Αφού ο Χριστός μένει μέσα μας, τι άλλο να
ζητήσει κανείς; Ποιο αγαθό λείπει;
Διότι η προσφορά του Κυρίου στην Τράπεζα αυτή
(στη Θεία Ευχαριστία) εγκαθιστά εμάς μέσα στον Χριστό, αλλά και τον Χριστό μέσα
μας. Λέει ο Κύριος: «Αυτός που
τρώει το Σώμα μου και πίνει το Αίμα μου μένει μέσα μου κι εγώ μέσα σε εκείνον». Κι αφού ο Χριστός
μένει μέσα μας, τι άλλο να ζητήσει κανείς; Ποιο αγαθό του λείπει; Γιατί αφού
κατοικούμε μέσα στον Χριστό, ποιον ή τι άλλο να ποθήσουμε; Εκείνος είναι και ο
κάτοικός μας και η κατοικία μας. Και είμαστε ευτυχισμένοι, επειδή είναι ο Ίδιος
η κατοικία μας, αλλά και γιατί κι εμείς γίναμε κατοικία για Εκείνον.
Σε μας λοιπόν που έτσι μας φέρεται ο Κύριος,
τι από τα αγαθά μας λείπει;
Πώς γίνεται να μετέχει ο ευτελής άνθρωπος στη
λαμπρότητα των όσων συμβαίνουν εκείνη την ώρα; Τι πονηρό θα μπορούσε να σταθεί
μπροστά σε ένα τέτοιο σωρό αγαθών;
Ποια αμαρτία που έχουμε μπορεί να αντέξει και από αυτές
που δεν έχουμε ποια να μας προσβάλει, όταν ο Χριστός με τέτοιο τρόπο είναι
πραγματικά μαζί μας και γεμίζει ολόκληρο τον εαυτό μας και κατοικεί σε όλο μας
τον εσωτερικό κόσμο και παράλληλα είναι και γύρω μας; Αφού τα βέλη που έρχονται
εναντίον μας για να μας βλάψουν τα εμποδίζει και μπαίνει μπροστά για να μας
προστατέψει από κάθε μεριά· γιατί είναι η
κατοικία μας. Αν κάτι είναι ευτελές, απωθώντας το το απομακρύνει· γιατί είναι
και κάτοικος και γεμίζει με τη παρουσία του όλη την κατοικία Του.
Και δεν μεταλαμβάνουμε ένα μέρος Του, αλλά
ολόκληρο τον Χριστό.
Κι αν τον παρομοιάσουμε με Ήλιο, δεν
μεταλαμβάνουμε κάποια ακτίνα ή το φως Του, αλλά τον ίδιο τον Ήλιο δεχόμαστε
στις ψυχές μας, με έναν τρόπο που και κατοικεί μέσα μας κι εμείς μέσα Του και μας
περιβάλλει ολόκληρους, αλλά κι εμείς περιβάλλουμε Εκείνον. Έτσι,
αλληλοεισχωρεί το θείο στο ανθρώπινο και γινόμαστε ένα. Και από εκείνη τη
στιγμή και η ψυχή και το σώμα και όλες μας οι δυνάμεις γίνονται πνευματικές
(μετέχουν στην άκτιστη ενέργεια του Θεού). Γιατί η ψυχή μας ενώνεται με την
ψυχή του Χριστού και το σώμα μας με το Σώμα Του και το αίμα μας με το Αίμα Του.
Και τι συμβαίνει από εκεί και πέρα; Το αγαθότερο και ισχυρότερο επικρατεί στο
πιο αδύναμο: το θείο δηλαδή επικρατεί στο ανθρώπινο και γίνεται αυτό που λέει ο
Παύλος για την Ανάσταση:
«Η φθαρτότητα καταπίνεται από τη Ζωή», αλλά και το: «Δεν ζω πια εγώ,
αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός».
Μα τι τεράστιο μυστήριο!
Πώς είναι δυνατόν ο νους του Χριστού να
αναμειγνύεται με τον δικό μας νου και η θέλησή μας με τη θέληση Εκείνου και το
σώμα μας με το Σώμα Του και το αίμα μας να ενώνεται με το Αίμα Του; Και
μεταβάλλεται ο νους μας, όταν κερδίζεται από τον θείο νου και η θέλησή μας, όταν
μεταμορφώνεται από εκείνη τη μακαρία θέληση του Κυρίου και το χωματένιο σώμα
μας, όταν φλέγεται από το Πυρ Εκείνο!
Μάλιστα, το ότι αυτά συμβαίνουν με αυτόν
ακριβώς τον τρόπο μας το δείχνει ο Παύλος, όταν λέει ότι δεν έχει ο ίδιος τον
δικό του νου, δική του θέληση και ζωή, αλλά ότι όλα αυτά μέσα του είναι εν
Χριστώ. Λέει: «Νου Χριστού έχουμε» και «Εσείς ζητάτε να λάβετε απόδειξη εκ
μέρους του Χριστού, ο οποίος μένει εντός μου και λαλεί με το στόμα μου» και
«Νομίζω ότι έχω και εγώ Πνεύμα Θεού» και «Σας αγαπώ με τα σπλάχνα μου που ανήκουν ολοκληρωτικά
στον Χριστό», απ’ το οποίο φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχει την
ίδια θέληση με Εκείνον και συνοψίζοντας τον λόγο του λέει: «Δεν ζω πια
εγώ, ζει μέσα μου ο Χριστός».
Και είναι τόσο τέλειο αυτό το Μυστήριο, ώστε
να διαφέρει από κάθε άλλη τελετή και να οδηγεί στην ίδια την Κορυφή των αγαθών.
Γιατί εκεί κάθε ανθρώπινος μόχθος και
πόθος φτάνει στον τελευταίο του σκοπό. Γιατί συναντάμε τον ίδιο τον Θεό
μέσα Του και ο Θεός ενώνεται με εμάς με την πιο ολοκληρωτική ένωση.