Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

Το Ευαγγέλιον της Πρωτοχρονιάς.

 

 

«Το δε παιδίον ηύξανε και εκραταιούτο Πνεύματι πληρούμενον σοφίας και Χάρις Θεού ην επ’ αυτό !....»

Υπολογίζουμε το χρόνο της ζωής μας, συνήθως, με λάθος τρόπο….. Μετράμε τα έτη μας με άγχος, με προσδοκίες που ακόμα περισσότερο άγχος θα μας φέρουν…..θυμόμαστε τα γεγονότα του χθες σε μίαν ομίχλη δεσμεύσεων, ελπίζουμε για τον χρόνο που θα έρθει, απλές επαναλήψεις….. προς το καλλίτερο….. που θα φέρουν όμως το ίδιο αποτέλεσμα….

Περιορίζουμε τον χρόνο και τον εαυτό μας σε μίαν διάσταση γήινη….. οριζόντια….ενώ η κατεύθυνσή μας είναι…. κάθετη, από εδώ εις τα άνω, από αυτά που φαίνονται που τα ζούμε πάντα μέσα σε μίαν κατάσταση φαντασίας, απλές επαναλήψεις και συνήθως με το ίδιο αποτέλεσμα……. αποτυχίες….

Μα πώς μπορούν οι ψευδαισθήσεις να γίνουν μια πραγματικότητα; Πώς μπορούν όλες αυτές οι ευχές και οι επιθυμίες μας να πραγματοποιηθούν αφού δεν έχουν ούτε χώρο ούτε χρόνο στο αιώνιο…..; Αφού είναι όλες γεννήματα της γης, πράγματα και κατασκευές αυτού εδώ του κόσμου και όχι του κόσμου του Θεού αλλά του δικού μας κόσμου, του εφήμερου, του συνεχώς μεταβαλλόμενου….. Και ότι ζητάμε, ότι ελπίζουμε ότι ευχόμεθα, σχεδόν πάντοτε εάν γίνουν ή όχι, θα γίνουν πάλι κάποια στιγμή μία …. απώλεια…. κάτι που είχαμε και χάσαμε, που σχεδόν ποτέ δεν είχαμε, αλλά νιώθουμε παρ’ όλα αυτά ότι χάσαμε…..

« Τι εποίησας ημίν ούτως; Ιδού ο πατήρ σου καγώ οδυνόμενοι εζητούμεν σε….» έτσι θα πουν οι γονείς του Ιησού…..νομίζοντας ότι Τον έχασαν….οδυνόμενοι….για κάτι, για κάποιον που δεν χάνεται.

« Τι ότι εζητείτε με; Ουκ ήδειτε ότι εν τοις του Πατρός μου δει είναι με ;»….

Τι ψάχνουμε, τι ευχόμεθα, τι ελπίζουμε, τι οδυνόμεθα για ότι χάσαμε…..;

Δεν γνωρίζουμε ότι εν τοις του Πατρός μας δει είναι με;

Δεν καταλάβαμε ακόμα ότι, ότι είμαστε, ότι ελπίζουμε, ότι αγαπάμε, είναι μέσα στον Πατέρα, ότι αυτό που

αισθανόμαστε σαν απώλεια και οδυνόμεθα για αυτό, για αυτά για αυτούς, ποτέ δεν υπήρξαν πραγματικά; Κι’ αν υπήρξαν, εάν ήταν δηλαδή « εν τοις του Πατρός μου» δεν χάνονται, γυρίζουμε πίσω, στα Ιεροσόλυμα της ζωής μας κι εκεί στο κέντρο, εν τω ιερώ, θα βρούμε, πάλιν, εν μέσω των διδασκάλων, μέσα σε όλην αυτήν την λεπρότητα την μόνην «επιθυμίαν» μας; Αυτόν που πραγματικά αναζητούσαμε, αυτόν που νομίζαμε ότι χάσαμε και οδυνόμασταν, κάθε φορά που κάποιον χάσαμε…..

Αρκεί, αδελφοί μου, να υποστρέψουμε προς Ιεροσόλυμα, κι εκεί, μόνον εκεί, εν τω ιερώ, εν μέσω των διδασκάλων, θα εύρωμεν το Ζητούμενον.

Ολόκληρη τη ζωή μου, στις ευχές κάθε νέας χρονιάς, στο Νου μου έρχεται αυτό το «Τί ότι εζητείτε με;»

«Ουκ ήδειτε ότι εν τοις του Πατρός μου δει είναι με ;»

Ψάχνουμε και ζητάμε….. Τι ότι εζητείτε με; Περιπλανώμεθα σε τόπους και καρδιές αλλά στο ιερό της καρδιάς μας εάν υποστρέψουμε ευρόντες Αυτόν…. θα καταλάβουμε…..κι αν όχι τώρα, εφέτος, εάν ου συνήκομεν…… τουλάχιστον ας διατηρήσουμε πάντα τα ρήματα πάντα εν τη καρδία υμών, όσον ο Ιησούς, ο Ιησούς μας, να προκόπτει σοφία, ηλικία χάριτι παρά Θεώ και ανθρώποις…..

Με αυτή την προσδοκία, με αυτήν την ελπίδα, το νέον έτος, έτος σωτήριον 2024 από Γεννήσεως Χριστού.

Αμήν!

 

 

 

 

 

Κυριακή προ των Φώτων


«Ιδού εγώ αποστέλλω του αγγέλου σου, προ προσώπου σου ως κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθεν σου».

Αυτή ήταν η υπόσχεση του Θεού.

Να στείλει άγγελον πριν το Χριστό. Και ποιος είναι αυτός ο άγγελος; Ο Άγγελος Κυρίου; «ην δε Ιωάννης ενδεδυμένος τρίχας καμήλου και ζώνην δερμάτινην».
Ο Ιωάννης ήταν ένας άνθρωπος ασκητής, κάποιος που είχε απαρνηθεί την τροφή, τον πλούτο και τη φιλαυτία, κατοικούσε στην έρημο, έτρωγε ακρίδας και μέλι άγριο.
 Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορούσε να γίνει αυτός που θα προετοίμαζε την οδό Κυρίου. Με την άσκηση που επέβαλε στο σώμα του, ασκούσε την ψυχή του. Τιθασεύοντας την επιθυμία της σάρκας απελευθέρωνε τις πνευματικές του δυνατότητες, να κοιτάξει στον μέσα άνθρωπο. Ο κύκλος της περιποίησης του εαυτού είναι ατέρμων. Η αγωνία του κορεσμού τροφής και ένδυσης μία παγίδα στην οποία παγιδευόμαστε όλοι. Η φιλαυτία. Περιττή φροντίδα. Υπερβολή.
Ο Ιωάννης φεύγει στην έρημο. Έτσι όπως θα κάνουν στη συνέχεια εκατομμύρια ασκητές. Φεύγει για να απαλλαγεί από τη φαντασία του κόσμου. Για να αντιμετωπίσει εκεί τον πραγματικό του εαυτό. Διότι, αγαπητοί μου αδελφοί, όταν μένομε εγκλωβισμένοι στις ατελείωτες ανάγκες της εγωκεντρικής μας ύπαρξης, όταν κινούμεθα στις περιορισμένες διαδρομές της καθημερινότητας μας, δύσκολα μπορούμε να καταλάβουμε την αμαρτωλότητα αυτού του τρόπου ύπαρξης. Γιατί τα πάντα συσκοτίζουν το νου.
Ο Ιωάννης μας καλεί στην έρημο. Εκεί που θα βρεθούμε ανοχύρωτοι, εκτεθειμένοι στην απλότητα. Κοντά σε μία φύση που διατηρεί μέσα της την εικόνα του Κτίστη της. Όσο πιο ανέγγιχτη από την ανθρώπινη ματαιοδοξία, τόσο πιο ξεκάθαρα καθρεπτίζει την πνοή του Θεού. Και μέσα στην έρημο, με τη νηστεία του Ιωάννη και την απογύμνωση από τα ψεύτικα στολίδια της εγωπάθειας, η ψυχή ανακουφίζεται. Ζητά να αποβάλλει το βαρύ φορτίο της αμαρτίας.
Σήμερα το Ευαγγέλιο μας οδηγεί στο δρόμο της νίψις. Στο δρόμο που είναι η πεμπτουσία της Ορθόδοξης ζωής και της πορείας προς τη Σωτηρία:
Άσκηση, δηλαδή φυγή στην έρημο, νηστεία και εξομολόγηση. Και στη συνέχεια το βάπτισμα, κάθαρση, φωτισμός.
Πρέπει να δοκιμάσουμε τις δυνάμεις μας αγαπητοί μου αδελφοί. Πρέπει να βαδίσουμε το δρόμο του Ιωάννη. Να αναζητήσουμε την εσωτέρα
έρημο του πραγματικού μας εαυτού. Ένας εαυτός που δεν είναι βρώσις και πόσις, που δεν ξοδεύεται στο τι θα ντυθεί, πόσα έχει και κατέχει. Ενός εαυτού που αν έστω και για λίγο τον απαλλάξουμε από το βαρύ φορτίο της ματαιότητος, θα στενάξει.
Γιατί το άγος από αυτό το φορτίο έχει γεμίσει αμαρτίες την αιώνια ψυχή μας. Το άγχος και η ανασφάλεια οδηγεί από τη μία παγίδα στην άλλη. Ενώ ο Ιωάννης «φωνή βοώντος εν τη ερήμω», σήμερα και πάντα μας καλεί. «Ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείται τας τρίβους αυτού».
Αυτός είναι ο δρόμος μας, ο μόνος δρόμος.
Βλέπετε, πώς «πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται εξεπορεύοντο προς αυτόν». Πώς όλοι οι άνθρωποι άκουγαν της φωνής του Ιωάννη και πήγαιναν να δεχτούν το βάπτισμα του;
Γιατί ήταν ο ίδιος φάρος φωτεινός. Στη φτώχεια του σκόρπιζε πλούτο. Με τη γύμνια του έντυνε τους άλλους. Και με τη νηστεία του χόρταινε πολλούς.
Μας διδάσκει η σημερινή γιορτή αγαπητοί μου αδελφοί ποιος είναι ο σκοπός μας. Ο Ιωάννης στέκει σαν καλάμι σαλευόμενον υπό του ανέμου, δείχνοντας προς Εκείνον που έρχεται.
 Αύριο, παραμονή των Φώτων, έχουμε νηστεία. Ας προσφέρουμε στην ψυχή μας και λίγη ησυχία. Λίγη σιωπή. Για να ακούσουμε τη φωνή του βοώντος εν τη ερήμω. Για να δούμε το φως των Θεοφανίων. Για να μετάσχουμε στον αγιασμό των υδάτων εν σώματι και πνεύματι αγίω.


 Αμήν.

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2023

Τα ιδιαίτερα Χριστούγεννα του παππού Πανώφ.

 

Πριν από πάρα πολλά χρόνια ζούσε ένας γέρος τσαγκάρης. Το όνομά του ήταν Πανώφ. Ο μπάρμπα -Πανώφ δεν ήταν πλούσιος. Όλη η περιουσία του ήταν ένα μικρό δωμάτιο που έβλεπε στον δρόμο του χωριού. Η γυναίκα του είχε πεθάνει πριν από πολλά χρόνια και τα παιδιά του είχαν πια μεγαλώσει και είχαν φύγει από το σπίτι του. Δεν είχε πια κανένα κοντά του…

Είναι βράδυ παραμονής Χριστουγέννων. Ο μοναχικός ηλικιωμένος τσαγκάρης, μπάρμπα- Πανώφ, κατεβάζει από το ψηλό ράφι το παλιό καφέ βιβλίο, κάθεται στην αναπαυτική πολυθρόνα του και αρχίζει να διαβάζει…Διαβάζει από το βιβλίο την ιστορία της γέννησης του Χριστού, την ιστορία δηλαδή των Χριστουγέννων. Καθώς διαβάζει, διάφορες σκέψεις περνούν από το μυαλό του…Πόσο θα ήθελε να πρόσφερε ο ίδιος καταφύγιο στον Ιωσήφ, τη Μαρία και τον νεογέννητο Χριστό!

 Διαβάζοντας, όμως, για τους τρεις μάγους και τα πολύτιμα δώρα που έφεραν στον Χριστό, σκέφτεται με λύπη πως, αν ο Χριστός ερχόταν στο σπίτι του, ο ίδιος δεν θα είχε τίποτα να του δώσει. Ξαφνικά, ένα χαμόγελο ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του και τα μάτια του λάμπουν. Σηκώνεται από την πολυθρόνα του, πηγαίνει στο ψηλό ράφι και βρίσκει ένα σκονισμένο κουτί. Το ανοίγει και βγάζει από μέσα ένα ζευγάρι παιδικά παπούτσια.
Ήταν στ’ αλήθεια τα ωραιότερα παπούτσια που είχε ποτέ κάνει!
Αυτά θα του έδινε, αν ερχόταν στο σπίτι του!
Με την επιθυμία, λοιπόν, να τον επισκεπτόταν ο Χριστός και να του έδινε το δώρο του, ο μπάρμπα- Πανώφ αποκοιμήθηκε…
Ακούει τότε τον Χριστό να του λέει: «Μπάρμπα- Πανώφ, έχεις την επιθυμία να με δεις, να έλθω στο μαγαζάκι σου και να μου προσφέρεις κάποιο δώρο. Αύριο, λοιπόν, από το πρωί μέχρι το βράδυ να κοιτάζεις έξω στον δρόμο και θα με δεις να έρχομαι. Πρόσεξε να με αναγνωρίσεις!»

Χριστούγεννα! Ο μπάρμπα- Πανώφ ετοιμάζεται γρήγορα και βγαίνει από το σπίτι του να πάει στην εκκλησία για τη Λειτουργία των Χριστουγέννων. Όταν επιστρέφει, κάθεται στην πολυθρόνα του και περιμένει με ανυπομονησία την επίσκεψη του Χριστού…

Κοιτάζει συνεχώς από το παράθυρο, στέκει στην πόρτα, ψάχνει με το βλέμμα, μα μόνο χωριανούς του βλέπει, τους οποίους χαιρετά με καλοσύνη…

Καθώς περιμένει με αγωνία να συναντήσει τον Χριστό, προσφέρει φιλοξενία και ζεστασιά σε διάφορους περαστικούς. Πρώτα δέχεται στο σπίτι του τον γέρο οδοκαθαριστή που εργάζεται μέσα στην παγωνιά και του δίνει να πιει ένα φλιτζάνι καφέ, για να ζεσταθεί…

Στη συνέχεια φιλοξενεί μια νέα κουρασμένη γυναίκα με ένα βρέφος στην αγκαλιά. Ο μπαρμπα-Πανώφ τους προσφέρει φαγητό και παίρνει στην αγκαλιά του το μικρό παιδί. Βλέπει τα γυμνά ποδαράκια του μωρού και συγκινείται…

Αμέσως, σηκώνεται από την πολυθρόνα του, παίρνει το κουτί από το ράφι, βγάζει τα παπουτσάκια που προόριζε για τον Χριστό και τα χαρίζει στο μικρό παιδί… Η γυναίκα τον ευχαρίστησε πάρα πολύ, πήρε το παιδί στην αγκαλιά της και έφυγε…

margin-bottom: 15.0pt; margin-left: 0cm; margin-right: 0cm; margin-top: 0cm; margin: 0cm 0cm 15pt; text-align: justify; vertical-align: baseline;">Ο μπαρμπα-Πανώφ στάθηκε και πάλι στο παράθυρο και κοιτούσε να δει τον Χριστό…Οι ώρες περνούσαν και οι άνθρωποι πηγαινοέρχονταν στον δρόμο. Όλους τους χαιρετούσε ο μπαρμπα-Πανώφ. Άλλους τους χαμογελούσε και στους ζητιάνους έδινε κάποιο νόμισμα ή ένα κομμάτι ψωμί. Ο Χριστός, όμως, δεν φαινόταν να έρχεται…Ο μπαρμπα-Πανώφ ήταν πολύ λυπημένος. Με βαριά καρδιά κάθισε στην πολυθρόνα του και σκέφτηκε πως όλα τελικά ήταν μόνο ένα όνειρο…

Τότε ακούγεται η φωνή του Χριστού, για να του αποκαλύψει: «Εγώ είμαι που πεινούσα και μου έδωσες να φάω. Διψούσα και μου έδωσες να πιώ. Κρύωνα και με πήρες μέσα και με ζέστανες… Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που βοήθησες σήμερα, ήμουνα Εγώ! Εμένα βοήθησες. Εμένα δέχθηκες σήμερα, μπαρμπα-Πανώφ!»

 «Ω, Θεέ μου», σιγομουρμούρισε ο γερο-τσαγκάρης, με μάτια που έλαμπαν από χαρά και ευτυχία…

 «Ήρθε τελικά! Ήταν εδώ, λοιπόν, όλη τη μέρα!»


Τα ιδιαίτερα Χριστούγεννα του παππού Πανώφ
Λέων Τολστόϊ