Σάββατο 13 Απριλίου 2024

Τετάρτη Κυριακή των Νηστειών.


Στη σημερινή παραβολή, αγαπητοί μου αδελφοί, ο ευαγγελιστής περιγράφει την εικόνα ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε δαιμονική επήρεια και κατοχή. Το πνεύμα που τον κατέχει, ονομάζεται «άλαλο», σπαράσσει και παραλύει τον άνθρωπο και τον οδηγεί, πότε στη φωτιά και πότε στο νερό

«ίνα απολέσει αυτόν».

Θέλει τον θάνατο του.

Μπορεί, λοιπόν, όπως περιγράφεται στην σημερινή παραβολή, ο άνθρωπος να απολέσει την ελευθερία του και την αυτοδιάθεση του και να περιέλθει σε τέτοιο κατάσταση δαιμονικής κατοχής. Η σωματική του σκλαβιά, τον κάνει να υποφέρει. Σπαράσσει. Τρίζει τα δόντια.

Είναι εντελώς ξένο το ένα στοιχείο από το άλλο. Δεν μπορεί να συνυπάρξουν. Ο δαίμονας θέλει να απολέσει, να εξαφανίσει τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος σπαράσσει από το απολύτως ξένο στην φύση του στοιχείο.

Είναι ξεκάθαρο αγαπητοί μου αδελφοί. Καμιά σχέση δεν μπορεί να έχει η ανθρώπινη φύση με κανένα πνεύμα «άλαλο». Και σε κάθε τέτοια «συγκατοίκηση», όσο ο καθένας μας επιτρέπει, μόνο πόνος και ταλαιπωρία θα προκύπτει. Πότε στη φωτιά. θα μας ρίχνει και πότε στο ύδωρ. «ίνα απολέσει» ημάς. Από την μία υπερβολή στην άλλη.

Και όταν ο άνθρωπος χάσει την ελευθερία του και οδηγηθεί στην διαστροφή της φύσης του από την δαιμονική συνύπαρξη, τότε μόνο η δυνατή πίστη μπορεί να τον σώσει. Η πίστη των άλλων.

Ο πατέρας του δαιμονιζόμενου παιδιού, είχε πίστη. Φοβόταν όμως τον εαυτό του. Φοβόταν την φυσική του αδυναμία. Η συμβίωση του με ένα παιδί που ζούσε με τόση ένταση την αποξένωση από τον Θεό, έφερνε τον πατέρα σε απελπισία. Αυτή η απελπισία έμοιαζε με απιστία. Ο πατέρας ζητά βοήθεια για την απιστία του. Φοβάται, την απελπισία του. Και η όλη του κατάσταση τον ταπεινώνει. Και η σημερινή παραβολή αρχίζει με έναν άνθρωπο που προσέρχεται τω Ιησού, γονυπετών. Ζητά βοήθεια για το παιδί του μα και για τον εαυτό του.

«βοήθει  μοι τη απιστία».

Όταν ο άνθρωπος αγγίξει τα όρια του, τα όρια ύπαρξης και ανυπαρξίας, τότε καταλαβαίνει αυτό το «βοήθει μοι τη απιστία» και ο σημερινός πατέρας, είχε δει αρκετές φορές «το χάρο με τα μάτια του».

Και εμείς όλοι, σε κάθε ημέρα ακούμε και νιώθουμε τα σημάδια που αφήνει αυτό το πνεύμα το «άλαλο» στον κόσμο μας. Σε έναν κόσμο που ρίχνεται πότε στο πυρ και πότε στο ύδωρ σαν να θέλει τον χαμό του. Και στρεφόμαστε πότε δεξιά και πότε αριστερά για να σωθούμε. Για να μας σώσουν. Αλλά αυτοί που περιμένουμε να μας σώσουν «ουκ 

ίσχυσαν». Και ούτε θα μπορέσουν. Διότι «τούτο το γένος εν ουδενί δύναται εξελθείν ει μη εν προσευχή και νηστεία».

Και η προσευχή και η νηστεία αφορά τον καθένα μας προσωπικά. Αφορά την πίστη του καθ ενός μας προσωπικά. Η νηστεία γίνεται νηστεία μόνον σε σχέση με τον Θεό. Η προσευχή υπάρχει μόνον εκεί που υπάρχει η πίστη.

Νηστεία, πίστη και προσευχή μπορούν να κατορθώσουν τα πάντα.

Είμαστε αδελφοί μου, στην τέταρτη Κυριακή των Νηστειών. Ο Χριστός θεραπεύει τον δαιμονισμένο κόσμο μας, τον κόσμο που ανατινάζει τρένα και αθώους ανθρώπους σαν να ζητά επίμονα «ίνα απολέσει αυτώ», και μιλά και διδάσκει για προσευχή και νηστεία.

«και ουκ ήθελεν ίνα τις γνώ», να μην γνωρίζουν. Ποιοι; Μα αυτοί  που σε λίγες μέρες θα τον σταυρώσουν και θα τον αποκτείνουν.

«και εκείθεν εξελθόντες παρεπορεύοντο δια της Γαλιλαίας»…

Ας εξέλθομε και εμείς αδελφοί μου, εκείθεν, και ας προχωρήσομε. Έχουμε την ελπίδα μας στο Χριστό. Σαν νεκρός εγένετο ο δαιμονισμένος, σαν νεκρός. «ο δε Ιησούς κρατήσας αυτόν της χειρός ήγειρεν αυτόν, και ανέστη». Σαν νεκρός γίνεται ο κόσμος μας. Μα δεν είναι νεκρός. Σαν νεκρός μοιάζει και ο εαυτός μας άλαλος και κωφός, αλλά ο Χριστός μας κρατά από το χέρι, μας εγείρει, μας οδηγεί στην Ανάσταση.

Αλλά μέχρι την δικιά του Ανάσταση, «ουκ ήθελε ίνα τις γνώ». Μέχρι την δική Του Ανάσταση, ας πορευτούμε με νηστεία και προσευχή.

Και όποιος μπορεί, με δάκρυα.

«πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τη απιστία».



ΤΕΤΑΡΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Εκ του κατά Μάρκον

«αλλ ει τι δύνασαι, βοήθησον ημίν σπλαχνισθείς εφ ημάς»

Ο πόνος του πατέρα μεγάλος σε αυτήν την παραβολή. Πολύχρονος, παιδιόθεν ο υιός του βασανίζεται από πνεύμα ακάθαρτο και συνεχώς η ζωή του είναι σε θανάσιμο κίνδυνο. Αδύνατη όμως η πίστη του πατέρα και με αυτήν του την αδυναμία προσπίπτει στα πόδια των μαθητών του Χριστού αρχικά και στον ίδιον τον Χριστό στη συνέχεια. Οι μαθητές «ουκ ίσχυσαν».

Όση δύναμη έχει αυτό το πνεύμα το ακάθαρτο να κάνει αυτόν τον άνθρωπο να αφρίζει, να παραλύει να πέφτει στο ύδωρ και στο πυρ, τόσο αδύναμοι εμείς όλοι γύρω. Να βρισκόμαστε απέναντι στο Κύριο και η δύναμη μας να φτάνει μέχρι το «ει τι δύνασαι», όλη αύτή η ισχυρότατη σύγκρουση μας με τις δυνάμεις του σκότους, με την σφοδρότητα που μας κάνουν να παραλύουμε, να ριχνόμαστε πότε στο πυρ και πότε στο ύδωρ της απελπισίας που μας οδηγεί η παιδιόθεν συνύπαρξη μας με τις δαιμονικές επιρροές. Πνεύμα άλαλο μας επηρεάζει, όχι με φωνή αλλά με τις δυνατότητες που έχει να εισχωρεί εντός μας.

Πνεύμα κωφόν, γιατί δεν θέλει τίποτα ν’ ακούει από τον θαυμαστό κόσμο της Δημιουργίας. Κι έτσι κι εμείς γινόμαστε κωφοί στην υπέροχη μουσική τού Σύμπαντος και ακούμε μόνο τις προτροπές του περιβάλλοντος, άλλων κωφών και άλαλων που μας προτρέπουν πότε στο πυρ και πότε στο ύδωρ και μας άγουν και μας φέρουν όπως εκείνοι άγονται και φέρονται.

Όμως, αδελφοί μου, παρά την υποδούλωση μας, παιδιόθεν συνυπάρχοντες με αρνητικές για εμάς δυνάμεις, δεν μπόρεσαν ποτέ ένα πράγμα: να μας αποκτείνουν!

Είμαστε έργα κατ εικόνα και ομοίωση του Θεού. Οδηγούμαστε παράλυτοι, δίχως επίγνωση στο θάνατο, άλλα τίποτα δεν μας βλάπτει. Και όταν ο Νους μας, αυτός σε τόση οικειότητα με τον Χριστό, φθάνει έστω στο «ει τι δύνασαι, βοήθησον ημίν» τότε να είμαστε ευτυχείς.

Ο Νους μας, παιδιόθεν, ενεργεί προς τον Θεόν και όσο κωφοί και άλαλοι και αν γινόμαστε, φερόμενοι πάντοτε υπό πνευμάτων ακαθάρτων στα πρόθυρα του θανάτου, αδελφοί μου, ο Νους μας προ-εύχεται. Με αυτόν τον Νουν, συνδιαλέγεται ο Θεός και τον προτρέπει να πιστέψει. «ει δύνασαι πιστεύσαι πάντα δυνατά τω πιστεύοντι». Εάν ο Νους μας που πάντοτε έτεινε προς τον Θεόν, ακούσει, τότε «κράζοντες μετά δακρύων» θα πούμε: «Πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τη απιστία». 

Και τότε θα δούμε τη διαφορά στο σώμα μας. Θα σπαράξει αυτό το σώμα μας που παιδιόθεν αφήσαμε να συμβιώνει με δαίμονες τόσο που να μη διαχωρίζεται πλέον από αυτούς. Και όταν δύναμη Θεού εξέλθει από μέσα μας, θα γίνουμε, σαν νεκροί. Τόσο φοβερή η ταύτιση μας με τους δαίμονες. Άδειοι, δίχως αυτούς, δίχως την ένταση που μας έριχνε πότε στο ύδωρ και πότε στο πυρ των προσωπικών μας περιπετειών. Γενόμεθα ωσεί νεκροί γιατί στην ως τώρα ζωή μας κωφοί και άλαλοι ακούγαμε μόνο τις επιθυμίες μας και λαλούσαμε συνεχώς γύρω από αυτές. Και πάντα ο Χριστός μας κρατά από το χέρι και μας ανηστά στην όντως Ζωή.

Με Προσευχή και Νηστεία. Γιατί έτσι δαμάζονται οι δαίμονες της ζωής μας. Γιατί αρχίζουμε να υπάρχουμε και να έχουμε ώτα για να ακούμε και γλώσσα κάτι για να λαλήσουμε. Η προσευχή μας φέρνει ενώπιον του Θεού, πρόσωπον προς πρόσωπον, και η νηστεία μας αποκαλύπτει την πραγματικότητα του σώματος μας, ενός σώματος, που όσο δεν το ασκούμε δεν μας ανήκει. Ανήκει στις επιθυμίες μας και άγεται και φέρεται δίχως την δική μας θέληση. Για αυτό και τα σώματα μας αρρωσταίνουν δίχως ισορροπία, δίχως εναρμόνιση με τον Νουν, ο οποίος παραμένει έξω του σώματος και εμείς έξω από τον Νουν μας, περιπλανώμεθα. Η προσευχή και η Νηστεία νεκρώνει αυτή την σατανική αποξένωση σώματος-Νου και οδηγεί το Όλον άνθρωπον σαν ενότητα, πλέον αναστημένο, σε συμπόρευση με τον Χριστό,

«κρατήσας αυτόν της χειρός» τόσο κοντά!

Μόνον με την Νηστεία και την Προσευχή.