Δευτέρα 3 Αυγούστου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΝΑΤΗ Εκ του κατά Ματθαίον


«Θαρσείτε, εγώ ειμί. Μη φοβείσθε »

Ο Κύριος ανέβει εις το όρος κατ ιδίαν προσέυξασθαι. Μόνος, ενώ τους Μαθητές ανάγκασε
«εμβήναι εις το πλοίον και προάγει αυτούς εις το πέραν.»
Αυτό το «πέραν» αδελφοί μου είναι ο τόπος του καθενός μας. Είναι η χώρα της δοκιμασίας μας, εν μέσω της θαλάσσης βασανιζόμενοι υπό των κυμάτων.
Αναγκασμένοι να ζούμε πάνω στο πλοίο στον κόσμο τούτο, και ο άνεμος ενάντιος.
Αυτό το «πέραν» πού μας φοβίζει όμως, είναι εκεί που ο ίδιος ο Θεός μας όρισε να βρεθούμε
«ανάγκασε εμβήναι εις το πλοίον».
Κι όταν γίνει, απόγευμα, όταν ο κόσμος μας φθάνει στη δύση του, όταν διαλύονται οι όχλοι, ο τόπος και ο χώρος παίρνει μίαν απλή διάσταση ξεκάθαρα. Ο Χριστός εις το όρος προσευχόμενος και οι Μαθητές επάνω στο πλοίο δοκιμαζόμενοι υπό των κυμάτων.
Δοκιμαζόμενοι όλοι μας από τις αλλαγές, το απρόβλεπτο, τον κίνδυνο και τον θάνατο. Μα, πάνω στο πλοίο. Τι είναι το πλοίο; Μα τι άλλο από την ίδια την Εκκλησία. Εκεί όρισε ο Θεός να βρισκόμεθα, στη μέση της θάλασσας. Προχωρημένη ώρα, Τετάρτη.
Φυλακή της νυκτός μας λέγει το Ευαγγέλιο, έρχεται ο Ιησούς, «περιπατών επί της θαλάσσης.»
Έρχεται ο Ιησούς για να μας συναντήσει ξεπερνώντας την φύση των κυμάτων, να πλησιάσει το Πλοίο, την κλυδωνιζόμενη Εκκλησία, στη μέση της θάλασσας. Και οι Μαθητές, «εταράχθησαν λέγοντες ότι φάντασμα εστί.»
Ο Πέτρος θέλει να ξεπεράσει τα όρια του, θέλει να μοιάσει του Χριστού, θέλει να περπατήσει πάνω στη θάλασσα. Θέλει να αλλάξει. Αυτό όμως που δεν άλλαξε είναι η ίδια η θάλασσα και ο άνεμος, ο ενάντιος. Ο εξωτερικός κόσμος δεν άλλαξε και ας αναγνώρισαν οι Μαθητές ότι δεν είναι φάντασμα ο ερχομός του Κυρίου.
Ότι περπάτησε ο ίδιος πάνω στα κύματα, δεν άλλαξε την φύση των κυμάτων. Δεν έρχεται ο Χριστός στον κόσμο για να αλλάξει την φύση του κόσμου. Θέλει όμως να αλλάξει την φύση των ανθρώπων. Των δικών Του ανθρώπων. Για αυτό και προσήυχετο. Για αυτό και απέλυσε τους όχλους και έμεινε μόνος. «κατ ιδίαν».
Ο Πέτρος «βλέπων τον άνεμο ισχυρόν εφοβήθη, και  αρξάμενος καταποντίζεσαι, έκραξε λέγων. Κύριε, σώσον με.»
Ολιγόπιστος. Εις τι εδίστασε;
Μα σε τι διστάζουμε όλοι μας; Αφού γνωρίζουμε τον Χριστό και τπν Δύναμη Του και την αγάπη του.
Διστάζουμε γιατί δεν ξέρουμε ότι όλα, και ο άνεμος και η θάλασσα και το περασμένο της νυκτός είναι ένας κόσμος υποταγμένος στον Θεό, είναι κάτω από τα πόδια του Θεού.
Είναι ένας κόσμος συνάντησης με τον Θεό.
«και εμβάντων αυτών εις το πλοίον, εκόπασεν ο άνεμος »
Όταν γνωρίσαμε τον Χριστό, όταν μπήκαμε στην Εκκλησία Του «εκόπασεν ο άνεμος»
Η γαλήνη άρχισε να βρίσκει χώρο στις ταραγμένες μας καρδιές και κάπου, άλλοτε κοντά άλλοτε μακριά να φαίνεται ότι φθάνουμε σε «γη Γεννησαρέτ».
Γιατί όλο αυτό το ταξίδι μέσα στην Εκκλησία αυτό τον προορισμό έχει. Ελθόντες, να προσκυνήσουμε αυτώ,
λέγοντες. Αληθώς Θεού Υιός εί.
Μην γελαστείτε ποτέ αδελφοί. Ούτε να νομίσετε ανέμους και θάλασσες για αληθινά και τον Χριστό για φάντασμα. Για αυτό είμαστε μέσα στο Πλοίο της Εκκλησίας. Για αυτήν την αποκάλυψη. Για αυτό μας έστειλε ο Θεός «εις το πέραν» για να συναντηθούμε πάλιν, Τετάρτη φυλακή της νυκτός, λίγο πριν το ξημέρωμα να διαπεράσουμε, εις γην Γεννησαρέτ.

Αμήν.