Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2023

Σκιρτήματα ψυχής.

 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ      ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ       ΓΑΛΑΝΑΚΗ

Αντί προλόγου

Να ' μουν, πεθύμησα, Χριστέ μου:

Ένα από εκείνα τα τρισευδαίμονα παιδιά, που έκλεισες στην αγκαλιά Σου και τα ευλόγη­σες με τ' άγιο Σου χέρι...

Ένας κι εγώ στην ακρογιαλιά ,να Σ' ακούω, να Σ' ακούω και να μην Σε χορταίνω... Ένας από τους πεντακισχιλίους, που έφαγαν απ' τα ευλογημένα από Σένα και πολλαπλα­σιασμένα ψωμιά και ψάρια...

Ένας απ' τους ευγνώμονες θεραπευμένους Σου, να τρέξω να διαλαλήσω ότι Συ μου χάρι­σες την πολυτιμότατη υγεία...

Ένας απ' αυτούς που Σε φιλοξένησαν στο σπίτι τους...

Ένας από τους απεσταλμένους μαθητές Σου, που έκαναν, μαζί με το κήρυγμα, και θαυμα­τουργικές ευεργετικές ιάσεις...

Ένας μ' ευλαβική ψυχή, που να Σ' ακολουθώ και να Σου προσφέρω απ' τα υπάρχοντα μου...

Ένας ,που να καθόμουν μαζί Σου στον Μυστικό Σου Δείπνο... Ένας ,που να σήκωνα λίγο τον βαρύ σταυρό Σου, σαν τον Σίμωνα τον Κυρηναίο... Ένας ,που να στεκόμουν κάτω απ' τον σταυρό Σου ,πλάι στη Μητέρα και στον αγαπημένο Μαθητή Σου, την ώρα της πικρής οδύνης... Ένας, που θα 'τρεχα μαζί με τον Ιωάννη και τον Πέτρο και θα 'βλεπα το κενό μνημείο...

 

Ένας ,που θ' αξιωνόμουν ν' ακούσω ,σαν τη Μαρία ,το ουράνιο, το αναστάσιμο ΧΑΙΡΕ στον ανοιξιάτικο κήπο απ' τα χείλη Σου...

Ένας ,που με την πύρινη γλώσσα του Αγίου Πνεύματος, θα κήρυττα την Ανάσταση Σου...

Μα αν τίποτε από αυτά δεν μπορώ να είμαι ,κάνε, Θεέ μου ,κάτι απ' τη χάρη και την ευ­λογία τους να έχω στην ψυχή μου. Αμήν.

(Γέρων Ιωσήφ)*

* Λείπουν άλλες πληροφορίες

Βλέπε: ΜΙΚΡΟΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗΤΑΡΙΟΝ , ιερό Μονή Φανερωμένης, Λευκάδα, Τ.Κ. 31100,τηλέφωνο 26450 21 405 , (βχ 26450 21 405 , e-mail: fanerome @ otenet.gr

1.-

Σαν τέλεψε την πολύωρη διδασκαλία Του προς το συγκεντρωμένο πλήθος, αποσταμένος, κάθισε κάτω από τη σκιά ενός δέντρου λίγο για να ξεκουραστεί. Κι από άλλους είχαν ειπωθεί παρηγοριάς λόγια μα όλα τους ήταν ένας μύθος, όμως τέτοια, σαν τα δικά Του, ποτέ άλλοτε σόλο τον κόσμο δεν είχαν ακουστεί.

Κάθε Του λόγος γινόταν στην καρδιά τους μέσα σαν μια θεία λειτουργία κι ένας ύμνος δοξαστικός προς τον ουράνιο Πατέρα Του εκεί πάνω ψηλά. Κάθε Του πράξη ,κάθε μια Του διδαχή έμοιαζε σαν μια θεία τελετουργία που σαν ένα αρχαγγελικό τραγούδι για την παντοτινή αγάπη πάντα μιλά.

Με έντονα τα σημάδια της κούρασης Του έγειρε λίγο για να ξαποστάσει όμως γύρω Του οι παιδικές φωνές, τα ξελαρυγγίσματα ,τ' ασταμάτητα γέλια δεν Τον άφηναν να κλείσει μάτι και των παιδιών το χαρούμενο χοροστάσι καλά κρατούσε σαν το γλεντοκόπι των σπουργιτών στα καρπισμένα αμπέλια.

Κι ήταν κι οι μανάδες που κρατώντας τα παιδιά τους σφιχτά από το χέρι στον Δάσκαλο τα οδηγούσαν επιθυμώντας την ευλογία Του να τους δώσει γιατί ποτέ του κανένας άλλος προφήτης δεν πέρασε από τούτα τα μέρη που τα λόγια Του να 'ναι αστείρευτη πηγή κι αθανασίας πόση και βρώση.

Οι μαθητές Του διώχνοντας τα μακριά .προσπαθούν να τα απομακρύνουν αλλά Εκείνος με τη γλυκιά φωνή Του ,τα καλεί κοντά Του να πλησιάσουν και επιτιμά τους Μαθητές Του γιατί σιμά Του να 'ρθουν δεν τ αφήνουν. (Μαγική σκηνή, θεία η εικόνα ,όταν εκείνα τρέχουν να Τον αγκαλιάσουν!)

-Άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς με και μη κωλύετε αυτά - δυνατά τους λέει · γιατί, να το μάθετε, σ' αυτά των Ουρανών η Βασιλεία είναι προορισμένη. Γίνετε σαν κι εκείνα. Από την καρδιά σας η αγάπη σαν κρουνός πάντα να ρέει. Με καρδιά σαν μικρού παιδιού, ένας μαγικός κόσμος πάντα θα σας προσμένει.

Αχ, πώς πεθύμησα, Χριστέ μου, να ήμουν κι εγώ σαν ένα από εκείνα, τα τρισευδαίμονα παιδιά ,που έκλεισες μ' αγάπη στην αγκαλιά Σου ευλογώντας τα με τ’ Άγιο Σου χέρι και ν' άκουα να μου 'λεγες:

-Ξεκινά να γίνεις σαν κι εκείνα και κάνε την αγάπη στόχο στην κάθε λαλιά σου!

2.-

Σαν ακροατής, Χριστέ μου, πεθύμησα να βρεθώ κοντά Σου στην ακρογιαλιά, ν' ακούω τα θεϊκά Σου λόγια κάθε στιγμή και ώρα και να μην τα χορταίνω. Να Σε καμαρώνω, όπως τον αστροκέντητο ουρανό στης νύχτας τη σιγαλιά και σαν δροσοσταλιά πάνω σ αγριολούλουδο τον καιρό μου να διαβαίνω .

Μακριά Σου όλη μου η ζωή τραγική πορεία μέσα σε μια έρημο πυρακτωμένη, νύχτα κατασκότεινη ,χωρίς Πολικό αστέρα να οδηγεί της ζωής μας τα βήματα, φουρτουνιασμένη θάλασσα ,χωρίς βάρκα, και τον θάνατο να μας περιμένει, χωρίς πνευματικό πατέρα για να του εξομολογηθούμε τ άπειρα μας κρίματα.

Μέσα στη θερμή Σου αγκαλιά ,μικρό παιδί να βρεθώ, πεθυμιά μου μεγάλη, να πλημμυρίσει ο ψυχικός μου κόσμος από της μορφής Σου το Άγιο Φως, για έναν άλλο κόσμο,  ανείπωτο κι ανίδωτο, σεντόρια η ψυχή μου να ψάλλει για την αληθινή ουσία της ζωής, που παραμένει πάντα ο πόθος μου ο κρυφός.

Σαν μικροπαίδι σε αγκαλιά μάνας, επιθυμία μου στη δική Σου μέσα να βρεθώ, να Σ' ακούω και ποτέ μου να μη χορταίνω της αγάπης Σου τα χαρμόσυνα λόγια. Σαν κισσός στο δέντρο της αγάπης Σου κλαδιά ν' απλώσω και σφιχτά να δεθώ, στήριγμα μου να Σ' έχω στην χαρά αλλά και στα κλάματα και στα μοιρολόγια.

3.-

Λαός αμέτρητος στου βουνού τα πλάγια (πέντε χιλιάδες χωρίς τα γυναικόπαιδα) απ' τα χείλη Του την αληθινή ουσία της ζωής και του κόσμου περιμένει ν' ακούσει, με ποιον τρόπο μαρμάρινο παλάτι της ψυχής θα χτίσει στ’ ουρανού τα οικόπεδα και τις παγίδες του κακού και τη ματαιότητα της φθαρτής ζωής θ' αποκρούσει.

Οι ώρες της μέρας περνούν γοργά κι ο ήλιος όλο και προχωρεί προς τη δύση. Οι Μαθητές Του αναστατωμένοι τον Δάσκαλο πλησιάζουν για να Του συστήσουν να σταματήσει, επιτέλους, το κήρυγμα Του και τον πεινασμένο όχλο ν' απολύσει γιατί μακριά τους η πόλη κι αν φτάσουν, κλειστά καταστήματα θα συναντήσουν.

-Δώστε τους εσείς φαγητό και αφήστε τους τα λόγια της αγάπης ν' αφουγκραστούνε -Πού να βρούμε να θρέψουμε τόσο κόσμο με μόνο πέντε άρτους και δυο ψάρια; -Όλα δυνατά σ' αυτόν που πιστεύει. Τ' ακατόρθωτα τα μάτια του μπορούν να δούνε και σ' αυτόν που τον δρόμο της ζωής βαδίζει, ακολουθώντας του Θεού τα χνάρια.

Στη δύσκολη τούτη στιγμή ζητά να Του φέρουν μπροστά Του τα διαθέσιμα τρόφιμα και, παίρνοντάς τα ,με μια Του μυστική προσευχή, προς τον Ουράνιο Του Πατέρα τα ευλογεί με το Άγιο Του χέρι για να γίνουν αθανασίας τροφή και ψυχής ρόφημα τη γήινη να διώξουν πείνα του λαού, που να Τον ακούει δεν χορταίνει όλη τη μέρα.

Και κόβουν, κόβουν, κόβουν τους άρτους και τους μοιράζουν και τελειωμό δεν έχουν αντάμα και τα ψάρια που αμέτρητα έγιναν, το πεινασμένο πλήθος για να χορτάσουν. Θαύμα! Τα δάκρυα ποτάμι απ' τα μάτια τους τρέχουν και το πρόσωπο τους βρέχουν. Ποια άλλη απόδειξη από τούτη χρειαζόταν ,τον Ουράνιο Πατέρα για να δοξάσουν;

Χριστέ μου και Κύριε μου! Ανάμεσα στους πεντακισχιλίους ας ήμουν κι εγώ ένας που, από τα πολλαπλασιασμένα ψωμιά και ψάρια απ' τα ευλογημένα Σου χέρια

έφαγαν και χόρτασαν ,δώδεκα κοφίνα περίσσεψαν, κι άσιτος δεν έμεινε κανένας, να Σε δοξολογώ κι η ψυχή μου να ταξιδεύει μαζί Σου στης αγάπης Σου τα λημέρια .

4.-

Χριστέ μου, ένας από τους ευγνώμονες θεραπευμένους Σου, ας ήταν να ήμουν κι εγώ. Να τρέξω να διαλαλήσω ως τα πέρατα της οικουμένης ότι Εσύ την υγεία μου δώρισες. Δέκατος λεπρός εγώ κι όχι σαν τους εννέα άλλους αχάριστος κι αγνώμονας μην βγω, να σκύψω να φιλήσω τα πόδια Σου και να σ' ακούσω να μου λες ότι με συγχώρησες.

Να βροντοφωνάξω παντού ότι από Σένα βρήκα το κοσμικό αλλά και το ουράνιο φως, ότι το παράλυτο μου σώμα αλλά και την πεσμένη ψυχή μου Εσύ ψηλά σήκωσες πάλι, να γίνομαι ακόμα και με τους πιο άσπονδους μου εχθρούς πιστός φίλος κι αδελφός και να τους δέχομαι σαν τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα στην ανοιχτή μου αγκάλη .

Την πορνεμένη μου ψυχή που καταδέχτηκες ,σαν και της Μαγδαληνής, να καθαρίσεις, θα 'θελα με δάκρυα πικρά, σαν και τα δικά της, μ' ευγνωμοσύνη να Σ' ευχαριστήσω, έναν άλλο κόσμο πιο όμορφο, πιο ιδανικό από τούτο, που ζούμε ,να μου γνωρίσεις και στην καρδιά μου με τα θέμελα της αγάπης, που μας δίδαξες, θρόνο να Σου στήσω.

Μαραζάρης, άχρηστος, σακατεμένος ,στην ψυχή και στο σώμα κι Εσύ με γιάτρεψες σαν και όλους τους άλλους στα τριάντα τρία χρόνια της παρουσίας σου πάνω στη γη. Άσωτος γιος εγώ κι εσύ ,επιστρέφοντας κοντά Σου, σαν δικό Σου παιδί με λάτρεψες γιατί είσαι της αγάπης ,της καλοσύνης και της συγγνώμης αστείρευτη πάντα πηγή.

Ναός η καρδιά μου και σύμβολα της Καινής Διαθήκης Σου ανεξίτηλα να μείνουν τα δυο διδάγματα Σου: το "αγαπάτε αλλήλους" και "αγαπάτε τους εχθρούς υμών" και στα σκοτεινά και μαυρισμένα σκοτάδια της νύχτας πολικός αστέρας να γίνουν και καθημερινή μου έγνοια να γίνει και στα χείλη μου ν' αναβλύζει το: "Πάτερ ημών.."

5.-

Φτωχός, πεινασμένος, κουρελής ,μ' ένα τριμμένο ράσο στο σώμα Σου ως χιτώνα περπατούσες παρέα με τους Μαθητές Σου στης Γαλιλαίας τις πόλεις και τα χωριά κάθε μέρα όλες τις εποχές του χρόνου: Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνα για να διδάσκεις τα πλήθη με αντιμέτωπους καύσωνες ,κρύα ,παγωμένο βοριά.

Παντού άβολα όλα : οι καρδιές, οι σκέψεις, οι άνθρωποι, τα ιδανικά και οι στόχοι. Χαμένα τα πάντα : όνειρα .προσδοκίες, αρετές ,ευαισθησίες, αγάπη και καλοσύνη . Στις ψυχές τους μίση και πάθη έχουν στήσει στον λαιμό τους θηλιά και βρόχι, άφαντες και οι αρετές: ανθρωπιά, αξιοπρέπεια, φιλότιμο, τιμή και δικαιοσύνη.

Κλειστές οι καρδιές, κλειδωμένα τα σπίτια, σφραγισμένα τα πορτοπαράθυρα για Σένα. Ένα παράπονο βαθιά Σε πληγώνει και με βουρκωμένα μάτια στους Μαθητές Σου λες: "Οι αλεπούδες και τα πετεινό έχουν τόπο να πλαγιάσουν. Σπίτι κανένα για μένα. Ο γιος του ανθρώπου δεν έχει πού την κεφαλήν κλίναι’’-κι όλο δακρύζεις και κλαις .

Λίγοι ήταν αυτοί που άνοιξαν το σπιτικό τους μέσα του την παρουσία Σου να δεχτούν. Όχι Γραμματείς και Φαρισαίοι, όχι άρχοντες, αλλά μόνο μεροκαματιάρηδες και φτωχοί. Πώς θα 'θελα ,Χριστέ μου, να ήμουν ένας απ' αυτούς που θα 'τρεχαν να Σε υποδεχτούν και νακούω τα λόγια Σου να πέφτουν στην καρδιά μου σαν μιαν ανοιξιάτικη βροχή!

6.-

"Πορευθέντες .μαθητεύσατε πάντα τα έθνη" η τελευταία στους Μαθητές Του εντολή "Βαπτίζσντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος" (το τελείωμα της).Αυτή θα 'ναι, μετά την Ανάληψη Του, η δική τους στη γη αποστολή τροφοδότες και χορηγοί να γίνουν, στις ψυχές τους, του πνευματικού θείου γεύματος.

Τη θεοσύλλεκτη και δωδεκάριθμη φάλαγγα των Αποστόλων τρανή μου επιθυμία να μπορούσα ν' ακολουθούσα και μέτοχος της κάθε τους προσπάθειας να γίνομαι, την εντολή του Δασκάλου τους να εκτελούσα και χωρίς καμιά της ψυχής ραθυμία ολόθερμα με τις σωματικές και ψυχικές μου δυνάμεις στον σκοπό τους να δίνομαι.

Στον δωδεκάριθμο χορό των σοφών Αποστόλων ας ήταν, Θεέ μου, να συμμετάσχω κι ας ήμουν τελευταίος στη σειρά, τιμή για μένα θα ήταν τρανή και πολύ μεγάλη, στις χαρές τους να 'παιρνα μέρος αλλά και στις πίκρες τους κι εγώ να συμπάσχω και μαζί τους η ψυχή μου, με σεντόρια φωνή, τον ύμνο της αγάπης να ψάλλει.

Στη δωδεκάχορδη κιθάρα ,που κάθε μια της χορδή έχει κι ένα όνομα ξεχωριστό: πρωτόκλητος Ανδρέας, κορυφαίος Πέτρος, ο αδελφόθεος Ιάκωβος με τον Ιωάννη (τον επιστήθιο φίλο κι αγαπημένο Μαθητή) πιστός σαν αδελφός με τον Χριστό, (ονόματα γραμμένα στης καρδιάς το βιβλίο και με της αγάπης το ακριβό μελάνι)

Συνέχεια η αναφορά στους: Φίλιππο .Βαρθολομαίο , Θωμά, Ματθαίο τον τελώνη Ιάκωβο του Αλφαίου τον γιο , Λεββαίο που και Ιούδας * Θαδδαίος επονομάζεται Σίμωνα Κανανίτη** και Ιούδα τον Ισκαριώτη, που μ' αυτόν η σελίδα τελειώνει*** κι η προσταγή Του καθένας για τη δημιουργία του κόσμου της αγάπης να εργάζεται.

Ας ήταν να 'μουν εγώ ,που τη σπασμένη χορδή της κιθάρας ,τον προδότη Ιούδα, θ' αντικαταστούσα .παίρνοντας τη θέση του, ο αριθμός και πάλι να συμπληρωθεί, να τρέξω να ενωθώ με τους άλλους με περίσσια γρηγοράδα και με πολλή σπούδα η εντολή του Κυρίου : "αγαπάτε αλλήλους" σ" όλη την οικουμένη να ολοκληρωθεί.

*    όχι ο Ισκαριώτης

**   Σίμων Κανανίτη ς ο και Ζηλωτής

*** Βλέπε : Καινή Διαθήκη,Ματθαίου .κεφάλαιο Ι, στίχοι 2-4

7.-

Πεθύμησα, Χριστέ μου, ένας να ήμουν, που μ' ευλαβική ψυχή πάντα να Σ’ ακολουθώ και να Σου προσφέρω, σαν τον μετανοημένο Ζακχαίο, από τα δικά μου υπάρχοντα, όχι υλικά αγαθά αλλά κάτι από την καρδιά μου- που να αλλάζει την παρακολουθώ-καθώς η παρουσία Σου τη μετατρέπει από φτωχό ζητιάνο σε πλούσιο άρχοντα.

Ν' ανοίξω της καρδιάς μου όλα τα πορτοπαράθυρα και μέσα της να Σε φιλοξενήσω να Σου στρώσω τραπέζι και την αγάπη μου αντί για άλλο φαγητό να Σου προσφέρω άσιτο και διψασμένο από τη δική μου συγγνώμη και μετάνοια να μην Σε αφήσω και πώς απαρνήθηκα ό,τι άσχημο και κακό για μια καινούρια ζωή να Σου αναφέρω.

Έλα κοντά μου για να γεμίσεις την ψυχή μου απ' της αγάπης το θείο Σου μήνυμα. Η παρουσία Σου να γίνει πολύ αισθητή μέσα στης ζωής μου τον προσωρινό χρόνο. Να πάρω θάρρος και δύναμη, αφήνοντας πίσω μου τα παλιά, για ένα νέο ξεκίνημα, να ζήσω σ' έναν καινούριο κόσμο απαλλαγμένο από κάθε μίσος, κακία και πόνο.

Έλα, σαν μιαν αναμμένη, φωτεινή λαμπάδα να μου φέγγεις στον δρόμο που βαδίζω σαν ένα πολικό αστέρι να οδηγείς τα χαμένα μου βήματα στης νύχτας τα σκοτάδια, σαν πυξίδα να Σε κρατώ στο χέρι, τα σημεία του ορίζοντα ,που ψάχνω, να γνωρίζω. Έλα, να γιατρέψεις την ψυχή μου, που, από του πόνου τις πληγές, έχει γίνει ρημάδια.

Σε περιμένω να 'ρθεις ,για να Σε φιλοξενήσω, αμέτρητες τώρα μέρες, μήνες και χρόνια, να φεγγοβολήσει το σπιτικό μου που το 'χει μαυρίσει της απουσίας Σου το σκοτάδι. Σε περιμένω να γυρίσεις και πάλι πίσω ,σαν όπως περιμένει η Άνοιξη τα χελιδόνια σαν όπως ένας βαριά πληγωμένος περιμένει ένα παρηγοριάς κι ελπίδας απαλό χάδι.

8.-

Πλημμυρισμένη είναι η ψυχή Σου με αγωνία για το τελευταίο Σου Δείπνο εδώ στη γη που μαζί με τους Μαθητές Σου, τούτο το Πάσχα, στο υπερώο μιας κατοικίας θα ζήσεις. Κρυμμένα μυστικά θέλεις να τους φανερώσεις - αθανασίας κι αιωνιότητας πηγή -μυσταγωγία που, για να Σε θυμούνται πάντα, να τα επαναλαμβάνουν θα τους ζητήσεις .

Μια κανάτα κρασί σε δώδεκα ποτήρια μοιρασμένο κι ένας άζυμος άρτος τεμαχισμένος του σταυρικού Σου θανάτου, με μπηγμένα στο σώμα Σου καρφιά και με χυμένο αίμα, σύμβολα θα γίνουν που θα κάμουν έναν κόσμο βασανισμένο να γίνει ευτυχισμένος και το ακάνθινο της κεφαλής Σου στεφάνι στο δικό τους να φαίνεται χρυσό στέμμα .

-Λάβετε, φάγετε, τούτο είναι το Σώμα Μου, που για χάρη δική σας θα γίνει κομμάτια από όλους εκείνους που μισούν το φως και θέλουν να παραμείνετε στο σκοτάδι. Πιέστε απ' αυτό όλοι, τούτο είναι το αίμα Μου -τους λέει με δακρυσμένα τα μάτια-που για σας και για όλους θα χυθεί για να σας λυτρώσει από τα δεσμά του Άδη.

Τούτο να κάνετε για να με θυμάστε πάντα. Τα χείλη σας σαν προσευχή να με κράζουν κι εγώ ποτέ μου ,σε κάθε σας δύσκολη στιγμή, δεν θ' αφήσω να παραμείνετε μόνοι. Μια καινούρια εντολή σας δίνω- ν' αγαπάτε- και τα χείλη σας δυνατά να φωνάζουν : Φουρτουνιασμένη θάλασσα η ζωή κι η αγάπη του πλοίου της σωτηρίας είναι τιμόνι.

Ανατριχιάζει και συγκλονίζεται η ψυχή μου από τη λαχτάρα και τη βαθιά επιθυμία να βρισκόμουν κι εγώ ανάμεσα στους Μαθητές Σου κρασί και ψωμί να μου δώσεις να συμμετάσχω στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, άλλη χάρη δεν ήθελα καμία, και τρώγοντας και πίνοντας Σώμα κι Αίμα από τα δεσμά της αμαρτίας να με λυτρώσεις.

9.-

Τραχύ, ανηφορικό το ανέβασμα στον Γολγοθά κι Εσύ φορτωμένος τον Σταυρό στον ώμο εξαντλημένος από τους πολλούς εμπτυσμούς, εμπαιγμούς, κολαφισμούς και ραπίσματα λυγίζεις από το ασήκωτο φορτίο Του, πέφτεις και δεν μπορείς να συνεχίσεις τον δρόμο. Κι οι σταυρωτήδες Σου, αλύγιστοι κι ασυγκίνητοι, δεν σταματούν τα γιουχαΐσματα.

Αγκομαχητό μόνο και τίποτα άλλο. Κι ο όχλος γύρω Σου να παραλληλεί και να φωνάζει: -Άνανδρε, λιποτάκτη, προδότη, υποκριτή, λαοπλάνε,  φορτώσου τον Σταυρό και προχώρα. Ψευδοπροφήτη , γκρεμιοτή και κτίστη του Ναού ,η ώρα του Θανάτου σου πλησιάζει. "Γιε του Θεού", ψευτομεσία του λαού του Ισραήλ, ποιον περιμένεις να σε γλιτώσει τώρα;

Σπρωξιές, κλωτσιές .χτυπήματα, βιαιοπραγίες και βαρβαρότητες για να συνεχίσεις αλλά πολύ βαρύς ο Σταυρός και την επιθυμία τους δεν μπορείς να την κάμεις πράξη. Όλη την προστυχιά θα πρέπει να δεχτείς πριν την πνοή Σου, στον Σταυρό αφήσεις, χωρίς να είσαι ένας κοινός κακούργος ή ληστής που άπειρα εγκλήματα έχει διαπράξει.

Πικρές κι ατέλειωτες οι στιγμές του πόνου Σου και της οδύνης ατέλειωτες οι ώρες. Προσπαθείς να σηκωθείς αλλά βαρύς πολύ ο Σταυρός και κάτω γονατίσεις και πάλι. Γελούν και γιουχαΐζουν οι Φαρισαίοι νια τις αμέτρητες Σου συμφορές και μπόρες κι οι Γραμματείς να Σε δουν να πεθαίνεις στον Σταυρό ζήτημα ζωής το 'χουν βάλει.

Τον περαστικό Σίμωνα τον Κυρηναίο βίαια αγγαρεύουν τον Σταυρό Σου να σηκώσει, πάνω στους δικούς του ώμους κι ίσαμε την κορυφή του Γολγοθά να Τον μεταφέρει στην πορεία Σου, καταδικασμένε σε σταυρικό θάνατο, λίγη βοήθεια να Σου δώσει λίγο πριν όλα πάνω στον Σταυρό τελειώσουν και της ζωής Σου θα σβήσει το αστέρι.

Αχ, πώς ποθούσα, πώς λαχταρούσα εγώ ,αντί εκείνου, τον Σταυρό Σου να μεταφέρω Σίμωνας Κυρηναίος να γινόμουν κουράγιο στον ματωμένο Σου αγώνα να Σου δώσω Γραμματοφαρισαίους ν' απαρνηθώ γιατί άδικα πως Σε σταυρώνουν πολύ καλά ξέρω και τα ρήματα Σου, μαζί με τους Μαθητές Σου παντού στην οικουμένη να μεταδώσω !

10.-

Στου μαρτυρίου Σου την ώρα καυτές οι τελευταίες Σου στιγμές που στάζουν αίμα, πικρές κι ατέλειωτες ,γεμάτες αγωνία .παράπονο ,δάκρυα κι απροσμέτρητο πόνο. Αντί για βασιλικό διάδημα ,ένα ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι Σου φόρεσαν στέμμα κι ύστερα, καρφωμένο στον Σταυρό, απομακρύνθηκαν και ϊ' άφησαν πάνω Του μόνο.

Άνοιξης εποχή που η φύση είναι λουλουδιασμένη και στην εξοχή ανθίζουν κρίνοι κι Εσύ προσηλωμένος στον Σταυρό, τον τελευταίο του Χρέους Σου αγώνα δίνεις. Ο ήλιος καταρράχτες ,σαν τον Νιαγάρα, σαν ξέφρενο συντριβάνι, το φως του χύνει κι Εσύ με της σταυρικής θυσίας Σου το φως κάθε σκοτάδι της αμαρτίας σβήνεις .

Όλοι -ακόμα και οι Μαθητές Σου · Σ' εγκατέλειψαν πάνω στον Σταυρό καρφωμένο. Μονάχα η πονεμένη Σου μάνα, θλιμμένη και δακρυρροούσα, "οίμοι τέκνον μου" λέει και δίπλα της ο αγαπημένος Σου μαθητής κι επιστήθιος φίλος ,με πρόσωπο θλιμμένο συμπαραστάτης στον αμέτρητο κι αγιάτρευτο πόνο της μαζί της δακρύζει και κλαίει.

Στην ψυχή μου νιώθω ν' αντηχούν στον ρυθμό τους τα πονεμένα μου μοιρολόγια. Πόσο θα 'θελα δίπλα τους να βρισκόμουν τον καημό μου με τον δικό τους να ενώσω, ανεξίτηλα να παραμένουν στην καρδιά μου της διδασκαλίας Σου τα αιώνια, θεϊκά λόγια και υπόσχεση να Σου δώσω την εντολή Σου: "αγαπάτε αλλήλους" να μην προδώσω .

11.-

Το κενό μνημείο που, μέσα του ,είχε δεχθεί το αποκαθηλωμένο του Χριστού σώμα πλημμύρισε από μια υπερκόσμια λάμψη με την Ανάσταση του φωτοδότη ήλιου κι όλα γύρω άστραψαν καθώς ο απεσταλμένος άγγελος απ' τ' ουρανού το δώμα λαμπροφορεμένος ανήγγειλε την κατάργηση του Θανάτου και του Άδη του ανήλιου.

Απλώθηκε το φως παντού και τη ζωή λάμπρυνε . Έπαψε πια ο πόνος και το δάκρυ. Ένας άλλος ήλιος τώρα, ζωοδότης, σκορπίζει ανέσπερο το δικό Του και τη φωτίζει. Και το σκορπίζει παντού σ' όλης της οικουμένης τα μήκη κι ως τ' ουρανού την άκρη. Λαμπρό στολίζεται κι η μαυροφορούσα ως τώρα ψυχή κι από τη χαρά της δακρύζει.

Δεν ταιριάζει η αλήθεια με την ψευτιά ούτε το αστραποβόλο φως με το μαύρο σκοτάδι. Η ζωή δεν μπορεί να παραμείνει φυλακισμένη στ' αραχνιασμένα του Θανάτου μέρη . Θριαμβευτής ο Χριστός, σπάει τις σφιχτοαμπαρωμένες πόρτες και τα παράθυρα του Άδη κι αναστημένος το μήνυμα της νίκης σ' όλα τα μήκη και πλάτη της οικουμένης θα φέρει.

Κι απλώθηκε παντού κι ως τ’ αφτιά των κρυμμένων από φόβο Μαθητών Του φτάνει και τρέχουν μαζί ο Πέτρος με τον Ιωάννη ως στον σφραγισμένο τάφο να πλησιάσουν να βεβαιωθούν ,να δουν κενό το μνημείο ,που την παγωμένη καρδιά τους θα ζεστάνει την ψυχή τους απ' τις αμφιβολίες για τις υποσχέσεις του Δασκάλου τους ν' αδειάσουν.

Αχ, πώς ποθούσα, πώς λαχταρούσα την άγια τούτη στιγμή αθάνατη να την κάμω, μαζί τους να 'τρεχα το κενό μνημείο με συγκίνηση και δάκρυα ψυχής να συναντήσω να δω χειροπιαστό το θαύμα της Ανάστασης σαν και τ’ άλλα -πιο πολλά απ' την άμμο-"Χριστός Ανέστη !" να πω και με ακλόνητη την πίστη στα πόδια Του να γονατίσω.

12.-

Μ' ανείπωτη θλίψη ,ζωγραφισμένη στο πρόσωπο και με μάτια κλαμένα .προχωρεί στον κήπο όπου ο Αγαπημένος μέσα σ’ ένα αχρησιμοποίητο μνήμα είναι θαμμένος . Διαλογίζεται: "Πώς γίνεται ένας Αθώος να σταυρωθεί; Ο φτωχός νους μου δεν το χωρεί. Αυτός που ακούμπησε στην καρδιά ,την ώρα του πόνου σαν ληστής περιφρονημένος ;

Μνήμες γοργοτάξιδες, υπαρξιακές αναζητήσεις, που στα περασμένα πάντα γυρίζουν κι όλο προχωρεί προς τον τάφο με μύρα για ν' αλείψει το καταπληγωμένο σώμα. Διαλογισμοί για το ποιος θα κυλήσει τον βράχο του μνημείου πάντα την βασανίζουν κι αμφιβολίες πολλές αν οι φρουροί θα την αφήσουν να πλησιάσει τον τάφο ακόμα.

Κι έφτασε κι είδε τον βράχο αποκεκυλισμένο και το μνημείο κενό να παραμένει. "Ποιος τον έκλεψε ,άραγε, διαλογίζεται κι έναν "κηπουρό" μπροστά της βλέπει. Μ' αγωνία και δακρυσμένα τα μάτια τον ρωτά να της πει κι απάντηση περιμένει. Κι ακούει φωνή: "Χαίρε, Μαρία! Κι η ψυχή της το αναστάσιμο μήνυμα δρέπει.

"Χαίρε Μαρία!" Η πίκρα της θα γίνει χαρά και θ' απλωθεί μέσα στη δική της ψυχή και θα διαπεράσει την καρδιά της σαν μια ακτίνα αγάπης να την θερμάνει και πάλι "Χριστός Ανέστη !".Ο αντίλαλος σαν τον ήχο αρχαγγελικής φλογέρας πάντα θα ηχεί αστραποβόλο φως θα γίνει κι οδηγός στης ζωής μας την καθημερινή βιοπάλη.

Στο μαυρισμένο της ζωής μου σκοτάδι, φεγγαρόφωτη παραμένει πάντα η επιθυμία. ν' αξιωνόμουν κι εγώ στου κήπου το κενό μνημείο του αναστημένου Χριστού να βρεθώ ν' ακούσω, σαν την Μαρία, το: "Χαίρε !" κι άλλη έγνοια στη ζωή μου δεν θα 'χω καμία παρά ,πιστός οπαδός Του, στο άρμα της αγάπης και της συγγνώμης δυνατά να δεθώ.

13.-

Πεντηκοστής ημέρα, Παρακλήτου ώρα, καιρός που την υπόσχεση Του θα τηρήσει, τις δωρεές Του να μοιράσει, δύναμη και θάρρος στους Μαθητές Του να δώσει, να τους δροσίσει, σαν τον διψασμένο που ,αχόρταγα, πίνει νερό από μια βρύση και να κάμει σοφό όποιον δεν ήξερε στη ζωή του σωστά ούτε μια λέξη ν' αρθρώσει,

Νέκρα παντού και γύρω .Κι οι δώδεκα Μαθητές κλεισμένοι σαν μέσα σε τείχη. Πέτρωσε, από των Ιουδαίων τον φόβο, στα πρόσωπα και στην ψυχή τους η θλίψη. Ο πόνος ,σαν σκιά, απλώνεται πάνω τους για ό,τι κακό πρόκειται να τους τύχει. Κι ο Δάσκαλος μακριά τους γιατί ,με την απουσία Του, πολύ τους έχει λείψει.

Ώρες αγωνίας και προσμονής, η υπόσχεση που τους είχε δώσει για να γίνει πράξη. Η φρυγμένη τους ψυχή της ελπίδας τη δροσοσταλιά περιμένει να τους δροσίσει. Δύναμη προσδοκούν για να δεχτούν τον Παράκλητο όπως Εκείνος τους είχε τάξει και παίρνοντας θάρρος, καθένας την αποστολή που του έχει ανατεθεί να συνεχίσει.

Κι ήρθε σαν αστραπή και βροντή ,σαν πύρινη φλόγα ,που δροσίζει αντί να καίει χωρισμένη σε δώδεκα πύρινες γλώσσες στο κεφάλι του κάθε Μαθητή να καθίσει. Τον Θεό νιώθουν μέσα τους να κυριαρχεί κι η ψυχή τους από μεγάλη χαρά κλαίει γιατί τον ανήμπορο θα κάμει δυνατό και τον αμαθή με σοφία πολλή θα φωτίσει.

Τρανή μου επιθυμία και πόθος, με του Αγίου Πνεύματος την πύρινη γλώσσα, φωτισμένος ,ν' αξιωνόμουν την Ανάσταση Σου να κήρυττα σε λαούς και τόπους να τους συγκέντρωνα ,στην αγάπη Σου, όπως τα κλωσόπουλα της μια κλώσσα και να ένωνα, αδελφωμένους, σαν μια οικογένεια, όλης της γης τους ανθρώπους.

Σαν επίλογος

Άπειρη η νοσταλγία ,το υλικό στοιχείο, που υπάρχει μέσα μου, μακριά να διώξω (ανάξιο λόγου, τιποτένιο ,φταρτό, που χάνεται και τίποτα απολύτως δεν αξίζει) και τον χαμένο και λησμονημένο της ψυχής μου, σωστό δρόμο, να επιδιώξω ταξιδιώτης να τον βαδίσω γιατί 'ναι ο μόνος που τη χαμένη ευτυχία μας χαρίζει.

Τα αιτήματα μου πολλά, την πεσμένη από χρόνια ψυχή μου ν' ανυψώσω και πάλι και σαν τον Οδυσσέα ,την πνευματική μου Ιθάκη να ονειρεύομαι νύχτα και μέρα. Με ξεχωριστή δύναμη να δίνω τον αγώνα στης κακοτράχαλης ζωής τη βιοπάλη για τη νίκη, τραγουδώντας με της πίστης, της ελπίδας και της αγάπης τη φλογέρα.

Ιερή φλόγα να οδηγεί πάντα τα βήματα μου, στην προσπάθεια μου να Σ' ανταμώσω. Κι αν τίποτα απ' όσα Σου ζητώ ,σαν όπως και ο γέροντας Ιωσήφ, δεν μου δώσεις, κάνε κάτι απ' τη χάρη και την ευλογία τους να 'χω και ποτέ μου να μην προδώσω ό,τι η ψυχή μου ζητά: Χωρίς μίση και κακίες στα χέρια του Θεού να με παραδώσεις.

Έγραφα από 16.05.2022 ίσαμε 29.05.2022