Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023

Κυριακή εβδόμη εκ του κατά Λουκά


«Και είπεν ο Ιησούς. Τις ο αψάμενος μου;»
Ποιος με άγγιξε.
«Εγώ γαρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ’ εμού…»
Γνώρισε ο Χριστός ότι δύναμη βγήκε από μέσα Του. Αναγνώρισε ότι κάποιος Τον άγγιξε. Για αυτό και ρώτησε: «τις ο αψάμενος μου;»
 Ο όχλος Τον συνέχει και Τον αποθλίβει, αλλά κανείς δεν Τον αγγίζει. Για αυτό και κανέναν δεν ανα-γνωρίζει. Λέγει, εγώ ξέρω, ότι δύναμη εξήλθε απ εμού.
Αρνούνται όλοι, αγαπητοί μου αδελφοί. Ενώ συνέχουν και συνθλίβουν, δεν αγγίζουν. Μόνο εκείνη η γυναίκα, εκείνη που χρόνους δώδεκα αιμορροούσε και «εις ιατρούς προσαναλώσασα όλον τον βίον, ουκ ίσχυσεν υπ ουδενός θεραπευθήναι», τρέμουσα, ήλθε και προσπεσούσα, είπε για την αιτία που άγγιξε τον Κύριο.
Η γυναίκα αυτή, δώδεκα χρόνους αιμορραγούσε και ξόδευε τον βίο της. Έψαχνε όμως την σωτηρία της. Για αυτό και σήμερα ήλθε πίσω από τον Κύριο και άγγιξε την άκρη των ιματίων Αυτού. Και ιάθη παραχρήμα.
Προσέξατε, αγαπητοί μου αδελφοί, την μεγάλη αυτή διαφορά ανάμεσα στην πίστη του όχλου και στην πίστη αυτής της γυναίκας. Εκείνοι αποθλίβουν και αυτή αγγίζει. Εκείνοι αρνούνται και η γυναίκα τρεμούσα, εξομολογείται.
Στην ίδια συνάντηση, έρχεται και ένα άλλο πρόσωπο, ο άρχων της συναγωγής, ο Ιάειρος. Η μοναχοκόρη του, δωδεκάχρονη, πεθαίνει. Για τους ανθρώπους της εποχής εκείνης, τα δωδέκατα γενέθλια είχαν πολύ μεγάλη σημασία και οι γονείς των παιδιών εόρταζαν με μεγάλη συγκίνηση αυτήν την ημέρα. Ήταν η ενηλικίωση κατά κάποιο τρόπο, το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην ενήλικο. Και ο Ιάειρος, αντί να εορτάσει και αυτός αυτήν την μεγάλη εορτή, έχει το μόνο του παιδί, ετοιμοθάνατο. Και κατευθύνεται και αυτός προς τον Χριστό.
«Εν δε τω υπάγει αυτόν, όχλοι συνέπνιγον αυτόν». Πάλιν, η ίδια περιγραφή. Πάλιν. Όχλος που συνπνίγει. Και τα δύο πρόσωπα της σημερινής παραβολής που διαφέρουν, ο αρχισυνάγωγος και η αιμορροούσα, που έχουν κάτι κοινό: Είναι και οι δύο σε φοβερά δύσκολη θέση.
Δωδεκαετής η μοναχοκόρη, δώδεκα έτη αιμορροούσα η γυναίκα. Και οι δύο διασώζουν μια πολύ σημαντική διαφορά.
Αναγνωρίζονται από τον Χριστό. Και συναντώνται μαζί Του, εκεί που οι άλλοι χάνονται. Χάνονται, αγαπητοί μου αδελφοί, ενώ είναι και εκείνοι δίπλα. Όμως κανείς δεν απαντά στο «τις ο αψάμενος μου». 
Έχουμε μια άρνηση και μια ομολογία. Έχουμε μια ποσοτική και μια ποιοτική διαφορά, στην πίστη.
Οι όχλοι συνέχουν μα δεν αγγίζουν. Και εκείνοι πιστεύουν αλλά ποσοτικά, δίχως την ποιοτική λεπτότητα εκείνης που δώδεκα χρόνια, άδειαζε και ξόδιαζε όλον τον βίο της και το αίμα της.
Και δίπλα σ’ αυτήν την πίστη, ο Κύριος θα δώσει, θα παραδώσει, μιαν μεγάλη απάντηση.
«Ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει».
Θάρσει θύγατερ, λοιπόν, εάν σε όλη σου αυτήν την πορεία, διατήρησες την ευγένεια της ψυχής σου, αν μπόρεσες, ελθούσα «όπισθεν αυτού» να αγγίξεις την άκρη των ιματίων Του, θα ιαθείς παραχρήμα. Και η κόρη, εγείρου.
 «Και ανέστη παραχρήμα».
Και στις δύο γυναίκες η ανατροπή γίνεται «παραχρήμα».
Αλλά χρειάζεται να προσέξουμε την τελευταία φράση αυτών των γεγονότων, αγαπητοί μου αδελφοί.
«Μηδενί ειπείν το γεγονός».
Μέσα σ’ αυτήν την προτροπή του Κυρίου κορυφώνεται σε ψυχική ένταση, η αντιδιαστολή με τον τρόπο που πλησιάζουν οι όχλοι τον Χριστό. Με τον τρόπο δηλαδή που αποτυγχάνουμε να γνωρίσουμε και να αναγνωριστούμε προσωπικά από Εκείνον. Εάν στο «τις ο αψάμενος μου;» δεν έχουμε απάντηση, τότε ούτε και την ανάσταση μπορούμε να μάθουμε.
«Μηδενί ειπείν το γεγονός»
Ζούμε αδελφοί μου εποχή που συνπνίγει, συνέχει και αποθλίβει. Συνπνίγει εκείνη την πίστη που ανατρέπει «παραχρήμα».
Συνέχει τους ανθρώπους μετατρέποντας τους σε όχλο, έτσι που κανείς να μην τολμά, προσωπικά να απαγγείλει ενώπιον παντός του λαού, το πάθος του αλλά και την θεραπεία.
Είδατε ότι η γυναίκα μίλησε και για την αιτία που την έκανε να Τον αγγίξει. Και αποθλίβει ο όχλος, με την λαιμαργία εκείνη την ανυπόμονη που απαιτεί την σωτηρία χωρίς να την πιστεύει πραγματικά. Για αυτό και ο Χριστός αποκαλύπτει ότι
«ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει»..
«κατεγέλων αυτού»…
Εκείνοι που λίγο πριν, όταν η κόρη ήταν νεκρή, «έκλαιον δε πάντες και εκόπτοντο αυτήν», τώρα «κατεγέλων αυτού».

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2023

Κυριακή έκτη εκ του κατά Λουκά


«Τι εμοί και σοι, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου;»
Αυτό αναφωνεί ο δαιμονισμένος προς τον Χριστό, στην σημερινή τους συνάντηση. Δύο πράγματα εντελώς ξεχωριστά, εντελώς ανόμια. Και τα όρια ξεκάθαρα. Καμιά σχέση ανάμεσα σε εμένα και εσένα, λέγει ο δαιμονισμένος. Και δίνει ακόμα ένα σημαντικό στοιχείο σε αυτήν την συνάντηση: αποκαλεί τον Χριστό, Υιό του Θεού. Τον αναγνωρίζει και τον προσφωνεί με το όνομα Του. Και όταν ο Κύριος του ζητά το δικό του όνομα, «τι σοι εστίν όνομα;», «Λεγεών» απαντά. Αυτό δεν είναι όνομα, δεν καθορίζει κάτι το προσωπικό. Δείχνει μόνον το πλήθος των δαιμονίων, τον αριθμό.
Προσέξατε, αγαπητοί μου αδελφοί. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να μπορείς να δηλώσεις το όνομά σου.
Τι σοι εστίν όνομα; Ποιοι είμαστε; Ο δαίμονας δεν έχει όνομα. Δεν έχει δική του υπόσταση. Κατοικεί εκεί που του επιτρέπετε, στον άνθρωπο του οποίου οι αμαρτίες του ή η θεία παραχώρηση του άφησαν χώρο.
Για αυτό, όταν ο Κύριος του επιβάλει να εξέλθει από τον άνθρωπο εκείνο, ζητά την άδεια η λεγεώνα των δαιμόνων, να πάει στους χοίρους. Για να βρει ξενιστή. Αλλά, προσέξατε αγαπητοί μου αδελφοί, ο άνθρωπος που κατείχετο από αυτούς τους δαίμονες, επιβίωνε. Ζούσε απομονωμένος σε μνήματα και σε ερημιές, μακριά από την κοινωνία των ανθρώπων, αλλά ζούσε.
Οι χοίροι όμως κατακρημνίσθηκαν και επνίγησαν στην λίμνη. Έχει μεγάλη αξία ένας άνθρωπος για το Θεό. Αναζητά ο ίδιος ο Θεός την συνάντηση Του μαζί του. Και την σωτηρία του. Δεν αφήνει τον δαιμονισμένο να χαθεί όπως εχάθησαν αμέσως οι χοίροι. Τον ελευθερώνει. Και εκείνος κάθεται «ιματισμένος και σωφρονούν παρά τους πόδας του Ιησού.» Τι όμορφη εικόνα.
Παρά τους πόδας του Ιησού.
Και οι συνάνθρωποί του; Που τον γνώριζαν να κατοικεί στα μνήματα που τον έδεναν με χειροπέδες και αλύσους και τον έδιωχναν στις ερήμους;
Πως αντιμετώπισαν αυτήν την θαυμαστή αλλαγή; «εφοβήθησαν» μας λέγει το Ευαγγέλιο.
Εφοβήθησαν.
Για άλλη μια φορά βλέπουμε αυτήν την ψυχική αντίδραση, του φόβου του ανθρώπου εμπρός στην ανατροπή της «αφύσικης» κατάστασης.
Συμβιβάζεται, αγαπητοί μου αδελφοί, εύκολα η ανθρώπινη κοινότητα με τον εξοστρακισμό, με την παθολογία. Εύκολα οι άνθρωποι αποπέμπουν εις τας ερήμους αυτόν που πάσχει, τον δένουν με αλύσσους και χειροπέδες. Γιατί ο άνθρωπος έχει την τάση να ταυτίζει
την πάθηση με τον πάσχοντα. Έτσι, διώκοντας τον φέροντα τα δαιμόνια, νομίζει ότι απαλλάσσεται από τα δαιμόνια. Τα «περιορίζει» θα λέγαμε, θυσιάζοντας έναν συνάνθρωπο. Και όταν αυτό το θύμα αποκτά την ελευθερία του, οι συνάνθρωποί του φοβούνται. Γιατί το «κακό» δεν έχει πια τόπο να προβάλλεται. Και αν ο δαιμονισμένος, δεν μένει αλυσοδεμένος και μακριά μας, άραγε ποιοι κίνδυνοι μας απειλούν;
Και ζητούν από τον Ιησού «απελθείν απ αυτών». Να φύγει μακριά από τα όριά τους.
Ο δε δαιμονισμένος παρακαλεί να παραμείνει κοντά στον Χριστό. Όμως, Εκείνος τον διατάζει «υπόστρεφε εις τον οίκο σου, και διηγού όσα εποίησε σοι ο Θεός».
Οι Γαδαρηνοί διώχνουν τον Ιησού, πέρα από τα όρια τους αλλά ο Ιησούς στέλνει τον άνθρωπο πίσω εις τον οίκον του. Για να ζήσει. Να ομολογήσει. Μέσα στα παλιά του όρια. Στον οίκο του. Αλλά τώρα να κηρύξει «όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς».
Άπειρη είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο.
Και η κάθε συνάντηση μας μαζί Του μια ευκαιρία για ελευθερία. Από την «λεγεώνα» των δαιμονίων που μας κρατούν δεμένους με αλύσους και χειροπέδες. Που μας οδηγούν στα μνήματα ή που μας γεμίζουν φόβους, τέτοιους φόβους που να λέμε «απελθείν αφ υμών». Που να αγαπάμε τους χοίρους μας, περισσότερο από τους αδελφούς μας. Και να ζούμε στα όρια μας, τα περιορισμένα μας όρια, με φόβο.
Βέβαια έρχεται κάποια στιγμή που οι χοίροι μας κατακρημνίζονται και πνίγονται. Και οι αποδιοπομπαίοι σωφρονίζονται.
Αν μείνουμε στην σκλήρυνση μας;
Τότε, «αυτός εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν».
Ο Κύριος, μας αφήνει.
Επιστρέφει.

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

Η Παρουσία σου σήμερα.

 

Και παρʾ αυτώ έμειναν την ημέραν εκείνην. Ιωάννου 1,39

Κύριε Ιησού, χάρισες στους μαθητές σου το μόνιμο δώρο της Παρουσίας σου. Τους είπες «Και ιδού εγ μεθ᾿ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελεας του αιώνος» (Ματθ. 28,20). Να ήμουν ικανός να ζήσω με τη σταθερή αίσθηση αυτής της παρουσίας! Ή, αν δεν μπορούσα να την αισθάνομαι, τουλάχιστον η πίστη μου να ήταν τόσο ζωντανή, ώστε να είμαι βέβαιος πάντοτε ότι είσαι εδώ, μαζί μου. Και να καθιστώ την όλη μου συμπεριφορά σύμφωνη με μια τέτοια βεβαιότητα!…

Αλλά, Κύριε, μετά από τόσα χρόνια ζωής, μόλις αρχίζω. Είμαι τόσο αδύνατος! Πρέπει να αποτοξινωθώ, να απαλλαγώ από τόσα δηλητήρια! Θα ήθελα τουλάχιστον να γεννηθώ εν τη Παρουσία σου, να αυξηθώ εν αυτή. Να η επιθυμία, με την οποία σε πλησιάζω σήμερα.

Οι δύο πρώτοι μαθητές εγκατέλειψαν τον Πρόδρομο και σε ακολούθησαν εν σιωπή. Τότε τους κάλεσες να σε συνοδεύσουν: «Έρχεσθε και ίδετε». Ήλθαν λοιπόν. Είδαν πού έμενες. Και το Ευαγγέλιο λέει, ότι έμειναν κοντά σου «την ημέραν εκείνην» (Ιωάν. 1,39). Δεν καταστάλαξαν ακόμη οριστικά στην Παρουσία σου, διότι, όπως διαβάζουμε στη συνέχεια, επανήλθαν μετά την πρώτη αυτή συνάντηση, στη συνηθισμένη τους εργασία. Μόνον αργότερα άφησαν τα πάντα για να σε ακολουθήσουν. Αλλά «την ημέραν εκείνην» έκαναν ένα πρώτο βήμα: επέτυχαν την ανακάλυψη της Παρουσίας σου. Αν μπορεί να λεχθεί έτσι, πραγματοποίησαν μια πρώτη εξερεύνηση της Παρουσίας σου. Έμαθαν τι είναι το να βρίσκεται κανείς μαζί σου. Κύριε, θα ήθελα να κάνω σήμερα, αυτή τη στιγμή, μια παρόμοια προσπάθεια.

Δέξου, Κύριε, κι ευλόγησε την πρόθεσή μου: να περάσω μια μέρα μαζί σου. Θα ήθελα να δω, αν μπορώ και πώς μπορώ, να ζήσω μαζί σου μίαν ολόκληρη μέρα. Αυτό που θα ήθελα να επιχειρήσω είναι ένα είδος «αναχωρήσεως». Σ’ αυτήν ας είσαι συ ο Ίδιος ο μόνος οδηγός, που θα οδηγεί στην πιο βαθιά, προσωπική σχέση. Η αναχώρησή μου θα κρατήσει, βεβαίως, λίγο. Θα είναι μικρής διάρκειας. Ίσως όμως μέσα σ’ αυτή να βρω τις μεγάλες κατευθυντήριες γραμμές για μια πορεία προς συνάντησή σου.

Κύριε, μου παραχώρησες ένα πολύτιμο προνόμιο: τον χρόνο και την πρακτική δυνατότητα να απομονωθώ μαζί σου. Και να μπορώ έτσι να σε ατενίσω χωρίς να πιέζομαι από επείγοντα εξωτερικά καθήκοντα. Τι ευθύνη επωμίζομαι αν δεν χρησιμοποιήσω με τον καλύτερο τρόπο αυτό το προνόμιο! Άλλοι έχουν κληθεί να σε ζητήσουν, να σε βρουν, υπό άλλες μορφές, υπό διαφορετικές συνθήκες. Σε συναντούν μέσα στη συζυγική τους ζωή, μέσα στη μέριμνα για τα παιδιά τους (και συχνά με περισσότερο βάθος από τους «προνομιούχους»). Η εμπειρία της Παρουσίας σου, που θα ήθελα να αποκτήσω, ή ακριβέστερα η χάρη της Παρουσίας, που θα ήθελα να πάρω, είναι διαφορετική από τη δική τους. Και όμως πολλές πλευρές αυτών των δύο τόσο διαφορετικών εμπειριών είναι οι ίδιες. Και αν μερικοί από τους ανθρώπους που είναι δεσμευμένοι στην «κανονική», τη μη μοναχική ζωή, διαβάσουν αυτές τις γραμμές, ελπίζω ότι θα νοιώσουν δικά τους πολλά από όσα λέγονται εδώ. Όσο για μένα, Κύριε Ιησού, αφού ανήκω σ’ εκείνους που τοποθέτησες έξω από τους κανονικούς δρόμους ζωής των ανθρώπων, δυνάμωσε μέσα μου την πεποίθηση ότι μόνο εσύ, το πρόσωπό σου, είναι ο άμεσος και αποκλειστικός σκοπός μου και λόγος υπάρξεώς μου. Και ότι οφείλω τώρα, τούτη τη στιγμή, να πλησιάσω τον σκοπό αυτό μ’ έναν τρόπο άμεσο και ευθύ.

Πώς να σε πλησιάσω; Θα το κάνω με τον τρόπο τον πιο απλό. Θα διαβάσω στο Ευαγγέλιό σου αυτά που είπες, αυτά που έκαμες. Θα δοκιμάσω -πολύ απλά, το επαναλαμβάνω- να διαποτίσω με Ευαγγέλιο τις πράξεις στη διάρκεια αυτής της μέρας.

Τιμώ και σέβομαι εκείνους, που ξέρουν περισσότερα από μένα και ενεργούν καλύτερα. Αλλά γνωρίζω τα όριά μου. Δεν θα επιδιώξω εδώ τις υψηλές κορυφές του στοχασμού επί του δόγματος. Δεν θα δοκιμάσω να εμβαθύνω στα μεγάλα μυστήρια της ενσωματώσεώς μας εν τω Χριστώ και στις εκφράσεις και διατυπώσεις τους, τις εκκλησιολογικές και μυστηριακές. Φυσικά ούτε καν διανοούμαι να αγνοήσω ή να υποτιμήσω τις μεγάλες, τις πλούσιες αυτές πηγές που αναβλύζουν και μας προσφέρονται. Αλλά εκείνο που θα ήθελα σήμερα, είναι να έλθω, μικρός, φτωχός κι αδύνατος, μόνο για ν’ ακολουθήσω, και να υπηρετήσω, και ν’ αγκαλιάσω ταπεινά τον ταπεινό Ιησού.

Ναι, θα ήθελα τουλάχιστον κατά τη διάρκεια μιας ημέρας, να σε αγκαλιάσω, να σε φτάσω, να σε «αποκτήσω». Θα ήθελα την Παρουσία σου σήμερα. Διδάσκαλε, κάνε αυτή η μέρα, που θα επιχειρήσω να περάσω κοντά σου, να γίνει στη ζωή μου «η μικρά ζύμη» η οποία «όλον το φύραμα ζυμο» (Α΄ κορ. 5,6).

Lev  Gillet  Ενός μοναχού της Ανατολής, Παρουσία Χριστού, Εκδ. Δόμος, Αθήνα, 1998

 

 

 

 

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2023

Κυριακή τετάρτη εκ του κατά Λουκά.

  

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ.


«..Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού…».

Υπάρχει μια απίστευτη ομορφιά στις λέξεις αυτές, μια μοναδική, ολόκληρη αλήθεια, μια ενότητα.

Όλα έρχονται από τον Θεό, όλα προ-έρχονται από τον Θεό.

Η κίνηση. Η ενέργεια. Η θέληση.

Είναι ο «σπείρων» αλλά είναι και ο «σπόρος αυτού». Είναι Αυτός που εξέρχεται. Είναι Αυτός που ενεργεί.

Εμείς είμαστε κάτω από αυτήν την ενέργεια, την θέληση, την κίνηση. Είμαστε άλλοτε ένας δρόμος, δίχως όρια, δίχως φύλαξη, ακόμα και τα πετεινά του ουρανού, σκέψεις φευγαλέες, ριπές του ανέμου, κλέβουν τον Λόγο του Θεού από τις καρδιές μας, μας κατατρών σκέψεις, ο νους μας πετάει διασκορπίζεται, ο σπόρος που είναι για εμάς γίνεται τροφή στα πετεινά του ουρανού και του νου μας, φεύγει μακριά.

Εμείς είμαστε σαν την πέτρα, λίγο φυτρώνει, λίγο μας συγκινεί, αλλά, δια το μη έχειν ικμάδα, ξηραίνεται.

Είμαστε, αφήσαμε να γεμίσει η ψυχή μας άκανθες, στοιχεία ξένα, γεμάτη η ζωή μας συνήθειες και έξεις κακές. Συμβιώσεις που μας πνίγουν, παρουσίες που ψηλώνουν δίπλα μας και μέσα μας, ψηλότερα από εμάς τους ίδιους τελικά και όταν ζει μέσα μας ο Λόγος του Θεού, αυτά τα αγκάθια «ζουν» πιο έντονα, μέσα μας, δίπλα μας και μας πνίγουν πια και αποπνίγουν και τον Λόγο του Θεού, τον Λόγο της ύπαρξης μας.

Και όμως…… είμαστε, όταν, χωρίς όλα αυτά, κατά φύσιν γη αγαθή….. Αυτήν τη γη έπλασε ο Θεός και αυτή η γη, καρποφορεί κατά χάριν, καρπόν εκατονταπλασίονα, τόσο πολύ και πολύ…..αυτή την δυνατότητα μας έδωσε……εκατονταπλασίονα….!

Είμαστε γη αγαθή, αδελφοί μου. Αλλά όχι μόνον αυτό, είμαστε αυτοί που έχουν την δυνατότητα να πολλαπλασιάσουμε αυτό που λαμβάνουμε, εκατό φορές πιο πολύ, αυτό είναι το μεγάλο δώρο του Θεού, η μεγάλη μας δυνατότητα. Ο σκοπός μας.

 Είμαστε κι΄ εμείς δημιουργοί. Που δημιουργούμε αυτό που ο Θεός δίνει έτι περισσότερο.

Εξέρχεται η ενέργεια του Θεού και προς τα πάντα και τους πάντες και τον ακούμε και χαιρόμαστε.

Σήμερα, εδώ μέσα, κάθε Κυριακή, χαιρόμαστε αυτόν τον Λόγο.

Ας ακούσουμε, αδελφοί και ας δούμε. Την θέση μας…., πού είμαστε….. πού στεκόμαστε….παρά την οδόν…..; πάνω σε πέτρες και γίναμε και εμείς σαν τις πέτρες; Ρίζες δεν έχουμε; Ποιούς έχουμε δίπλα μας και γύρω μας, ακάνθους που συμπνίγουν την Ζωή μας, μέριμνες για πλούτο, ηδονές του βίου, τίποτα δεν τελεσφορούμε….

Ο Σπείρων όμως, εξήλθε και σήμερα, αδελφοί μου, να σπείρει τον σπόρον Αυτού.

Ο σπόρος αυτός είναι ήδη μέσα στη καρδιά μας…. από πριν…..από καταβολής κόσμου, απ’ όταν μας έφτιαξε ο Θεός, γη αγαθή και καλή.

Κατέχουμε τον σπόρο, ας ακούσουμε και σήμερα τον Λόγο του Θεού με υπομονή….. όπως η ση γύρω μας, αξίζει ο κόπος.

Καλή υπομονή, αδελφοί μου.

 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Εκ του κατά Λουκά

 

 «..Εξήλθεν ο σπείρων τον σπόρον αυτού».

Όμως εμάς μας συνάντησε «παρά την οδόν», να περπατάμε σε δρόμους που επιλέξαμε, να έχουμε στόχους, να φανταζόμαστε κάποιαν αφετηρία απ’ όπου ξεκινήσαμε κι ακόμα περισσότερο να φανταζόμαστε ότι έχουμε κάποιον προορισμό, μορφή και σχήμα της δικής μας επίσης φαντασίας. Πάμε προς τα εκεί που μας οδηγούν οι σκέψεις μας….. Αυτές οι σκέψεις μας είναι τα πετεινά του ουρανού που μας κατατρώγουν, που κατατρώγουν, δηλαδή, την ουσία μας, Τον σπόρο, το Λόγο του Θεού που είναι μέσα μας, εκεί όπου Τον έσπερε ο Σπορέας από καταβολής κόσμου.

Αυτές μας οι σκέψεις, οι λογισμοί, όσο βαδίζουμε στο δρόμο που χαράξαμε, μας γεμίζουν…… παράπονα, κρίσεις και κατακρίσεις, μας σκληραίνουν και ο Λόγος Του Θεού ξηραίνεται, από την πέτρα που επιτρέψαμε να σχηματιστεί μέσα μας. Και αφήσαμε, να φυτρώσουν άκανθες, σαν άκανθες, όλες αυτές οι αρνητικές εμπειρίες και τα βιώματα, είναι άκανθες που υπερισχύουν του αγαθού που είμαστε.

Και όλα αυτά, γιατί αντί να είμαστε αγρός, χωράφι εύφορο, πρόσφορο, ορισμένο σταθερά στο σκοπό του, επιλέξαμε εντελώς επιπόλαια, τον δρόμο. Όλο κάπου πάμε, από κάπου ερχόμαστε και συνεχώς προς τα κάπου πάμε, αλλά δεν φθάνουμε. Δρόμος πετρώδης, ακανθώδης δοσμένος σε μια μάταιη κίνηση, ενώ, η γη η ακίνητη, δέχεται, μόνο δέχεται και τον Σπόρο και Τον Σπορέα και εύκολα, ποιεί εκαντοταπλασίονα.

Ας δούμε πού έχουμε σκληρύνει σαν την πέτρα, ας δούμε ποια αγκάθια μας συμπνίγουν, τι και ποιοι μας πνίγουν, εμείς ποιους συμπνίγουμε, πού;

για να βλαστήσει ο σπόρος- Λόγος Του Θεού, μέσα και από μέσα από αυτό που όντως είμαστε: Η γη η αγαθή…..όμως, ας βγούμε έστω και για λίγο από το δρόμο μας,…..των ψευδαισθήσεων των μάταιων σχεδίων……

Αυτό που μας έχει δοθεί, αυτό που έσπειρε ο Σπείρων τον σπόρον Αυτού, είναι σίγουρα…….καλλίτερο.

Καλή Μετά-νοια

 

  

 

 

 

 

 

 

Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2023

Του Αγίου Ευγνώμονος Ληστού.


Ήταν ο ληστής που κρεμόταν πάνω στον Σταυρό, μόλις λίγα μέτρα μακριά από το Σταυρό του Χριστού μας, πάνω στον Γολγοθά. Ο Κύριός μας συσταυρώθηκε με δύο κακούργους, εγκληματίες,  ώστε να πληρωθεί το ρηθν υπό του Αγου Προφήτου Ησαου, ότι ο Μεσσας «ν τος ανμοις λογσθη». Ο ευγνώμων ληστής, ήταν συσταυρωμένος μαζί με έναν ακόμη ληστή πιθανόν συνεργό του. Ο άλλος ληστής όμως, ο αμετανόητος, ελοιδώρησε τον Κύριο λέγοντας «Ε σ εί ο Χριστς, σσον σεαυτν και ημάς!». Δεν μετάνιωσε ούτε  την τελευταία στιγμή της ζωής του. Ακόμη και τότε δεν συναισθάνθηκε την πνευματική κατάσταση που βρισκόταν.
Σε αντίθεση με τον αμετανόητο ληστή, ο ευγνώμον ληστής, που σήμερα εορτάζουμε τη μνήμη του, βαθιά μετανιωμένος πάνω στο σταυρό , απευθύνθηκε στον αμετανόητο ληστή αρχικά λέγοντάς του, «Οδ φοβ σ τν Θεν, ότι εν τω αυτώ κρματι ε; κα μες μν δικαως· άξια γρ ν πρξαμεν απολαμβνομεν· οτος δ, οδν άτοπον έπραξε». Ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό, με συντριβή, με μετάνοια, με αγάπη, με παρρησία, με προσμονή. Μετά γύρισε  και είπε προς τον Θεάνθρωπο Χριστό, «Μνσθητ μου, Κριε, όταν έλθεις ν τη Βασιλείᾳ Σου!».
Ο Κύριός μας, ανταποκρίθηκε άμεσα στην ειλικρινή μεταμέλειά του, «Αμν λγω σοι, σμερον μετ᾿ μου σ εν τω παραδεσω». Έτσι , ο ευγνώμον ληστής ήταν ο πρώτος άγιος που πέρασε τις θύρες του Παράδεισου. Δεν χρειάσθηκαν εις αυτόν χρόνια ασκήσεως, δάκρυα και προσευχές· μόνον η ειλικρινής του μετάνοια και η ομολογία της θεότητας του Χριστού, κατά την στιγμή της άκρας Ταπεινώσεως Του, ήταν αρκετή για να παράσχει σε αυτόν την απόλαυση των αιώνιων αγαθών.
Οι Ευαγγελιστές δεν μας έχουν διασώσει το όνομά ή την καταγωγή του. Αγνοούμε τα πάντα γι’ αυτόν! Οι Πατέρες και οι υμνογράφοι της Εκκλησίας μας τον εγκωμιάζουν ανώνυμα και τον προβάλλουν ως παράδειγμα! Οι αγιογράφοι τον παριστάνουν εντός του Παραδείσου κουβαλώντας στην πλάτη το σταυρό του και γύρω από το φωτοστέφανο σημειώνουν: «Ο Άγιος Ληστής»! Ήταν ο «κακούργος» κι έγινε Άγιος, πρώτος πολίτης του Παραδείσου!
Ο Ευγνώμον ληστής ήταν μέλος συμμορίας που δρούσε στην ύπαιθρο. Λήστευε τους περαστικούς. Δεν ήταν ένας επαναστάτης που αγωνιζόταν ενάντια στη ρωμαϊκή κυριαρχία, τέτοιος ήταν ο Βαραββάς. Ήταν ένας κακοποιός! Στο ενεργητικό του είχε φόνους και ληστείες. Ο ίδιος ομολόγησε πως είχε διαπράξει σωρό άτοπα και απρεπή. Όμως στη ζωή του, και ειδικά την ύστατη στιγμή ξεφύτρωσε μέσα του ο φόβος του Θεού, η μετάνοια! Πίστεψε στη μέλλουσα ζωή! Πιθανότατα να είχε ιουδαϊκή καταγωγή, γιατί αναγνώρισε τη μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού και γνώριζε την προφητεία του Ησαΐα, πως ο Μεσσίας θα ανάσταινε τους άξιους Ισραηλίτες, για να λάβουν μέρος μαζί με τους Πατριάρχες στη μεσσιανική πανήγυρη, γι’ αυτό ζήτησε από τον εσταυρωμένο Χριστό να τον συγχωρήσει. Κι Εκείνος απλόχερα χάρισε στον αφυδατωμένο από την αιμορραγία και πνιγμένο στην αμαρτία ληστή τη συμπάθεια και την αιωνιότητα!
Τι στάθηκε, αλήθεια, ικανό να μεταστρέψει την πονηρή διάθεση του ληστή, αφού δεν ήταν παρών σε νεκραναστάσεις και σε θαύματα του Ιησού; Αυτή την ώρα εμπρός του είχε έναν Ιησού εγκαταλελειμμένο, εξευτελισμένο, σταυρωμένο, πικραμένο. Έναν Ιησού φαινομενικά αδύναμο. Τι τον εντυπωσίασε;
Κάτω από τους τρεις σταυρούς έβλεπε ένα πλήθος να βρίζει και να περιγελά το σταυρωμένο Δάσκαλο της Γαλιλαίας κι ενώ περίμενε να δει σ’ Αυτόν έστω έναν ελάχιστο θυμό, Τον άκουσε να λέει: «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσιν», « Πατέρα συγχώρησέ τους, διότι δεν ξέρουν τι κάνουν»!
Στο άκουσμα αυτό, ο ληστής συγκλονίστηκε. Συγχωρά ο διπλανός του, που δεν έχει κάνει τίποτα το κακό σε αντίθεση με εαυτό του καθώς και τον άλλον ληστή που έχουν κάνει απίστευτα και αμέτρητα κακά. Συγχωρά Αυτός που έχει θεραπεύσει πλήθος ασθενών, έχει ταΐσει πλήθη πεινασμένων, έχει αναστήσει νεκρούς, έχει κάνει αναρίθμητα άλλα θαύματα που πιθανώς είχε ακούσει αλλά δεν είχε δει,  τους σταυρωτές του. Συγχωρά αυτούς που προηγουμένως Τον είχαν μαστιγώσει, Τον είχαν φραγγελώσει, Τον είχαν χτυπήσει, Τον είχαν φτύσει, Τον είχαν κοροϊδέψει και περιγελάσει, αυτούς που Τον γύμνωσαν, Τον πότισαν χολή και ξύδι, αυτούς που Του φόρεσαν το ακάνθινο στεφάνι, τους συγχωρεί και αναλογίζεται ο ευγνώμων ληστής,  Ο Ιησούς έχει αγάπη, κι αν συγχωρεί τους σταυρωτές Του, άραγε  θα συγχωρήσει και θ’ αποδεχθεί κι εμένα, όποιος κι αν είμαι, ότι κι αν έχω διαπράξει, γιατί μετανιώνω με συντριβή για όλα αυτά που έκαμα. Μετανιώνω για όλα και ζητώ το Έλεος Του.  Και δε λάθεψε σ’ αυτό, δεν διαψεύστηκε ο ληστής.
Ο ληστής εξομολογήθηκε από καρδιάς πάνω στο σταυρό. Μετάνιωσε με συντριβή καρδιάς. Κατηγόρησε τον εαυτό του. Ομολόγησε τις αμαρτίες του. Δεν προέβαλε δικαιολογίες. Πεθύμησε την αιωνιότητα και την ζήτησε από τον Κύριο. Κι ο Θεός της αγάπης και της συγγνώμης, ο Ιησούς, ξεψυχώντας ως άνθρωπος, ως Θεός πήρε για συνοδό Του στη Βασιλεία Του ένα κακούργο! Ο κακούργος ληστής «αυθημερόν» στον Παράδεισο! Η μετάνοιά του, έγινε το εισιτήριο του για τη Βασιλεία των Ουρανών!
Ο βίος του Αγίου Πορφυρίου επισκόπου Γάζης, μας διασώζει το θαύμα του Αγίου ευγνώμονος ληστού. Περιγράφει ο άγιος Πορφύριος επίσκοπος Γάζης. Όταν ασκήτευε στα  μέρη του Ιορδνου, αρρώστησε βαρει· η ασθένεια του ήταν κρρωσις του ήπατος, με συνεχή λεπτότατο πυρετό. Τον μετάφεραν, κατόπιν παρακλήσεως του, στα Ιεροσόλυμα, όπου δεν σταματούσε, παρά την βαριά ασθένεια του, να επισκέπτεται τοις άγιους Τόπους, κυρτωμένος, επειδή δεν του ήταν δυνατόν να ορθώσει το παράστημα του, αλλά ακουμπώντας σε ραβδί.. Ο μαθητής και βιογράφος του Μάρκος, όταν επέστρεψε μετά από ένα ταξίδι του στην Θεσσαλονίκη, ευρήκε τον Άγιο υγιέστατο και με το πρόσωπο του ροδοκόκκινο.
Στην απορία του, άγιος Πορφύριος του απάντησε, χαμογελώντας. Μην απορείς, αδελφέ Μάρκε, που με βρήκες υγιή και εύρωστο, αλλά μάθε την αιτία της αποκατάστασης της υγείας μου, και τότε να υπερθαυμάσεις την ανείπωτη φιλανθρωπία του Χριστού. Πώς δηλαδή εκείνα για τα οποία έχουν χάσει κάθε ελπίδα οι άνθρωποι βρίσκουν θεραπεία κοντά Του». Και εγώ τον παρακαλούσα να μου φανερώσει την αιτία της ίασης του και πώς εξαφανίστηκε μια τέτοια πάθηση. Αυτός τότε μου αποκρίθηκε: «πριν από σαράντα περίπου ημέρες, ενώ βρισκόμουν στην αγρυπνία της Αγίας Κυριακής , με έπιασε ένας φοβερός πόνος στο συκώτι και μη μπορώντας να υποφέρω τον πόνο, πήγα και ξάπλωσα κοντά στο Άγιο Κρανίο , και από την πολλή οδύνη, έπεσα σαν σε έκσταση. Και βλέπω τον Σωτήρα καρφωμένο στον Σταυρό και τον ένα από τους Ληστές κρεμασμένο μαζί Του σε άλλο σταυρό και αρχίζω να φωνάζω και να ψελλίζω τους λόγους του Ληστή· «μνσθητ μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη  Βασιλεία Σου».
Τότε αποκρίθηκε Σωτήρας και λέει στον κρεμασμένο Ληστή, «κατέβα από τον σταυρό και σώσε εκείνον τον ξαπλωμένο, όπως ακριβώς σώθηκες και συ». Και ο Ληστής, αφού κατέβηκε από τον σταυρό, με αγκάλιασε και με καταφίλησε και απλώνοντας το δεξί του χέρι, με ανασήκωσε, λέοντας· «έλα προς τον Σωτήρα». Και αμέσως, σηκώθηκα και έτρεξα προς Αυτόν και Τον βλέπω να έχει κατεβεί από τον Σταυρό και να μου λέγει· «πάρε αυτό το Ξύλο και φύλαξέ το». Και αφού πήρα το ίδιο Τίμιο Ξύλο και το βάσταξα, αμέσως ήλθα στα συγκαλά μου από την έκσταση· και από εκείνη την ώρα πια δεν ξανααισθάνθηκα οδύνη, ούτε το σημάδι της αρρώστιας μου καν φαίνεται»
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί. Ας προβληματιστούμε όλοι μας σκεπτόμενοι το πως η μετάνοια ανοίγει τις θήρες του Παραδείσου. Ας προσπαθήσουμε και εμείς από καρδιάς μας να βιώσουμε την μετάνοια του Ευγνώμονος Ληστού, που πρώτος μετά το Χριστό μας εισήλθε στον Παράδεισο, και μέσω της ιεράς εξομολογήσεως να  αποπλύνουμε τα κρίματα της ψυχής μας, μικρά και μεγάλα. Το έχουμε όλοι μας επιτακτική ανάγκη. Πως μπορώ να πλησιάσω στη Θεία Κοινωνία με ανεξομολόγητη καρδιά, με καρδία που βρίθει κριμάτων μικρών και μεγάλων, με καρδιά που μοιάζει με σπήλαιο ληστών.
Άλλωστε τίποτα δεν υπάρχει που να μην συγχωρεί ο Ύψιστος, η Θεία Αγάπη Του όλους μας χωράει, κανέναν μας δεν θέλει να χάσει. Ένα μόνο πράγμα δεν συγχωρεί ο Θεός, την αμετανοησία. Η αμετανοησία είναι βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος.
Ας μετανιώσουμε αδελφοί μου για τις αμαρτίες μας, πραγματικά με συντριβή, ας εξομολογηθούμε, και ας αναφωνήσουμε από καρδιάς μας την προσευχή του ληστού, «Μνσθητ μου, Κριε, όταν έλθεις εν τη Βασιλεία Σου»!!! Και ο Χριστός μας θα είναι δίπλα , στον καθένα από εμάς για να μας ακούσει και να μας πάρει όταν έλθει η ώρα μαζί Του, στην Βασιλεία των Ουρανών.