αυτό που τόσο μας τρομάζει, τότε θα βρούμε τον θησαυρό. Στους ουρανούς.
Πόσο σπουδαίο είναι το σημερινό μήνυμα, αγαπητοί μου αδελφοί.
Αλλού λοιπόν είναι ο θησαυρός.
Κι όχι σε αυτά που εμείς νομίζουμε.
Η ύπαρξη μας ταυτίζεται με τα εδώ. Πλησιάζουμε το Θεό με αιτήματα που έχουν να κάνουν με τα εδώ. «Τι ποιήσω» αναρωτιόμαστε συνεχώς. Κάθε πρωί που ξυπνάμε, τι θα κάνουμε σήμερα; Τι θα κάνουμε για όλα αυτά που ίσως δεν έχουν και πολύ αξία; Ενώ, ένα, μας λείπει. Αλλά αυτό το ένα κι όταν ακόμα το υποψιαζόμαστε, μας φέρνει λύπη.
Περίλυποι γινόμαστε.
Γιατί δεν έχει να κάνει, αυτό το ένα με αυτά, τα πάντα που κάναμε, αλλά με εκείνο που δεν έχουμε κάνει ακόμα, το:
«δεύρο ακολούθει μοι» είναι που τα ανατρέπει όλα. Αυτό το «δεύρο ακολούθει μοι» ας το εξετάσουμε ο καθ’ ένας ξεχωριστά. Ας δούμε ο καθ’ ένας ξεχωριστά που είναι ο θησαυρός του, τι κατέχει εκ νεότητος και δεν αποχωρίζεται. Και μέσα σε αυτήν την συνάντηση με τον εαυτό και τον Θεό, τον αγαθό Θεό, θα πούμε σίγουρα κι εμείς εκείνο το:
«και τις δύναται σωθήναι;», ποιος μπορεί να σωθεί; Τόσο θα τρομάξουμε, τόσο αδύναμοι θα νιώσουμε παρά τα όποια πλούτη ή τις όποιες αρετές μας.
Είδατε πόσο σίγουρος προσήλθε στην αρχή της παραβολής εκείνος ο άνθρωπος που νόμιζε ότι είχε τα πάντα. Και πόσο αδύναμοι αισθάνονται στο τέλος όλοι όσοι ανακαλύπτουν μέσα από το διάλογο με την Αλήθεια, την Αλήθεια.
Αυτό είναι τελικά το μεγάλο όφελος, αδελφοί μου, της παρουσίας μας εδώ. Να συναντιόμαστε, να εκκλησιαζόμαστε, με την αλήθεια. Και από την φόρα και τη σιγουριά που ο άνεμος του κόσμου μας δίνει, να φτάνουμε στο «τις δύναται σωθήναι» εκείνων που άκουσαν τελικά.
Ένα λοιπόν ακόμα μας λείπει. Για αυτό λυπούμαστε. Ένα.
Ας το αναζητήσουμε

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2024

Εις τα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου.

 

Υπάρχει ένας χώρος Άγιος, τόσο βαθιά στην ψυχή μας, που συνέχεια ξεχνάμε την ύπαρξή του. Παρ’ όλο που καταλαμβάνει ολόκληρο το κέντρο της ύπαρξής μας. Είναι τα Άγια των Αγίων, η περιοχή αλλά και η κατάσταση που αισθανόμαστε την περισσότερη οικειότητα με τον Θεό. Ο καθ’ ένας μας, ξεχωριστά. Είναι εκεί που βλέπουμε πιο ξεκάθαρα τα «ίχνη» του Θεού, μέσα μας, αλλά και γύρω μας.

Αλλά, γίνεται πολύ συχνά, ένας απαγορευμένος χώρος για εμάς……. Γιατί για να εισέλθουμε χρειάζεται μια κάποια προετοιμασία, κάποια θυσία πολλές φορές έως αίματος. Χρειάζεται αγιότητα.

Και το πιο δύσκολο από όλα για εμάς, να μπούμε… μόνοι μας. Είναι αυτή η δυσκολία μας μείνουμε μόνοι μας, να μπούμε στον εαυτό μας και να παραμείνουμε εκεί. Έστω για λίγο.

Χωρίς έγνοιες, χωρίς μέριμνες, χωρίς λογισμούς. Χωρίς την αμαρτία που φέρνει στην ζωή μας αυτήν την συνεχή κίνηση, την ανάγκη των συναναστροφών, με τους άλλους, όχι από Αγάπη ή με Αγάπη, αλλά μόνο και μόνο για να υπάρξουμε, για μια στιγμή. Η θέα του προσώπου του άλλου, συνεχώς γίνεται θέα του δικού μας προσώπου και αυτή η πλάνη επαναλαμβάνεται συνεχώς αλλάζοντας βέβαια συνεχώς και τα πρόσωπα που μας περιβάλλουν. Αυτό είναι μια πτυχή της αμαρτίας μας.

Όμως ο χώρος ο Άγιος, μέσα μας, παραμένει πάντα σταθερός, αλλά συχνά…. άδειος. Από εμάς.

Δεν επισκεπτόμαστε τον εαυτό μας και ούτε τον Άγιο χώρο μας, το κέντρο της ύπαρξης μας.

Γιατί δεν κάνουμε αυτό που έκανε η Παναγία.

Είμαστε και εμείς γεννημένοι, όλοι, από ένα θαύμα. Για αυτό και είμαστε αφιερωμένοι στον Θεό και εκεί θα επιστρέψουμε. Αλλά σαν πρόσωπα, μοναδικά. Εάν θα δείτε, η Παναγία πως πορεύεται, με συνοδεία, με φανούς, με λαμπάδες, με τους γονείς της και απέναντι την περιμένει ο Ζαχαρίας, το μέλλον, ο πατέρας του Προδρόμου.

Έτσι και εμείς, περιβαλλόμεθα από όλους αυτούς που ο Θεός στέλνει για να γίνουμε καλλίτεροι. Όσους συναντάμε στην ζωή μας, τους επιλέγουμε πολλές φορές χωρίς να το καταλαβαίνουμε, για την σωτηρία μας.

Φωτίζουν όλοι τον δρόμο μας προς το Ιερό, προς τον ιερό χώρο της ζωής μας, προς τον Αρχιερέα του Θεού που θα μας εισάγει στο χώρο και την κατάσταση των Αγίων. Μόνοι όμως. Και να παραμείνουμε εκεί μόνοι.

Έως δώδεκα χρόνια παρέμεινε  η Παναγία, έως τον Ευαγγελισμό της. Χωρίς αμαρτία, χωρίς σκέψη αμαρτίας.

Από σήμερα, ξεκινά η δική μας προετοιμασία για αυτό τον σκοπό. Για πρώτη φορά ψάλλαμε το «Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις…»

Όλα μιλούν για μιαν έναρξη, μιαν εκκίνηση.

Μπαίνουμε και εμείς τόσο εορταστικά στην προετοιμασία για την Γέννηση Του Χριστού, μέσα μας και στον κόσμο μας.

Ας εισέλθουμε έστω και για μια φορά στον εαυτό μας, στα Άγια των Αγίων της ύπαρξης μας. Και ας μείνουμε για λίγο εκεί ή για περισσότερο.

Στον χώρο μας αυτά είναι όλα ξεκάθαρα και όλα δείχνουν τον Θεό.

Και η Κιβωτός Της Διαθήκης και το χρυσούν θυμιατήριο και τα Χερουβείμ που επισκιάζουν. Είναι όλα ολόχρυσα και καθαρά, είναι το «στίγμα» του Θεού μέσα μας, ότι καλλίτερο είμαστε.

Αυτό ετοιμάζουμε από σήμερα αδελφοί. Προς αυτά τα Χριστούγεννα πορευόμαστε, προς αυτήν την Θεοτοκία.

Γιατί, όσο και αν το ξεχνούμε, αυτός είναι ο σκοπός μας. Ζούμε μέσα στον Κόσμο, ζούμε δηλαδή μέσα στον Ναό του Θεού, όπου όμως, Χριστός προκαταγγέλεται, δηλαδή Θεανθρώπισις, δηλαδή, αδελφοί, Θέωσις του Ανθρώπου.

Ούτως, λοιπόν, και ημείς μεγαλοφώνως βοήσωμεν, Χαίρε της οικονομίας του Κτίστου η εκπλήρωσις.

Καλά Χριστούγεννα.



ΕΙΣ ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ   

Ζούμε και υπάρχουμε σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Συγκεκριμένο όμως από……εμάς τους ίδιους. Μόνοι μας έχουμε ορίσει και καθορίσει τα όρια της ύπαρξής μας ή έχουμε αποδεχθεί όρια που τοποθέτησαν άλλοι. Μόνοι μας, με δική μας ευθύνη. Είναι τα όρια του εγώ, τα όρια των παθών, επιθυμιών, των προσκολλήσεων μας. Έχουμε δώσει το Νου μας στο κόσμο, στο κόσμο που δεν μας ανήκει και έχουμε ταυτιστεί με αυτόν. Με το κόσμο. Που είναι απλά, αντανάκλαση και με τον τρόπο που τον αντιλαμβανόμαστε, ψευδαίσθηση.

Την ίδια στιγμή, στη διάρκεια της δικής μας ζωής, στο εδώ και τώρα, υπάρχει πραγματικά και το αιώνιον. Εδώ, δίπλα μας, μέσα μας.

Η πρώτη σκηνή, όπου η λυχνία που φωτίζει, η Τράπεζά που μας Τρέφει η πρόθεσης των άρτων, πιο μέσα στην αιωνιότητά μας, τα άγια των αγίων, το χρυσούν θυμιατήριο, η Κιβωτός της Διαθήκης, η στάμνα, η ράβδος του Ααρών. Τα πάντα δηλαδή. Ολόκληρη η σύσταση του κόσμου, του αληθινού……Είναι ένας κόσμος που δεν βλέπουμε εάν δεν ανέβουμε τις βαθμίδες του πνεύματος, εάν δεν ανέλθουμε στην αξία του ανθρώπου σαν Αρχιερέα της κτίσης……

Και αφού συγχωρέσουμε…… τα πάντα!

Αμαρτίες και αγνοήματα, τα δικά μας και όλων των άλλων.

Πρέπει να συγχωρέσουμε, αδελφοί, εαυτόν και όλους τους άλλους. Και αυτό θέλει……..αίμα…..

Τόσο δύσκολο μας είναι να συγχωρήσουμε. Προτιμούμε το….παράπονο….για όλους, για όλα. Για το χθες που φθάνει στο σήμερα και δηλητηριάζει το αύριο.

Η Παναγία, όμως, σήμερα προκηρύσσει την των ανθρώπων σωτηρία, αυτό που ετοιμάζει, αυτό που τρέφει την Ενανθρώπιση, τα Χριστούγεννα που από σήμερα προκαταγγέλονται.

Εισέρχεται πρώτη Εκείνη εις τα άγια των αγίων και παραμένει εκεί, σταθερά προσηλωμένη σε αυτήν την κατάσταση, σε αυτήν την καθαρότητα, στη Θεοπτία έως να γίνει η ίδια ο Καθαρότατος Ναός του Σωτήρος.

Εκεί που θα παραμείνουμε, αδελφοί μου, σταθεροί, προσηλωμένοι με ολόκληρο το Νου μας, σε αυτήν την μόνωση, την ησυχία, μέσα στα άγια των αγίων της ύπαρξης μας, θα συνεισέλθει η Χάρις του Πνεύματος Του Θεού και θα αξιωθούμε, πρώτα μεγαλοφώνως να βοήσωμε το Χαίρε Της Του Κτίστου η εκπλήρωσις και αμέσως σε

μηδενικό χρόνο να επιγνώσουμε το σήμερον της σωτηρίας ημών Το Κεφάλαιον………

Μέσα σε αυτήν, αδελφοί μου, την σημερινή εορτή, θα βρούμε όλα τα στοιχεία της όντως ζωής μας την λυχνία, τη Τράπεζα των Άρτων, το θυσιαστήριο, την Κιβωτό, τη στάμνα με το μάννα, την ράβδο του Ααρών, εμπρός μας στο παρόντα χρόνο, εντός μας, εάν έχουμε συγχωρήσει, γύρω μας, εδώ, στην Εκκλησία εάν το έχουμε αντιληφθεί.

Μέσα σε αυτό το κεκρυμμένο κάλλος που μας περιβάλλει, εισερχόμαστε τα δικά μας εισόδια μαζί με την Παρθένο Μαρία, λαμπρώς.

Εισερχόμαστε επίσημα σε μια Σαρακοστή που οδεύει όλο και πιο βαθιά στην νύχτα του κόσμου, όλο και πιο απόμερα, σε μίαν Βηθλεέμ ποιμένων αγραυλούντων, σε ένα Σπήλαιο, κατάλληλο για εκείνους που δεν έχουν……..κατάλλειμα.

Ας είναι εφέτος, σήμερα, και τα δικά μας εισόδια εις τον οίκον Κυρίου, της ευδοκίας Θεού το προοίμνιον.

Καλά μας Χριστούγεννα!

  

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Κυριακή ενάτη εκ του κατά Λουκά.


«Άνθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν η χώρα..»
Ο άνθρωπος αυτός ήταν πλούσιος, μα δεν το γνώριζε. Για αυτό και διελογίζετο εν εαυτώ λέγων «ουκ έχω που συνάξω τους καρπούς μου» Αυτό που τον απασχολεί δεν είναι αυτό πού έχει, αλλά, αυτό που δεν έχει. Αλλά και αυτά που έχει, θέλει να τα γκρεμίσει «καθελώ-λέγει- τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω…» Θα γκρεμίσει αυτό που έχει και άλλο θα φτιάξει κι εκεί –νομίζει- ότι θα συνάξει πάντα τα γεννήματα…
Ένας κύκλος ατελείωτος, μια συνεχής επιθυμία να συνάξει πάντα, όχι όμως επάνω σε αυτό που του έχει δοθεί, αλλά σε κάτι νέο…
Όλα αυτά για τον άνθρωπο τον πλούσιο, δείχνουν μια τεράστια φτώχεια. Βρίσκεται συνεχώς σε κίνηση και ο λογισμός του κάνει υπολογισμούς στο κενό. Τόση είναι η μοναξιά του, τόση η προσήλωση του, στο έξω από τον Νου του, που μιλά μόνος του, στην ψυχή του, την υποβιβάζει, αφού δεν την γνωρίζει και της υπόσχεται αυτά που αισθάνεται ότι του λείπουν: «Αναπαύου» λέει στην ψυχή του, διότι ξέρει ότι δεν έχει ανάπαυση, φάγε, πίε μιας και ξέρει ότι η ψυχή του πεινά και ευφραίνου διότι ξέρει ότι του λείπει η χαρά.
Κι ο καθένας από εμάς σε αυτό το διπλό παιχνίδι συχνά παγιδευόμαστε. Δεν αναγνωρίζουμε την ευφορία της χώρας μας. Δεν βλέπουμε πόσο πλούσιοι είμαστε, πόσα πολλά μας έχουν δοθεί κι αγωνιούμε για το τι θα κάνουμε για να χορτάσουμε, να αναπαυθούμε, να ευφρανθούμε.
Και όλα αυτά μέσα σε μια χώρα που ευφορεί! Όχι μέσα σε μια φτώχεια, αλλά όταν ευφόρησε η χώρα της ύπαρξής μας, όντας πλούσιοι, αγνοούμε και ψάχνουμε να γκρεμίσουμε τις αποθήκες κι άλλες να χτίσουμε και να περιορίσουμε εκεί το απεριόριστο.
Αυτή η πτώχευση μας γίνεται γιατί δεν βλέπουμε: Την αιτία του πλούτου μας. Δεν αναπαυόμαστε μέσα στην ευφορία του κόσμου του Θεού και ονομάζουμε τα αγαθά, αγαθά μου και τα γεννήματα, γεννήματά μου. Αυτή η απομόνωση μας φτωχαίνει. Τόσο που να αγνοήσουμε ακόμα και την ίδια μας την φύση, το μέρος της ψυχής. Και μέσα σε αυτή τη πτώχευση προκαλούμε τον θάνατό μας. Γιατί η ζωή είναι συνυφασμένη με την κίνηση.
Δεν πρέπει να φυλακίσουμε τα αγαθά, πρέπει να τα μοιρασθούμε, δεν πρέπει να σκεφθούμε καν να μπούμε σε αποθήκες, αλλά ότι έχουμε να υπάρχει, να κυκλοφορεί.
Δεν υπάρχει η έννοια της μεγάλης κι ακόμα μεγαλύτερης αποθήκης. Αυτό δεν σταματάει πουθενά. Μάλλον, οδηγεί στο θάνατο, δηλαδή στην αποξένωσή μας από τη ψυχή. Αφού δεν την αγαπήσαμε για αυτό και τη χάνουμε.
Κάποιος μέσα στη νύχτα της μοναξιάς μας, θα την απαιτήσει. Δεν θα τη ζητήσει, θα την απαιτήσει, επειδή εμείς δεν την κερδίσαμε.
Έτσι όπως χάσαμε την ευφορία της χώρας μας, θα χάσουμε και την ψυχή μας, εάν νομίσαμε ότι η ψυχή μας θέλει πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά, για να αναπαυθεί, για να ευφρανθεί.
Πρέπει να το καταλάβουμε, αδελφοί μου, ευφορεί η χώρα μας. Ο τόπος και ο χρόνος της ύπαρξής μας είναι μέσα στο πλούτο. Είμαστε πλούσιοι μέσα στα δώρα της αγάπης του Θεού. Τα πάντα μας έχουν δοθεί σε αφθονία. Γιατί έτσι είναι η φύση της δοτικότητας του Θεού. Εάν εμείς σε αυτό αντιπαρατάξουμε το «θησαυρίζων εαυτώ» τίποτα δεν θα μας μείνει, αδελφοί μου. Και τις αποθήκες που έχουμε θα γκρεμίσουμε και μέσα στην νύκτα της αγνωσίας μας θα μας απαιτηθεί η ψυχή μας. Και χωρίς την ψυχή μας, « ά ητοιμάσαμεν τίνι έσται»;
Τι σημαίνει όμως το «εις Θεόν πλουτών;»
Είναι πρώτα πρώτα το να καταλάβουμε σε τίνος τον κόσμο ζούμε. Τίνος είναι όλα αυτά που μας περιβάλλουν. Ποιος μας τα χάρισε και γιατί. Σπουδαίο να δούμε την εύφορη χώρα μέσα στην οποία ζούμε και υπάρχουμε. Εκεί θα νοιώσουμε άνετα, φιλικά προς τον παρέχοντα και τότε θα θελήσουμε να του μοιάσουμε. Να μην πλουτίζουμε για τον εαυτό γιατί θα καταλάβουμε ότι είμαστε πλούσιοι.
Ανθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν η χώρα, αδελφοί μου. Ο καθένας από εμάς είναι πλούσιος, γιατί είναι έργο του πλούσιου Θεού. Όλοι είμαστε γεμάτοι χάριτες, οι αποθήκες υπάρχουν, δεν χρειάζεται να τις γκρεμίσουμε. Έχουμε την ψυχή μας, έχουμε αγάπη, έχουμε τα πάντα! Άνθρωποι πλούσιοι βαλμένοι από τον Θεό σε χώρα εύφορη.
Όταν το νοιώσουμε αυτό μέσα στον Θεό, τότε εις Θεόν πλουτούμε. Τότε έχουμε δει τι είμαστε και θα δει η ψυχή μας ανάπαυση. Και κανείς δεν θα την απαιτήσει από εμάς, γιατί θα αποτελεί ζωντανό, αναπόσπαστο, μέρος της ύπαρξής μας.
Ας θησαυρίσουμε εν Θεώ, ας πλουτίσουμε εν Θεώ, μέσα στον πλούτο των δωρεών του Θεού, με την ψυχή μας ζωντανή, ας καταλάβουμε πως η χώρα μας ευφορεί, και ας ευφρανθούμε τις δωρεές.

Αμήν. 

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

Γιατί δεν εκκλησιάζεσαι;


Λίγοι είναι εκείνοι που έρχονται στην εκκλησία. Τι θλιβερό! Στους χορούς και στις διασκεδάσεις τρέχουμε πρόθυμα. Τις ανοησίες των τραγουδιστών τις ακούμε με ευχαρίστηση. Τις αισχρολογίες των ηθοποιών τις απολαμβάνουμε για ώρες, δίχως να βαριόμαστε. Και μόνο όταν μιλάει ο Θεός, χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε και ζαλιζόμαστε. Μα και στα ιπποδρόμια, μολονότι δεν υπάρχει στέγη για να προστατεύει τους θεατές από τη βροχή, τρέχουν οι περισσότεροι σαν μανιακοί, ακόμα κι όταν βρέχει ραγδαία, ακόμα κι όταν ο άνεμος σηκώνει τα πάντα. Δεν λογαριάζουν ούτε την κακοκαιρία ούτε το κρύο ούτε την απόσταση. Τίποτα δεν τους κρατάει στα σπίτια τους. Όταν όμως πρόκειται να πάνε στην εκκλησία, τότε και το ψιλόβροχο τους γίνεται εμπόδιο. Κι αν τους ρωτήσεις, ποιος είναι ο Αμώς ή ο Οβδιού, πόσοι είναι οι προφήτες ή οι απόστολοι, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν το στόμα τους. Για τ’ άλογα όμως, τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς μπορούν σε πληροφορήσουν με κάθε λεπτομέρεια. Είναι κατάσταση αυτή;

Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, και σχεδόν κανένας δεν παρουσιάζεται στο ναό. Φαίνεται πως η απόσταση παρασύρει τους χριστιανούς στην αμέλεια, ή μάλλον όχι η απόσταση, αλλά η αμέλεια μόνο τους εμποδίζει. Γιατί, όπως τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει αυτόν που έχει αγαθή προαίρεση και ζήλο να κάνει κάτι, έτσι και τον αμελή, τον ράθυμο και αναβλητικό όλα μπορούν να τον εμποδίσουν.

Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους για την Αλήθεια, κι εσύ λογαριάζεις μια τόσο μικρή απόσταση; Εκείνοι θυσίασαν τη ζωή τους για το Χριστό, κι εσύ δεν θέλεις ούτε λίγο να κοπιάσεις; Ο Κύριος πέθανε για χάρη σου, κι εσύ Τον περιφρονείς; Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, κι εσύ βαριέσαι να έρθεις στο ναό, προτιμώντας να κάθεσαι στο σπίτι σου; Και όμως, πρέπει να έρθεις, για να δεις το διάβολο να νικιέται, τον άγιο να νικάει, το Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να θριαμβεύει.

«Μα είμαι αμαρτωλός», λες, «και δεν τολμώ ν’ αντικρύσω τον άγιο». Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος. Ή μήπως δεν γνωρίζεις, ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, έχουν διαπράξει αμαρτίες; Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη, ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους.

«Αφού, όμως, δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία», θα μου πει κάποιος, «πως μπορώ να έρθω πάλι;» Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει και δεύτερη και πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο.

Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς. Όμως δεν είναι εύλογη και τούτη η πρόφαση. Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του άφησε μία. Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες;

Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό. Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία, και θα φέρεις στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών. Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου τη στάση χάσεις κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής.

Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι και εξαιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου, και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά. Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού.

«Ναι, αλλά μπορώ», λέει κάποιος άλλος, «να προσευχηθώ και στο σπίτι μου». Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατόν να προσευχηθείς και στο σπίτι σου, είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία, όπου υπάρχει το πλήθος των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό. Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου, όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών, για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό.

Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι, όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί και ελκύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού. Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας;

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Από το βιβλίο: Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, τόμος Γ’, Ι. Μ. Παρακλήτου, σελ. 182.

 

 

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2024

Θεία Κοινωνία; Ένα εισιτήριο για τον Παράδεισο.

 

 Η ψυχή που φεύγει από τον κόσμο αυτό έχει ανάγκη από κάποιο εφόδιο που θα την συνοδεύσει στο μακρινό ταξίδι της και θα αποτελέσει το εισιτήριο για τον Παράδεισο.

Το εφόδιο αυτό είναι η θεία Κοινωνία. Αυτή μας εισάγει στην Βασιλεία του Θεού διότι είναι «δωρεά αθανασίας και αρραβών της αιωνίου ζωής». Το πανάχραντο Αίμα του Κυρίου «είναι η σωτηρία των ψυχών μας… Αυτό το Αίμα χύθηκε και μας άνοιξε τον ουρανό».

Κάθε φορά που ο πιστός προσέρχεται στο Μυστικό Δείπνο του Κυρίου κοινωνεί εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον. Μπορεί και αυτός να ειπεί τον χρυσοστομικό λόγο: «Χάρη σ’ αυτό το Σώμα, ελπίζω ότι θα απολαύσω τους ουρανούς και τα ουράνια αγαθά, την αθάνατη ζωή, την κληρονομιά των Αγγέλων, την ένωση με τον Χριστό». Ερμηνεύοντας ο άγιος Ιωάννης τον λόγο του Κυρίου «Ο τρώγων με κακείνος ζήσεται δι’ εμέ» (Ιω. 6:57), λέγει: «Αυτό που είπε ο Χριστός σημαίνει ότι εκείνος που τρώγει την σάρκα Του, όταν πεθάνει, δεν θα χαθεί ούτε θα κολασθεί».

Ο ιερός Χρυσόστομός μας βεβαιώνει ότι «όσους φεύγουν από τον κόσμο αυτό, έχοντας κοινωνήσει τα άχραντα Μυστήρια με καθαρή συνείδηση, τους συνοδεύουν άγιοι Άγγελοι και τους μεταφέρουν από την γη στον ουρανό, χάρη στη θεία Κοινωνία που μετέλαβαν».

Σε άλλη ευκαιρία ο ίδιος μας αποκαλύπτει ότι, «εάν φύγουμε από την ζωή αυτή έχοντας κοινωνήσει το άγιο Σώμα και Αίμα του Χριστού, θα παρουσιασθούμε με πολλή παρρησία στα πρόθυρα του Ουρανού, προστατευόμενοι από παντού σαν με χρυσά όπλα».

Οι Άγιοι επιβεβαίωναν τους λόγους τους με το παράδειγμά τους. Ο ιερός Χρυσόστομος τελείωσε τη μαρτυρική του πορεία μεταλαμβάνοντας τα άχραντα Μυστήρια και λέγοντας τον αγαπημένο του λόγο: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».

Από το βιβλίο: Ιερομονάχου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, «Γίνεσθε έτοιμοι. Μία προσέγγιση στο μυστήριο του θανάτου». Άγιον Όρος 2014.

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Μεγάλη γιορτή η σημερινή μνήμη, αγαπητοί μου αδελφοί.
Τιμάμε τον Ιερό Χρυσόστομο, τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως.
Εκείνον που ολοκλήρωσε την Θεία Λειτουργία που τελούμε στις περισσότερες ημέρες του χρόνου.
Εκείνον που με την ζωή του και τον θάνατο του τελείωσε το ποιμαντικό του έργο και άφησε στην Εκκλησία διαθήκη αιώνιο.
Για το τι είναι κληρικός; Τι είναι ο Αρχιερέας. Τόσο απόλυτα ταυτίσθηκε το πρόσωπο του με το λειτούργημα του, τόσο κοντά έφθασε, στον τόπο και τύπο Χριστού ο Ιερός Χρυσόστομος, που σήμερα, στην μνήμη του, η Εκκλησία επιλέγει να αναγνωσθεί μία ευαγγελική περικοπή στην οποία ο Χριστός μιλά για τον ίδιο του τον εαυτό.
Στην σημερινή περικοπή, επαναλαμβάνεται πολύ συχνά η λέξη «εγώ» από τον Κύριο. «εγώ ειμί». Και ταιριάζει αυτή η περικοπή στον Ιερό Χρυσόστομο. Γιατί αυτός ο άγιος κατ εξοχήν, ταύτισε το δικό του εγώ με τον Χριστό. Και το έργο του, η συγγραφή της Θείας Λειτουργίας, περιέλαβε την πράξη της Ενανθρώπισης, του Ευαγγελίου και της Σωτηρίας. Από την Σάρκωση στην εις Άδου Κάθοδο και στην Ανάσταση. Και ταυτίστηκε με το δρώμενο την ουσία.
Ο Ιερός Χρυσόστομος μας έδωσε την δυνατότητα να ζούμε στο παρών το αιώνιο και να μετέχουμε σ αυτό. Αιώνες τώρα όσοι πιστεύουν στον Χριστό, ακουμπούν πάνω στην Θεία Λειτουργία για να Τον γνωρίσουν.
Θέλω να σας μιλήσω , αγαπητοί μου αδελφοί, για τον Άγιο μας και συνεχώς σας μιλώ για την Θεία Λειτουργία. Κι αυτό νομίζω ότι αρμόζει στον Αρχιερέα του Χριστού. Έζησε εις τόπον και τύπον Αυτού και έγινε θύρα και οδός.
Αγαπητοί μου αδελφοί, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ανήκει με τη ζωή του σε εκείνους που λέγει ο Απόστολος Παύλος «ουκ έτι ζω εγώ, ζει δε εν εμοί  ο Χριστός» και έτσι έγινε τύπος και τόπος ιερέως.
Έχει μεγάλη σημασία αυτός τόπος και ο τύπος.
Ακούσατε τον Κύριο, στην σημερινή περικοπή πως παρουσιάζει τον εαυτό του:Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός. Όποιος περάσει από αυτή  την θύρα μόνον, μπορεί να σωθεί. Θα βρει νομήν και ακόμα περισσότερα. Ζωή και ακόμα περισσότερα.
«Εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσιν και περισσόν έχωσιν» περισσότερο από ζωή.
Ο Ιερός Χρυσόστομος έζησε μια ζωή γεμάτη πίκρες και στενοχωρίες. Εξορίες και διωγμοί ήταν ο μισθός του. Και, εξόριστος πέθανε.
 Έτσι μας έδωσε να καταλάβουμε αυτό «το περισσόν» που ακούσαμε σήμερα στο ευαγγέλιο. Αυτό το πέρα από τα φανερά, πέρα από αυτά που ίσως ο καθένας από εμάς, συχνά θεωρεί ζωή.
Και αντί για ζωή, είναι παγίδες. Του κλέπτη ή του λύκου. Εκείνου που έρχεται να κλέψει να θύσει και να απολέσει. Εκείνου που ζητά να μας απομακρύνει από την Θεία Λειτουργία της ζωής μας, ώστε να μην αναγνωρίσουμε τον Ποιμένα τον Καλό.
Να μην βρούμε την Θύρα και την Οδό.
Αλλά ο κλέπτης και ο ληστής ου μη εισέρχεται δια της θύρας αλλά ανεβαίνει»αλλαχόθεν».Και έτσι οι δρόμοι είναι ξεκάθαροι.
«Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός, και γινώσκω τα εμά και γινώσκομε υπό των εμών». 
Ο άγιος μας, γνώρισε και αναγνώρισε τον Χριστό.
Και έζησε εν Χριστώ. Και έδωσε την ψυχή του υπέρ των προβάτων.
Και η θύρα έγινε είσοδος σωτηρίας για τον ίδιο μα και περίσσευσε για όλους εμάς.
Από την ζωή και τον αγώνα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου πλουτίσαμε όλοι.
Βρήκαμε νομήν και περισσότερο.
Ευρήκαμε ζωήν και περισσότερο από ζωή.
Ευρήκαμε Χριστό.

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2024

Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, Πατριάρχης Αλεξανδρείας.

 

Ο άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Αμαθούντα (σημερινή Παλαιά Λεμεσό) της Κύπρου τον 6ο αιώνα μ.Χ. Οι γονείς του Επιφάνιος και Ευκοσμία είχαν μεγάλη κοινωνική θέση κι ήταν άνθρωποι ενάρετοι. Ο πατέρας του ήταν κυβερνήτης της Κύπρου με πολλά διοικητικά χαρίσματα, γι’ αυτό απολάμβανε την αγάπη, την εκτίμηση και το σεβασμό του λαού. Η μητέρα του είχε πλούσια ψυχικά χαρίσματα. Οι γονείς του, ως πιστοί χριστιανοί, ανέθρεψαν μέσα στην ευσέβεια και την αρετή τον Ιωάννη. Εκτός από την κοσμική μόρφωση, αγαπούσε ιδιαίτερα την μελέτη των ιερών γραμμάτων.

 Μετά από πίεση των γονέων του νυμφεύθηκε. Πολύ νωρίς η γυναίκα του και τα παιδιά του πέθαναν. Μετά την οδυνηρή στέρηση αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στον Θεό διακονώντας τους αδελφούς του. Στον βίο του αναφέρεται ένα σύμβολο, που έδειξε η Χάρις για την μελλοντική του διαγωγή. Είδε στον ύπνο του μια ωραία κόρη στεφανωμένη με κλάδο ελιάς, η οποία του είπε: «Εγώ είμαι η πρώτη θυγατέρα του βασιλέα. Αν με αγαπήσεις, έχω την δύναμη να σε οδηγήσω σ’ αυτόν». Ο Άγιος συμπέρανε ότι αυτή ήτο η Χάρις της συμπάθειας και της ελεημοσύνης.

 Το 610 άρχοντες και λαός της Αλεξάνδρειας καλούν τον Ιωάννη να ανέβει στον πατριαρχικό θρόνο. Ο έπαρχος της Αιγύπτου, πατρίκιος Νικήτας, μεταφέρει την επιθυμία του λαού και του αυτοκράτορα Ηρακλείου για να αναλάβει την θέση του Πατριάρχη. Ο αυτοκράτορας διατάσει «και άκοντα προς τον θρόνον αναγαγείν τον Ιωάννην», δηλ. να τον οδηγήσουν στο θρόνο και χωρίς τη θέλησή του.

Μετά την χειροτονία του έστειλε τους οικονόμους της Εκκλησίας και τους άλλους κληρικούς να καταγράψουν τους φτωχούς και ζητιάνους, που αποκαλούσε «κυρίους και δεσπότας του». Με την ευσπλαχνία προς αυτούς μας βοηθάει ο Θεός να κερδίσουμε την βασιλεία Του. Περισσότεροι από 7.500 φτωχοί καθημερινά θα είχαν τροφή και στέγη. Οι άφθονες ελεημοσύνες τού έδωσαν την επωνυμία Ελεήμων. Έδινε αδιακρίτως σε καλούς και κακούς, σε άξιους και ανάξιους. Μια μέρα ένας φτωχός που πήρε βοήθεια, παρουσιάστηκε μεταμφιεσμένος άλλες τρεις φορές. Όταν το έμαθε ο άγιος είπε να του δώσουν δύο φορές περισσότερα λέγοντας: «Ίσως να είναι ο Χριστός, ο Σωτήρας μου, που έρχεται να με δοκιμάσει». Όσο έδινε ελεημοσύνη τόσο ο Θεός πολλαπλασίαζε τις δωρεές που δίνονταν στην Εκκλησία. Οργάνωσε το φιλανθρωπικό έργο κτίζοντας νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ξενώνες, μαιευτήρια, ορφανοτροφεία, συσσίτια κι ένα πλήθος άλλα έργα αγάπης.

 Το 614 όταν οι Πέρσες κατέλαβαν τα Ιεροσόλυμα μεγάλος αριθμός προσφύγων έφτασε στην Αλεξάνδρεια. Ο άγιος Ιωάννης τους δέχτηκε, τους ανακούφισε και ξόδεψε όλους τους πόρους της Εκκλησίας για να τους θρέψει. Έστειλε τρόφιμα και σιτηρά στην Παλαιστίνη και εργάτες για να κτίσουν τις κατεστραμμένες εκκλησίες. Ο ιστορικός και ακαδημαϊκός Κ. Άμαντος γι’ αυτό το έργο του Αγίου αναφέρει «Περιέθαλψε τους πρόσφυγας κατά τρόπον μοναδικόν, άγνωστον μέχρι τότε εις την ιστορίαν».

 Ο άγιος ήταν ο πρώτος που εμφανιζόταν να βοηθά τους αρρώστους και να θάβει τους νεκρούς, όταν λιμός και επιδημίες αφάνιζαν την πόλη. Εκτός από το φιλανθρωπικό έργο φρόντισε και για την κατήχηση του λαού του. Όταν έγινε Πατριάρχης υπήρχαν μόνον επτά ναοί στην Αλεξάνδρεια. Σε λίγο χρονικό διάστημα κτίστηκαν 70 ορθόδοξοι ναοί σε διάφορα μέρη της πόλεως.
Ο Άγιος ήταν πράος και ανεξίκακος, δεν έκρινε κανένα, ευχαριστούσε όσους τον κακολογούσαν ή τον προσέβαλλαν, απέδιδε στον εαυτό του τα αμαρτήματα που ήθελε να ελέγξει διορθώνοντας μ’ αυτό τον τρόπο τους υπερήφανους, προέτρεπε τους πιστούς να έχουν ταπείνωση και να μετανοούν.

 Αγαπούσε ιδιαίτερα τους μοναχούς και ζούσε με αυστηρότητα.

Ανέλαβε τη συντήρηση δύο μοναχικών αδελφοτήτων και σε ανταπόδοση είχε ζητήσει να προσεύχονται γι’ αυτόν και την εκκλησία. Αν και κατοικούσε σε πλούσιο μέγαρο, δεν είχε τίποτε δικό του. Το κελί του ήταν γυμνό από κάθε άνεση. Όταν ένας πλούσιος του προσέφερε ένα πολυτελές σκέπασμα, την άλλη μέρα έβαλε να το πουλήσουν, σκεπτόμενος ότι πολλοί φτωχοί υπέφεραν από το κρύο και μοίρασε τα χρήματα. Ο ευεργέτης του, που έτυχε να ξαναβρεί το δώρο του στον πάγκο του εμπόρου, το ξαναγόρασε και ανάγκασε τον Ιωάννη να το δεχθεί. Εκείνος, το ξαναπούλησε για να κάνει ελεημοσύνη. Καθώς ούτε ο ένας ούτε ο άλλος υποχωρούσε, το σκέπασμα άλλαξε πολλές φορές χέρια. Έτσι ο πλούσιος μοίρασε ένα σεβαστό ποσό στους φτωχούς.

 Μετά από παρακλήσεις του πατρικίου Νικήτα, ο άγιος αποφάσισε να πάει στην Κωνσταντινούπολη για να δώσει τις ευλογίες στον αυτοκράτορα που πολύ τις ζητούσε. Όταν έφτασε με το πλοίο στη Ρόδο είδε ένα φωτεινό άνδρα σε όραμα να τον καλεί στην Κύπρο. «Έλα, μην αργείς. Έλα! Ο βασιλεύς των βασιλέων σε προσκαλεί». Αποκάλυψε το όραμα στον πατρίκιο λέγοντάς του ότι ο Βασιλιάς του ουρανού τον καλεί κοντά του.

 Ο άγιος επιστρέφει στην Κύπρο, όπου και εκοιμήθη σε ηλικία 64 ετών (το 619). Λίγο πριν την κοίμησή του, είδε να του φανερώνεται η ίδια ευγενική παρθένος, που του είχε παρουσιασθεί στην ηλικία των δεκαπέντε ετών, λέγοντάς του ότι ήταν η Ελεημοσύνη, η οποία παρακίνησε τον Χριστό να λάβει σάρκα υπέρ της σωτηρίας μας, και υποσχέθηκε να του ανοίξει τη Βασιλεία των ουρανών.

 Στη διαθήκη του, ένα κείμενο σύντομο, αναφέρει τα εξής:

 «Σ’ ευχαριστώ, Κύριε και Θεέ μου, γιατί με αξίωσες, τα δώρα που Συ μου έδωσες, να σου τα προσφέρω πίσω. Σ’ ευχαριστώ, ακόμη που άκουσες την προσευχή μου και στην κατοχή μου τώρα που πεθαίνω δεν έμεινε παρά «εν τρίτον νομίσματος», το οποίον προστάζω να δοθεί στους φτωχούς αδελφούς μου. Όταν με τη χάρη του Θεού έγινα επίσκοπος της Αλεξάνδρειας, βρήκα στα ταμεία της επισκοπής μου οκτώ χιλιάδες περίπου λίτρες χρυσού. Με τις γενναιόδωρες προσφορές φιλόχριστων ανθρώπων, κατόρθωσα να συγκεντρώσω αμύθητα ποσά. Τα ποσά αυτά, επειδή ήξερα, πως είναι δώρα του βασιλέα των όλων Χριστού, τα επέστρεψα με επιμέλεια και προσοχή στον Θεό, στον οποίο και ανήκουν. Σ’ Αυτόν παραδίδω τώρα και την ψυχή μου».

 Οι χριστιανοί της Αμαθούντος κήδεψαν το άγιο λείψανο με δάκρυα και τιμές στον ιερό ναό του αγίου Τύχωνος. Λίγο μετά τον θάνατό του, μύρο ανάβλυσε από το σκήνωμα του αγίου προς αγαλλίαση και παρηγοριά των πιστών. Είναι ο πολιούχος άγιος της Λεμεσού.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 12 Νοεμβρίου και το όνομά του κατέστη συνώνυμο της ελεημοσύνης και της χριστιανικής αγάπης.