Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2020

Π. Αλέξανδρος Σμέμαν: Πιστεύω

 

«Πιστεύω»… Ας σταματήσουμε στην εισαγωγική αυτή λέξη του Πιστεύω, γιατί φωτίζει ολόκληρο το Σύμβολο της Πίστεως αποκαλύπτοντας πόσο αυτό είναι άκρως πνευματικό και μοναδικό. Μολονότι η λέξη φαίνεται οικεία και κατανοητή χρειάζεται να σκεφτούμε πάνω σ’ αυτήν, να την ανακαλύψουμε και συνεχώς να την ξαναανακαλύπτουμε προσωπικά όλοι μας.

Τι εννοώ όταν λέω τη λέξη «πιστεύω»; Μου φαίνεται πως και απλά να θέτεις αυτό το ερώτημα είναι αρκετό για να αντιληφθείς, πρώτα απ’ όλα, πόσο βαθιά διαφέρει αυτή η λέξη απ’ όλες τις άλλες προσωπικές καταθέσεις και πόσο βαθιά εκφράζει το περιεχόμενο του εσώτερου «εγώ» μας.

Όταν λέω «νομίζω», τότε οι άλλοι και εγώ γνωρίζουμε τι αυτό σημαίνει: την κατεύθυνση της συνειδήσεώς μου προς αυτό ή εκείνο το αντικείμενο. Λέγοντας «νομίζω πως ο Θεός υπάρχει» σημαίνει πως εκφράζω ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα που βασίζεται στη μια ή στην άλλη ομάδα συλλογισμών. Λέγοντας «γνωρίζω, είμαι πεπεισμένος, αντιλαμβάνομαι» σημαίνει πως παραμένω μέσα στα όρια εκείνων των πλήρως ευεξήγητων και λογικών καταστάσεων της συνειδήσεώς μου όπου τίποτε δεν αποτελεί αίνιγμα. Η λέξη «πιστεύω» δεν ταιριάζει σε καμιά απ’ αυτές τις καταστάσεις του νοός, γιατί η «πίστη» δεν είναι αναγκαία. Για παράδειγμα, είναι απλά ανόητο να πω «πιστεύω πως βρέχει», αφού η βροχή είναι ένα αντικειμενικό γεγονός.

Είναι σαφές, συνεπώς, πως η φράση «πιστεύω» μπορεί να ισχύσει μόνο για εκείνα τα πράγματα -εντός μου ή έξω από εμένα- τα οποία είναι ασαφή. Ή, για να το θέσω κάπως διαφορετικά, εφαρμόζεται μονάχα σε εκείνο που μήτε οι αισθήσεις, μήτε η νόηση, μήτε τα γεγονότα μπορούν να το καταστήσουν σαφές.

Επιπροσθέτως, και εδώ προσεγγίζουμε το σημαντικότερο, η λέξη «πιστεύω» από την ίδια τη φύση της ανταποκρίνεται σε κάτι, έστω και μόνο εντός μου, που είναι πραγματικό και γεμάτο από εσωτερική δύναμη, αφού το ίδιο δεν χρειάζεται κάποια εξωτερική βοήθεια. Λέω «πιστεύω» μόνο όταν αναφέρομαι σε κάτι που δεν μπορώ να δω με τα μάτια μου, ούτε να ακούσω με τα αυτιά μου, ούτε και να αγγίξω με τα χέρια μου, όταν το «δύο συν δύο κάνει τέσσερα» είναι εντελώς άσχετο με αυτό μου το βίωμα. Πιστεύω σ’ αυτό και μέσω αυτής της πίστης το γνωρίζω.

«Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε…» (Ιωάν. 1:18). Για τους πιστούς, η πίστη δεν ομοιάζει με τίποτε άλλο, αφού η ουσία της μέλλει να κατευθύνεται προς κάτι το οποίο είναι αδύνατον να το γνωρίσω και να το εξηγήσω «απλά». Με αυτή την έννοια, η πίστη μπορεί να ονομασθεί και θαύμα και μυστήριο. Ο ίδιος ο πιστός πρώτα έχει την εμπειρία της πίστεως ως θαύματος. Πού, στ’ αλήθεια, βρίσκεται η πηγή της μέσα στην ψυχή; Ποιος τόπος μέσα στη συνείδηση είναι η πηγή αυτής της αναμφισβήτητης παρουσίας, αυτής της δυναμικής συναντήσεως με ένα πνεύμα αγάπης που περιβάλλει τα πάντα, που ταυτόχρονα είναι και χαρούμενο και φοβερό; Είναι σαν να μην είμαι εγώ, αλλά κάποια δύναμη μέσα μου που λέει «πιστεύω», σε απάντηση ακριβώς αυτής της συναντήσεως. Δεν μπορώ να το εξηγήσω με λόγια, αφού τα λόγια αφορούν συχνά αυτό που είναι γήινο, αφορούν τα γεγονότα, αφορούν εκείνα που μπορούμε να τα δούμε και να τα αγγίξουμε. Η εμπειρία της πίστεως είναι σαφέστατα μια άνωθεν εμπειρία· συνεπώς πώς δύναται να εκφρασθεί, πώς μπορεί να μεταδοθεί; Είναι σα να μην έχω φτάσει σε κάποιο συγκεκριμένο τόπο, αλλά κάποιος να έχει έρθει σε μένα και να έχει αγγίξει την καρδιά μου: «Ιδού έστηκα επί την θύρα, και κρούω» (Αποκάλ. 3:20). Είναι, ακριβώς αυτή η κρούση που η ψυχή έχει αισθανθεί και που αγάλλεται και την αναγνωρίζει.

Θαύμα και συνεπώς μυστήριο. Η πίστη είναι το άγγιγμα του μυστηρίου, είναι η αντίληψη μιας άλλης διάστασης για απολύτως όλα όσα βρίσκονται στον κόσμο. Με την πίστη το μυστηριώδες νόημα της ζωής φανερώνεται. Κάτω από την απλή, την ευεξήγητη, τη μονοδιάστατη επιφάνεια των πραγμάτων αρχίζει να αστραποβολά το αυθεντικό τους περιεχόμενο. Η ίδια η φύση αρχίζει να μιλά και να μαρτυρεί για εκείνο που την υπερβαίνει, που βρίσκεται εντός της, αλλά και χώρια απ’ αυτήν. Για να μιλήσω με τους απλούστερους δυνατούς όρους: η πίστη βλέπει, γνωρίζει, αισθάνεται… την παρουσία του Θεού στον κόσμο. Πίστη, κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου, είναι «πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Εβρ. 11:1). Στ’ αλήθεια, για τον πιστό τα πάντα στη ζωή και η ίδια η ζωή αρχίζουν να κατανοούνται ως αποκάλυψη. «Οι ουρανοί διηγούνται δόξα Θεού, ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα» (Ψαλμ. 18:1). Αυτό δεν είναι ποίηση, είναι η φωνή και η μαρτυρία της πίστεως.

Θαύμα, μυστήριο, γνώση, χαρά, αγάπη: όλα αυτά απηχούνται στη λέξη «πιστεύω» η οποία είναι ταυτόχρονα και μια επιβεβαίωση και μια απάντηση. Είναι η απάντηση σε Εκείνον που πρώτος με αγάπησε, είναι η επιβεβαίωση της αποδοχής εκ μέρους μου αυτής της αγάπης και της πραγματικότητας αυτής της δυναμικής συναντήσεως «Πιστεύω!» – αυτό και όλα τα άλλα που ακολουθούν στο Σύμβολο της Πίστεως είναι η εξιστόρηση και η μαρτυρία εκείνου, που η ψυχή έμαθε σ’ αυτή τη συνάντηση.

π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Πιστεύω, Ακρίτας, Αθήνα 2003

 

 

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΩΤΗ Εκ του κατά Λουκά

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΩΤΗ Εκ του κατά Λουκά


«Και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην, αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ»

Όμως πριν απ΄αυτό «όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν».

Ο προηγούμενος χρόνος, ένας χρόνος σε σκοτάδι πάνω σε πλοία περιορισμένοι ,με δίκτυα που μας κρατούσαν, δίκτυα προς άγραν προσδοκιών επιθυμιών.

Γύρω μας πάντα η λίμνη με τα στενά της όρια, γύρω μας οι άλλοι, και εκείνοι μέσα στο ίδιο σκοτάδι «προς άγραν» αγρεύοντες και αγρευόμενοι. Μοιάζουμε όλοι με τους Αποστόλους εκείνης της ημέρας, αδελφοί. Φορτωμένοι στα δίχτυα των δικών μας δεσμών και δεσμεύσεων, αρπαγμένοι πάνω σε πλοία που οδηγούμε και μας οδηγούν, φυλακισμένοι στα νερά μιας λίμνης. Όλη τη νύχτα κοπιάζομεν και πιάνομεν ουδέν.

Αλλά, πάντα σε ενεστώτα χρόνο, «εστώς ο Ιησούς παρά την λίμνη Γεννησαρέτ», ο Χριστός στέκει δίπλα, δίπλα στη λίμνη μας, δίπλα στη ζωή μας, δίπλα στα πλοία μας, δίπλα στα δίκτυα μας και πρέπει να κάνουμε ότι έκαμαν και οι αλιείς της διηγήσεως μας «αποβάντες απ΄αυτών, απέπλυναν τα δίκτυα».

Προσέξτε, αδελφοί μου, όταν Τον είδαν οι αλιείς, κατέβηκαν από τα πλοία της μέριμνας και του βιοπορισμού και απέπλυναν τα δίκτυα.

Τα άφησαν στην άκρη, με φροντίδα, με τάξη. Παραμέρισαν για λίγο τη καθημερινότητα, για να ακούσουν το Χριστό. Αυτόν που τους είδε, τους γνώριζε και στάθηκε δίπλα τους. Τον γνώρισαν και εκείνοι.

Και δέχτηκαν το καινούργιο, το νέο και έκαναν αυτό που τους είπε. Έριξαν τα δίκτυα εκεί που τους όρισε και είδαν να γεμίζουν επιτέλους από πλήθος ιχθύων πολύ. Κάλεσαν και άλλους να μοιραστούν αυτό το πλούτο, αυτή τη χαρά, την αποκάλυψη.

Με αυτό τον τρόπο συναντιέται μαζί μας ο Κύριος, αδελφοί.

Στο κόπο μας, στο καθημερινό μας αγώνα και πολλές φορές, χωρίς να το καταλάβουμε, χωρίς καν να τον αναγνωρίσουμε γεμίζει την ζωή μας πλήθος ιχθύων πολλών. Και το πλοίο μας βαραίνει τόσο όσο ώστε βυθίζεσθαι αυτό, από τον πολύ πλούτο, από τη δωρεά, από την αγάπη. Και με αυτό τον καλό τρόπο, αδελφοί μου, ίσως Τον γνωρίσουμε.

Ίσως αναγνωρίσουμε την παρουσία του, την αγάπη του και όπως ο Πέτρος, πέσουμε στα γόνατα και μην αντέχοντας την τόσο αγάπη, τότε θα πούμε «έξελθε απ΄εμού ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί Κύριε».

Μέσα σε αυτή τη συνάντηση, έρχεται η αυτογνωσία. Όχι με την τιμωρία, αλλά με τη Δωρεά. Όχι με το φόβο αλλά με τη συμπάθεια.

Όχι από καθέδρας, αλλά εδώ δίπλα μας στο πλοίο και στα δίκτυα, επί τη άγρα των ιχθύων.         

 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΩΤΗ Εκ του κατά Λουκά


«Επιστάτα, δι όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν..»

Πόσο ανθρώπινη είναι αυτή η ομολογία, αγαπητοί μου αδελφοί.
Πόσο κοντινή στη ζωή μας. Στη ζωή όλων μας.
Κόπος και προσπάθεια για τόσα και τόσα και, «ουδέν ελάβομεν».
Ο ένας λόγος που φανερώνεται στη φράση αυτή, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι ότι ήταν νύκτα: «όλης της νυκτός κοπιάσαντες» και ο άλλος ότι ήταν χωρίς Χριστό.
Πάλευαν μόνοι. Μέσα στα κλειστά νερά μιας λίμνης. Το πρωί, όταν χαράζει, μαζί με το φως της ημέρας έρχεται ο Κύριος και προτείνει:
«Επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν». 
Τι όμορφη πρόταση. Πόσο όμορφη αυτή η σκηνή. Γυρίστε πίσω, χαλάστε τα δίχτυα, «εις άγραν».
Ο Θεός Πατέρας, ο Θεός της αγάπης που εμφανίζεται στην κάθε ζωή, στου καθενός μας την ζωή, σε κείνη την δύσκολη ώρα της δια νυκτός πορείας μας, όταν η κόπωση, μερικές φορές το παράπονο, και όχι σπάνια και η απελπισία, γεννά αυτό το «επιάσαμεν ουδέν».
Προσπαθήσαμε αλλά «ουδέν ελάβομεν».
Και ο Χριστός, ευθείς, θα μας δείχνει πάντα την δική του κατεύθυνση, εκείνη την τόσο απλή, αλλά κεκρυμένη από το σκότος της νυκτός,  πορείας, λέγοντας:
«Βγείτε στο βάθος, εκεί που ίσως μέχρι τώρα δεν τολμήσατε και ρίξτε τα δίκτυα σας, αλλά εις άγραν». Δηλαδή, ξέροντας γιατί ψάχνετε. Για να ψαρέψετε.
Πρέπει ο Χριστός να το διευκρινίσει αυτό το «εις άγραν» γιατί,  εμείς οι άνθρωποι, πολύ συχνά κάνουμε κάτι, αγωνιζόμαστε για κάτι, χωρίς να γνωρίζουμε, χωρίς να έχουμε ξεκάθαρο σκοπό. Και είναι και αυτός ένας λόγος για τον οποίον «ουδέν ελάβομεν».
Εδώ, σήμερα, ο Κύριος δείχνει τον τόπο: «εις βάθος». Τι λέει; Ψαρέψτε στα βαθιά. Θέλει τόλμη, αγαπητοί μου αδελφοί, να ψαρέψουμε στα βαθιά. Δηλαδή βαθιά μέσα μας. 
Το δεύτερο που δείχνει σήμερα ο Χριστός, είναι ο σκοπός: «εις άγραν» λέγει. Πρέπει να ξέρουμε γιατί κοπιάζουμε. Και ακούσατε την τόσο όμορφη απάντηση του Μαθητού.
«Επί τω ρήματι σου χαλάσω το δίκτυον». Για σένα. Όλα τα άλλα σαν να τα άκουσε και σαν να μην τα κατάλαβε. Όμως για σένα, για χάρη σου, να χαλάσω τα δίκτυα.
Ας βάλουμε μέσα στην καρδιά μας αυτήν την απάντηση. Κι αν δεν αντέχουμε το ψάρεμα «στα βαθιά» κι αν ο σκοπός μας δεν ήταν «προς άγραν», για χάρη Του όμως «και τούτο ποιήσαντες, συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ».
Μόνο αυτή η Αγάπη, φθάνει. Αυτή η Αγάπη που φέρνει την υπακοή στον λόγο του Θεού και μπορεί να ανατρέψει όλη την ματαιότητα της ζωής μας, να πάρει το παράπονο του καθενός από εμάς και με μια κίνηση να τα αλλάξει όλα.
Ο Χριστός που μας συναντά κάθε νέο πρωί, εκεί δίπλα στη βάρκα του κόσμου μας, δίπλα στα δίκτυα του προσωπικού μας αγώνα. Και κάνει τα περιορισμένα μας όρια, τον κλειστό μας κόσμο τόσο πλατύ που «διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών».
Έσπαγαν τα δίκτυα, αγαπητοί μου αδελφοί. Εκεί που δεν είχαν τίποτα, δεν έφταναν τα δίκτυα. Τόσο πλάτυνε ο κόσμος. Και φώναξαν και άλλους και τους διπλανούς να έλθουν και εκείνοι, να μοιραστούν το «πλήθος των ιχθύων» Και τόσο πολύ φορτώθηκαν εκείνοι που για χάρη Του χάλασαν ότι είχαν, που κινδύνευαν να βυθιστούν.
Τόσος πλούτος αδελφοί μου στο Χριστό. Τόσο αλλιώτικα πράγματα που ο Πέτρος, τρόμαξε, είδε τον εαυτόν του και είπε «ανήρ αμαρτωλός ειμί», «έξελθε απ εμού».
Η αγάπη του Χριστού, η αποκάλυψη της δωρεάς έφερε αυτήν την αλλοίωση στο Πέτρο που τον έκαμε να δει έτσι τον εαυτό του.
Η αγάπη αλλάζει Τα πάντα. Τα δίκτυα σχίζονται, βουλιάζουν οι βάρκες. Και πάλιν ο Χριστός, πλαταίνει και πιο πέρα τα όρια. «Μη φοβού, από νυν ανθρώποις έση ζωγρών».
Από τώρα και πέρα θα πιάνεις ανθρώπους. Όλη αυτή η διαδικασία, όλη αυτή η συνάντηση της αγάπης, αυτό το σκοπό είχε. Την σωτηρία. «Μη φοβού». Εσύ για χάρη μου βγήκες στα βαθιά, είδες με τα μάτια σου τις δωρεές μου και μπόρεσες να τις μοιραστείς με άλλους. Απόχτησες τα υλικά που όλη την νύκτα επιθυμούσες. Και τρόμαξες. Τρόμαξες για την τόση αγάπη εκείνου που στα πρόσφερε δωρεάν. Και ένιωσες ανάξιος αυτής της δωρεάς. Χάθηκε το παράπονο, θεραπεύτηκε και τη θέση του πήρε η μετάνοια.
Η καρδιά γέμισε από αγάπη.
Και «νυν ανθρώποις εση ζωγρών».

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

«Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι».

Ο Σταυρός είναι για όποιον θέλει. Για όποιον απαρνηθεί εαυτόν. Για όποιον ακολουθεί Χριστόν. Για όποιον δεν φοβάται να απολέσει την ψυχή του. Για να την σώσει.

Από την στιγμή πού ερχόμαστε στον κόσμο μας χαρίζουν ένα σταυρό, χρυσό, πριν κι από την βάπτιση μας ακόμα. Και όταν θα φύγουμε πάλιν ένα σταυρό θα μας χαρίσουν. Ο ενδιάμεσος χρόνος είναι η προσωπική μας πρόκληση. Είναι το «όστις θέλει». Ο ενδιάμεσος χρόνος είναι ο χρόνος της προσωπικής μας ελευθερίας. Και της ευθύνης. Είναι ο χρόνος μας. Είναι ο Σταυρός μας.

Ο εαυτός μας με την μοναδικότητα του, ο κόσμος και οι άλλοι. Το σώμα μας που το βλέπουμε και η ψυχή με την οποία ζούμε. Και η αγωνία να μην απολέσουμε. Ότι αγαπάμε.

Να αποφύγουμε το θάνατο. Να προλάβουμε τον πόνο.

Να κρατήσουμε και να κρατηθούμε. Από το καινό στο καινό.

Πολλές αμαρτίες γεννιόνται πάνω σε αυτήν την μάταια πάλη. Ενώ παντού δεσπόζει η αλήθεια του Σταυρού. Η Ελευθερία. Η Μεταμόρφωση. Αυτό κάνει ο Σταυρός. Μεταμορφώνει.

Την αγάπη, την ιδιοτελή αγάπη, σε Σταυρωμένη Αγάπη. Και την σώζει.

Τον κόπο και τον μόχθο της ζωής μας, σε κόπο Σταυρού.

Και ευλογία.

Το δύσκολο γίνεται εύκολο, γιατί είναι ο Χριστός που σηκώνει το φορτίο. Αυτό είναι η Ύψωσις μέσα στην καρδιά του καθενός μας του Τιμίου Σταυρού. Η Χριστοκεντρικότητα. Στο κέντρο της ύπαρξης μας, ο Σταυρός. Δηλαδή ο Χριστός. Σταυρική ύπαρξη, απώλεια του εαυτού, ταύτιση με τον Χριστό. Όπου άνθρωπος, «όστις θέλει», να ακολουθεί Χριστό, εκεί ένας ακόμα Σταυρός. Απάρνηση του φθαρτού, υπέρβαση και νίκη κατά του θανάτου και της αμαρτίας.

Παγκόσμια Ύψωσις. Παγκόσμια νίκη Χριστού. Σημείο πάνω στο σώμα μας αλλά και στο Παγκόσμιο Σώμα. Από την στιγμή που Εκείνος ανέβηκε στον Σταυρό για την Αγάπη, και νίκησε τον θάνατο με τον δια Σταυρού θάνατο, ο Σταυρός έμεινε σαν Διαθήκη. Είναι ο μόνος τρόπος ελευθερίας.

Πρέπει να εξετάζουμε συνεχώς τον εαυτό μας, να τον μετράμε, να τον ανακρίνουμε. Γιατί ζούμε, ή πώς ζούμε την κάθε μας μέρα. Τι στόχους και τι κίνητρα έχουμε για τις πράξεις μας; Ποιος είναι ο θησαυρός μας; Πού είναι η καρδιά μας;

Πού είναι ο Σταυρός μας; Αυτός πρέπει να είναι το μέτρο. Ότι δεν είναι του Σταυρού, είναι του Εγώ, δηλαδή του θανάτου. Για αυτό η Εκκλησία μας ονόμασε αυτήν την μεγάλη γιορτή που περάσαμε Παγκόσμια Ύψωση.

Την τοποθέτησε αμέσως μετά την Γέννηση της Θεοτόκου, στην αρχή του Έτους.

Σημείο αναφοράς.

Σημείο έναρξης.

Από δω λοιπόν ξεκινάμε κι εδώ τελειώνουμε.

Όλος ο Κόσμος και ο καθένας από εμάς προσωπικά.



 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Είπεν ο Κύριος: «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτο μοι...»
«Όστις θέλει» λοιπόν. Ένας Θεός ελεύθερος, που προσκαλεί ελεύθερα, όποιον θέλει, να ακολουθήσει εκεί όπου ο ίδιος, Πρώτος, υπάγει.
«Οπίσω μου», μας λέγει. Ανάμεσα στους ανθρώπους, στους παραλυτικούς, τους τυφλούς και τους δαιμονισμένους. Σε εκείνους που πεινούν, που διψούν, στους δυνατούς και τους αδυνάτους.
Οπίσω Του, όπου εκείνος περπάτησε ήδη, εκεί που χάρηκε, εκεί που δάκρυσε, εκεί που ησύχασε τη θάλασσα, που προσευχήθηκε μέχρι δακρύων. Στον κήπο των Ελαιών και εκούσια στο δρόμο προς το Γολγοθά.
«Οπίσω μου», θα πει όλα αυτά.
Να αγγίξεις το χέρι του λεπρού, εκείνου που φοβάσαι, να μοιραστείς το ψωμί του τελώνη και να φύγεις έχοντας πάντα δίπλα σου μία πόρνη.
Να υπάρξεις χωρίς φόβο. Χωρίς τους περιορισμούς του Εγώ, με αγάπη.
Να σηκώσεις έτσι το Σταυρό σου, τον Σταυρό Του. Να απαρνηθείς τον εαυτό σου, να ταυτιστείς με το Θεό.
Να χάσεις! Αυτή είναι η τρέλα του Σταυρού.
Να δεχθείς να χάσεις! Την ψυχή σου, την έννοια του κέρδους, να κινηθείς δίχως όφελος. Ατομικό.
Όλα χάνονται στο δρόμο του Σταυρού. Και όλοι. Γιατί όλα, πρέπει να ξαναγίνουν. Να ξανακτιστούν. Εκεί που κερδίσαμε τον κόσμο όλον, εκούσια να τον χάσουμε. Για να τον αναγνωρίσουμε. Δια του Σταυρού.
Σταυρός είναι η απάρνηση του εγώ. Είναι η Σταύρωση, εκούσιος χωρισμός από την ύλη, από την προσκόλληση στο μάταιο, από την εγωκεντρική στάση ζωής.
Σταυρός είναι η ελευθερία να αγαπάς όσους δεν σε αγαπούν. Είναι μία συνεχής χαρά για την αναπνοή που αναπνέεις, για το νερό που δροσίζει τα χείλη σου, για κάποιον που συνάντησες και τον ένοιωσες δικό σου.
Κερδίζεις τον κόσμο όλο και δεν έχεις τίποτα. Γιατί δεν ανήκεις πουθενά. Πουθενά η ψυχή σου δεν νοιώθει ανάπαυση. Μόνο τότε που ο Σταυρός σε οδηγεί στην ελευθερία, μόνο τότε κατέχεις τα πάντα.
Και μέσα σε αυτόν τον πλούτο, της ελευθερίας, γνωρίζεις Εκείνον που ακολούθησες. Γνωρίζεις Εκείνον που πήγαινε πάντοτε μπροστά σου, και που πρώτος σε είχε αναγνωρίσει. Αναγνωρίζεις Εκείνον που έζησε πριν από σένα, αυτά που ζεις εσύ τώρα, γιατί Θεός ων, έγινε άνθρωπος και έλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, πλην της αμαρτίας. Γι' αυτό και ο δικός του Σταυρός, έγινε ο πρώτος Τίμιος Σταυρό 
Σταυρώθηκε ο αναμάρτητος,
Εκείνος που μόνο αγάπησε, και συν-χώρεσε όλους.
Αυτό μας το χαρίζει. Μας χαρίζει δηλαδή, τον Εαυτό του ολόκληρο.
Σταυρωμένο και αναστημένο.
Θεό και άνθρωπο.
Μας χαρίζει το «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν ...» Όποιος θέλει όμως, να πάρει το Σταυρό του, και να ακολουθήσει ΧΡΙΣΤΟΝ !