Κυριακή 26 Μαΐου 2024

Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος.

 

Ένας από τους νέους λαοφιλείς αγίους της Εκκλησίας μας είναι και ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσος

Ήταν Ρώσσος στην καταγωγή και είχε γεννηθεί στη Ν. Ρωσία, τη σημερινή Ουκρανία, στα 1690 από ευσεβή οικογένεια. Κατατάχτηκε στον ρωσικό στρατό να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, όταν η πατρίδα του βρισκόταν σε πόλεμο με την Τουρκία (1711-1718). Ο νεαρός Ιωάννης πολεμούσε με ηρωισμό στον αυτοκρατορικό στρατό, ο οποίος είχε υποστεί ταπεινωτικές ήττες από τα ακατάβλητα τουρκικά στρατεύματα. Στη μάχη ανακατάληψης του Αζώφ πιάστηκε αιχμάλωτος, μαζί με χιλιάδες άλλους συμμαχητές του και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, εν μέσω εξευτελισμών. Από εκεί προωθήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στο χωριό Προκόπιο, όπου δόθηκε στην κατοχή ενός  Αγά, ο οποίος ηγείτο στρατοπέδου Γενιτσάρων. Εν μέσω πρωτοφανών εξευτελισμών και σκληρών βασανιστηρίων του ανατέθηκε να περιποιείται τα ζώα και να μένει μαζί τους στους βρώμικους από τις κοπριές στάβλους.

Ο ίδιος, έχοντας ακράδαντη πίστη στο Χριστό, θεωρούσε την παραμονή του στο στάβλο ως ευλογία, θυμίζοντάς του ότι και ο Λυτρωτής μας γεννήθηκε σε στάβλο. Επίσης δεχόταν με πλήρη ανεξικακία τις ταπεινώσεις και τα βασανιστήρια των βαρβάρων αλλοθρήσκων. Πρότυπό του ο Χριστός, ο οποίος συγχώρησε τους σταυρωτές Του! Όταν τον ξυλοκοπούσαν, τον άφηναν νηστικό για μέρες και τον ταπείνωναν, ψιθύριζε τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «ποιος μπορεί να με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού μου; Θλίψις ή στενο­χώρια ή διωγμός ή γυμνότης ή αιχμαλωσία;» (Ρωμ.8,35). Εκτελούσε με πρωτοφανή προθυμία τις αγγαρείες που τον υπέβαλλαν οι απάνθρωποι άνθρωποι του Αγά. Απορούσαν με την υπομονή, την καλοσύνη και την ανεξικακία του και γι’ αυτό άρχισαν να μαλακώνουν την θηριωδία τους, να του δείχνουν μια κάποια συμπάθεια και να τον αποκαλούν «βελή», δηλαδή άγιο!

Με τον καιρό ο αγάς τον αγάπησε, καθώς και η σύζυγός του, και του έδωσαν για κατοικία ένα μικρό κελί κοντά στον αχυρώνα. Όμως ο Ιωάννης δεν δέχθηκε και εξακολούθησε να κοιμάται στον στάβλο, για να καταπονεί το σώμα του με την κακοπέραση και με την άσκηση, μέσα στη δυσοσμία των ζώων και στα ποδοβολητά τους. Κάθε νύχτα ο στάβλος γέμιζε από τις προσευχές του Αγίου και η κακοσμία γινόταν οσμή ευωδίας πνευματικής. Ο μακάριος Ιωάννης είχε εκείνο τον στάβλο ως ασκητήριο, και εκεί πορευόταν κατά τους κανόνες των Πατέρων, επί ώρες γονυπετής και προσευχόμενος, κοιμώμενος για λίγο επάνω στα άχυρα, χωρίς άλλο σκέπασμα παρά μία παλαιά κάπα, γευόμενος με διάκριση, πολλές φορές μόνο λίγο ψωμί και νερό, και νηστεύοντας τις περισσότερες ημέρες.
Ο Άγιος Ιωάννης, εκτός της προσευχής και της νηστείας, που έκανε ως άλλος Ιώβ, πήγαινε τη νύχτα και έκανε όρθιος αγρυπνίες στο νάρθηκα της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, η οποία ήταν κτισμένη μέσα σε ένα βράχο και βρισκόταν κοντά στον οίκο του Τούρκου κυρίου του. Εκεί πήγαινε κρυφά τη νύχτα, κοινωνούσε δε κάθε Σάββατο τα Άχραντα Μυστήρια.

Μάλιστα επέτρεψε ο Θεός να δείξει την εύνοιά Του προς τον ευσεβή Ιωάννη με ένα ασυνήθιστο θαύμα

Κάποια περίοδο πού ο αγάς – σαν ευσεβής Μουσουλμάνος – είχε φύγει σε ιερή αποδημία – προσκύνημα στη Μέκκα, ή γυναίκα του θέλησε να καλέ­σει σε φαγητό φίλους και γνωστούς για να ευχηθούν για τον ασφαλή γυρισμό και την καλή υγεία του αγά της. Καθώς έφερνε ή κυρία στους συνδαιτυμόνες το γνωστό φαγητό τής Ανατολής, το πιλάφι, στράφηκε προς τον Ιωάννη και του είπε: «Πόση χαρά θα ένιωθε, Γιοβάν, σήμερα ο αφέντης σου, αν γευό­ταν από αυτό το αγαπημένο του φα­γητό». Ό Ιωάννης με απλότητα ζήτησε ένα πιάτο με πιλάφι. Και με τη δύνα­μη τής αδιάκριτου πίστεως και θερμής προσευχής του το πιάτο θαυματουρ­γικά απεστάλη στο αφεντικό του! Οι παριστάμενοι δεν πίστεψαν. Γέλασαν… Όταν όμως μετά από καιρό επέστρε­ψε ο αγάς και έφερε πίσω το πιάτο ά­δειο με το οικόσημο τής μωαμεθανικής του οικογενείας, τότε πείστηκαν όλοι για τη δύναμη τής πίστεως του άκα­κου και φιλάγαθου και φιλάνθρωπου αυτού δούλου.

Ύστερα και από το γεγονός αυτό, το ζεύγος των κυρίων πίεζε περισσότερο τον Ιωάννη να μην κατοικεί πια στον ανθυγιεινό στάβλο και του παραχώρη­σαν δωμάτιο για να ζει με αξιοπρέπεια. Αυτός όμως και πάλι – όπως και την πρώτη φορά – ευγενικά και σταθερά αρνήθηκε. Προτίμησε να ζει ως ταπει­νός δούλος Ιησού Χριστού στο «ησυ­χαστήριο» πού τόσα χρόνια είχε αγα­πήσει μένοντας πιστός στα θελήματα του αγά του και στη διακονία και τις περιποιήσεις των άκακων και άλογων ζώων.

Έφθασε κάποτε και ή ώρα πού ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσος επρό­κειτο να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και να αναχωρήσει για τον ουρανό. Ό Όσιος μας αρρώστησε. Παρέμενε ξα­πλωμένος με υπομονή στον ταπεινό αχυρώνα του στάβλου ευγνωμονώντας τον Θεό για όλα τα δώρα πού του είχε χαρίσει. Κάποια στιγμή αισθάνθηκε ότι πλησιάζει το τέλος του και ζήτησε με ισχυρό πόθο να κοινωνήσει τα Άχραντα Μυστήρια. Και επειδή υπήρχε την περί­οδο εκείνη ατμόσφαιρα μίσους από φα­νατισμένους Τούρκους ο διακριτικός και ευλαβής ιερέας π. Θεόδωρος Παπαδό­πουλος έφερε τη θεία Κοινωνία με άκρα ευλάβεια μυστικά μέσα σε ένα μήλο. Με ιερή συγκίνηση ο όσιος και ομολογητής του Χριστού Ιωάννης κοινώνησε για τελευταία φορά. Και ειρηνικά παρέδω­σε την αγνισμένη και φωτισμένη ψυχή του στον αγαπημένο του Κύριο Ιησού Χριστό.

Ήταν 27 Μαΐου του έτους 1730. Η είδηση διαδόθηκε αστραπιαία σε ό­λο το Προκόπιο. Μεγάλο πένθος απλώ­θηκε σε όλη την περιοχή τής Καππα­δοκίας. Ο Ομέρ αγάς τον τίμησε και τον έκλαψε.

Στη συνείδηση όλων, Χριστιανών και Οθωμανών, ο δούλος του Θεού Ιωάννης ήταν ένας άγιος.

Οι Χριστιανοί του Προκοπίου ζήτησαν το σώμα του αγίου και το έθαψαν με μεγάλες τιμές. Στην κηδεία του έλαβαν μέρος και πολλοί Αρμένιοι και Τούρκοι, οι οποίοι είχαν μάθει για την αγία ζωή του.

Το 1733 ο ευλαβής ιερέας που κοινωνούσε τον άγιο Ιωάννη και ήξερε για τα μαρτύριά του, τον είδε στον ύπνο του, ο οποίος του αποκάλυψε πως το σώμα του δεν υπέστη φθορά και του ζήτησε να κάνουν εκταφή και να το έχουν μαζί τους στους

αιώνες για ευλογία και προστασία. Ο ιερέας δίστασε και τότε ένα ουράνιο φως είχε καλύψει τον τάφο και μια πύρινη στήλη ανέβαινε στον ουρανό. Οι πιστοί άνοιξαν τον τάφο και βρήκαν όντως απόλυτα άφθορο το σώμα του Ιωάννη, αν και είχαν περάσει τριάμισι χρόνια από την ταφή του, να ευωδιάζει! Το μετέφεραν με ευλάβεια και τιμές στο ναό τους χωριού, όπου άρχισαν να επιτελούνται θαύματα σε Χριστιανούς και αλλοθρήσκους.

Λίγο αργότερα σε σύρραξη του σουλτάνου με τον πασά της Αιγύπτου Ιμπραήμ, ο απεσταλμένος του σουλτάνου πασάς Οσμάν έδωσε διαταγή να καεί το ιερό λείψανο. Οι πιστοί με δάκρυα στα μάτια έβλεπαν να κατατρώνε οι φλόγες το θεοφόρο σώμα. Αλλά την άλλη μέρα, και ενώ είχε «χωνέψει» η φωτιά, βρήκαν το τίμιο λείψανο και πάλι άφθορο, απλά μαυρισμένο! Οι φλόγες το σεβάστηκαν! Το τοποθέτησαν σε αργυρή λάρνακα και εκείνο άρχισε και πάλι να κάνει θαύματα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους!

Οι Τούρκοι τον α­ποκαλούν «κουλέ Γιουβάν», αιχμάλωτο Ιωάννη. Με πίστη και αυτοί λαμβάνουν «το σιφά σουγιού», το νερό του αγιάσματος του. Με αυτό θεραπεύονται, ραντίζουν τα χωράφια, σταματούν οι επιδημίες. Μία δοξολογία εξέρχεται από τα χείλη όλων. Ή λάρνα­κα του Οσίου «ιατρείο δέδεικται πάσης ασθενείας». Έκθαμβος ο υμνογράφος τής Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας α­είμνηστος π. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης θα γράψει: «Ιδόντες σου την βιοτήν και την πτωχείαν την πολλή οι Αγαρηνοί, Ιωάννη, σφόδρα ηύλαβήθησαν η­θών σου την σεμνότητα». Και σε δόξα­σαν. Και με μεγάλη φωνή διέδιδαν ότι είσαι φίλος και οικείος του Θεού!

Κατά τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 οι ευσεβείς κάτοικοι του Προκοπίου πήραν μαζί τους το ιερό λείψανο και το μετέφεραν με μύριους κινδύνους και περιπέτειες στην Ελλάδα. Από το λιμάνι της Μερσίνας μεταφέρθηκε στη Χαλκίδα, με έξοδα της ευσεβούς οικογένειας Παπαδόπουλου. Έμεινε εκεί ως το 1925, οπότε μεταφέρθηκε οριστικά στο Νέο Προκόπιο της Εύβοιας. Το 1930 θεμελιώθηκε περικαλλής ναός προς τιμή του. Εκεί παραμένει το τίμιο σκήνωμά του μέχρι σήμερα, σε βαρύτιμη λάρνακα και μαρμάρινη περίτεχνη θολωτή βάση.

Το Νέο Προκόπιο Ευβοίας είναι ένα από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς χιλιάδων πιστών από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, κι αυτό διότι μαρτυρούνται άπειρα θαύματα από τον άγιο Ιωάννη. Καραβάνια προσκυνητών καταφθάνουν καθημερινά, να περάσουν μπροστά από τη λάρνακα του αγίου. Να τον προσκυνήσουν. Να τον παρακαλέσουν για τα προβλήματά τους ή να τον ευχαριστήσουν για τα επιτελούμενα θαύματά του!