Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ YΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


Μαθαίνουμε το σώμα μας μέσα από το σώμα των άλλων.
Επιθυμία της σάρκας γίνεται η αφετηρία της ύπαρξης μας. Δύο άνθρωποι συναντώνται, συνευρίσκονται και συνουσιάζονται μέσα στην δική τους ανθρώπινη ορμή για ζωή. Και γεννούν εκείνοι εμάς και εμείς άλλους στην συνέχεια. Μια ατέλειωτη αλληλουχία σωμάτων, νέων συνδυασμών τέλειων φύσεων ανθρωπίνων υποστάσεων προορισμένων να ζήσουν και να σαρκώσουν την Θεία βούληση για Ζωή. Για όντως ζωή. Γεννιόμαστε σώματα και ψυχή, και παρουσιαζόμαστε έτσι απέναντι στους άλλους. Η ευχαρίστηση της σύλληψης, ο πόνος του τοκετού. Η χαρά της ζωής και η θλίψη του θανάτου. Η χαρά της συνάντησης και ο πόνος του αποχωρισμού. Η πορεία μας μέσα στον κόσμο. Για εμάς του κόσμου. Και εκ του κόσμου. Η φυσική θέληση και η φυσική μας εξέλιξη μέσα σε έναν κόσμο με τους δικούς του νόμους. Θα γεννηθούμε και θα ταξιδέψουμε με αυτό το σώμα το θνητό. Και θα γνωρίσουμε κι άλλα σώματα, θνητά και αυτά. Και θα αγαπήσουμε και θα ερωτευτούμε και θα φροντίσουμε και θα χάσουμε πίσω από το αδιαπέραστο τείχος του θανάτου. Σώματα αγαπημένα. Και θα ανακαλύψουμε μέσα από όλα αυτά και το δικό μας σώμα. Το άγνωστο. Και θα χαρούμε με τις χαρές του και θα πενθήσουμε με τις λύπες του. Και κάποτε εντελώς αναπάντεχα θα το ιδούμε να γερνά, να αλλάζει να ετοιμάζεται να γίνει κάτι άλλο. Να πεθάνει.
Σήμερα όμως συναχθήκαμε εδώ για να γιορτάσουμε μιαν άλλη πραγματικότητα.
Μιαν άλλη δυνατότητα. Εκείνη της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Εκείνη της Ασπόρου και Αμώμου Συλλήψεως. Ενός τόκου Παρθενικού. Μιας πορείας Θεανθρώπινης, μιας πρωτοφανούς καταστάσεως.
Και πριν και μετά τόκον Παρθένος. Μια ύπαρξη εκτός επιθυμίας. Εκτός θελήματος της σαρκός, εκτός αμαρτίας. Η πορεία της Παναγίας, πορεία προς την θέωση δίχως την εγωκεντρική αγωνία της ανθρώπινης μεταπτωτικής φύσης. Ελεύθερης να αγαπήσει τον Θεό και να υπάρξει ελεύθερα σαν πρόσωπο θεούμενο μέσα στην αγάπη του Θεού.
Αυτή η τελειότητα της Παναγίας αλλοίωσε οριστικά τη δικής μας πορεία. Η δική Της θεοτοκία έσωσε τα δικά μας σώματα. Έτσι γεννιόμαστε και Την έχουμε από την αρχή, Μητέρα. Είμαστε παιδιά και έρχεται ως Γλυκοφιλούσα. Βαδίζουμε το δύσκολο ταξίδι και συνοδοιπορεί μαζί μας ως Οδηγήτρια. Την ανακαλύπτουμε πάντα απέναντι μας ως Ένθρονη, Περίβλεπτο, ως Υπερμάχο Στρατηγό. Στην λύπη μας είναι η των Πάντων Χαρά, στην χαρά μας κρατήρ κιρνών αγαλλίασιν.
Περνάμε από τόπο σε τόπο προσπαθώντας να ζήσουμε ό,τι νομίζουμε σωστό. Ή να αποκτήσουμε ό,τι νομίζουμε ότι μας ανήκει. Ένα ταξίδι τις  
περισσότερες φορές μάταιο, όμως απαραίτητο για να καταλάβουμε τι είναι μάταιο.
Και θα Την δούμε πάντα ίδια και πάντα διαφορετική, ανάλογα πώς αλλάζει, αν αλλάζει, ο τρόπος που βλέπουμε. Θα είναι η Παναγιά η Γοργόνα, η Μπαλουκλιώτισσα, η Σουμελά. Για τους θαλασσινούς, Θαλασσινή, για τους σκλάβους η Παναγιά του Κάστρου. Για εκείνους που φυλλάτουν Θερμοπύλες, η Υπέρμαχος Στρατηγός. Για τους πληγωμένους η Παραμυθία, για τους μόνους η Μόνη Ελπίς. Για εκείνους με την βαρεία συνείδηση, η Αντιφωνήτρια. Για τους απελπισμένους, η Γοργοεπήκοος. Για όλους Όλα και εμείς θα μεγαλώνουμε μαθαίνοντας τα Ονόματα Της. Ίσως γινόμαστε κάπου, κάποτε, για λίγο και εμείς παραμυθούντες, πάντων χαρά, και γοργοεπήκοοι στον πόνο του άλλου. Σε μια φυσική πορεία από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση. Στο φυσικό μας ταξίδι από το είναι στο όντως είναι. Θα Την συναντήσουμε στο Γεννέσιον Της και στα Εισόδεια Της. Όταν όλα θα ξαναγίνουν μέσα στην υπέροχη χαρά της άνοιξης καινούργια θα γιορτάσουμε τον Ευαγγελισμό Της. Οι χαιρετισμοί Της, 24 οίκοι γεμάτοι νοήματα. Θα τους αναγνώσουμε με δίψα, πάλι και πάλι.
Και τώρα, στην καρδιά του καλοκαιριού, που τα σώματα μας αποβάλλουν καλύμματα, που η λάμψη του ήλιου μας οδηγεί πιο κοντά στην αλήθεια του σώματος μας, τώρα που η φύση δίπλα μας προσφέρεται γεμάτη καρπούς, που χάρις στον κόπο και την ευλογία του Θεού τα πάντα αποδίδουν μα και αποδίδονται, ερχόμαστε να ζήσουμε την Κοίμηση αλλά και την Μετάσταση Της. Αυτό το αναπάντεχο, αλλά υπαρκτό γεγονός. Εκείνη που βάδισε έναν δρόμο διαφορετικό και έσωσε για πρώτη φορά το σώμα όχι από τον θάνατο, αλλά από την φθορά. Διότι όπως φαίνεται δεν είναι ο θάνατος η αιτία της φθοράς.
Η Παναγία δια του θανάτου Της σήμερα οδηγεί τα σώματα πέραν της φθοράς. Και Την ακολουθούμε συνεορτάζοντας Κοίμηση και Μετάσταση και εμείς εδώ, με σώματα και ψυχές που ποθούν την λύτρωση, που αγωνιούν συνειδητά για τον προσωρινό χωρισμό του φυσικότατου δεσμού. Γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε μέσα στον φόβο της αλλαγής και του θανάτου.
Και σήμερα εορτάζουμε την Αλλαγή και τον Θάνατο. Ως Μετάσταση.
Από τα Εντεύθεν εις τα Επέκεινα.

Με την Χάρη της Παναγίας.



Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗς ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Προσευχή είναι η εδραίωση της επαφής με τον Θεό»
Κάθε στιγμή μπορεί να είναι μια στιγμή προσευχής, όταν πίνουμε ένα ποτήρι νερό, όταν κοιτάμε τον ουρανό, όλες οι σωματικές μας ενέργειες είναι προσευχές. Το σώμα μας δίνει ευγνώμονες ευχαριστίες, όταν διψά και πίνει νερό, ή όταν βουτάμε στην δροσερή θάλασσα καταμεσής μίας ζεστής ημέρας. Όλη μας η ύπαρξη, μελωδεί ύμνο ευχαριστίας προς τον Πλάστη μας.
Η Παναγία είχε δοθεί, ολόκληρη, στην προσευχή, από την αρχή. Εμείς, έξαφνα, αποσπασματικά, μερικές φορές εν διαστάσει το σώμα μας με την ψυχή, αιφνιδιαζόμεθα από την διάσταση της προσευχής, και από το πώς ενεργεί πάνω μας. Η Παναγία ζούσε την φυσική κατάσταση της ενότητας της τριμερούς της ύπαρξής της, με τον Κόσμο και την τριαδική Θεότητα.
Έτσι ή ψυχή και το σώμα της, διαπνέοντο από αυτήν την εν χάριτι ενότητα και επικοινωνία. Καμία σύγκρουση, καμία αντιπαράθεση ή ανυπακοή. Εγώ και εγωκεντρικός εαυτός στην Παναγία δεν υπήρξε ποτέ. Γι αυτό δεν είχε χώρο ή αμαρτία. Γιατί το εγώ, είναι κατά κάποιο τρόπο, μια επανάσταση κατά του Θεού, μια δημιουργία έξω από τη Δημιουργία του Θεού, ένα σύνορο εκτός Παραδείσου και πολλές φορές, για πολλούς από εμάς, ή αρχή του τόπου της κολάσεως μας.
Αυτό το Εγώ, δεν «έφτιαξε» ποτέ η Παναγία, για αυτό έμεινε, ο όντως, εαυτός της, και εντελώς φυσικά «έκλεινε» προς τον Θεό, ολόκληρη την ύπαρξη της. Και το ίδιο φυσικά -και όχι υπερφυσικάέκλεινε» και ο Θεός προς Εκείνη και την κατέστησε Θεοτόκο. Διότι στο σώμα και την ψυχή της Παναγίας δεν υπήρξε ταύτιση με την ύλη ή τον κόσμο, και έμειναν και τα δύο ενωμένα προς τον Θεό και μεταξύ τους, ώστε να χωρέσουν τον Αχώρητο.
Διότι εάν ο άνθρωπος δεν ενσωματώσει την αμαρτία δεν θα γνωρίσει τον θάνατο. Γιατί, χάριτι Θεού, ο άνθρωπος είναι Αθάνατος. Η υπακοή της Παναγίας, στο θείο θέλημα, ανα-καλύπτει στην ίδια την Θεοτόκο, την ενότητα της ανθρώπινης φύσης, την εσωτερική ενότητα σώματος και ψυχής και την υποστατική ενότητα με την θεότητα.
Έτσι η Παναγία μεθίσταται σήμερον από την Γη προς τον Ουρανό εν σώματι, διότι η πυκνότητα του σώματος δεν την οδηγεί προς τα κάτω, θεώμενο το σώμα από την άνευ όρων παράδοση του στη θεότητα, «ακολουθεί» την ψυχή, μιας και ούτε ένα λεπτό δεν χωρίσθηκαν.
Το σώμα δηλαδή της Παναγίας, ποτέ, δεν «κοίταξε» προς την Γη, δεν αποχωρίσθηκε της ψυχής, για να «ενωθεί» με την ύλη. Και έγινε η Γέφυρα, απ’ όπου μπόρεσε να περάσει ο Χριστός, το μόνο σταθερό
 σημείο στο Σύμπαν, απ’ όπου κατέβηκε ο Υιός του Θεού προς τον Κόσμο. Έτσι και σήμερα, αυτή, ή ψυχοσωματική ενότητα, παραμένει
ενιαία, δεν διασπάται ο φυσικότατος δεσμός, και η Θεοτόκος, μεθίσταται, ολόκληρη, προς τον προορισμό της.
Εμείς, καθημερινά, βιώνουμε την απόσταση, ανάμεσα στο σώμα μας και την ψυχή μας, ανάμεσα σε μας και τον Θεό, σαν απείρως τεράστια ,ενώ απόσταση ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Βιώνουμε την απόσταση με τον συνάνθρωπό μας, τον πλησίον μας, σαν τεράστια, τόσο πού ούτε βλέπουμε, πραγματικά, ούτε ακούμε κανέναν. Μόνο τον ίδιο μας τον «εαυτό» αναζητούμε στους γύρω ή στα κτίσματα. Διότι απ’ τη στιγμή πού θα απολέσουμε την τριαδική μας υπόσταση (λόγω αμαρτίας, λόγω του εγώ) αυτόματα εκπίπτουμε του Παραδείσου της διαρκούς συνομιλίας με τον Θεό και της συμπαντικής ενότητας με τους άλλους και με τον Κόσμο.
Αυτό μας ακυρώνει την δυνατότητα της θέωσης μας μέσω της Θεοτοκίας και μας οδηγεί προς τον «φυσικό» θάνατο, δηλαδή τον μη φυσικό χωρισμό σώματος και ψυχής. Διότι, πρέπει εδώ να το πούμε, θάνατος πραγματικός δεν υπάρχει. Αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε σαν θάνατο, είναι η απώλεια της μορφής, έτσι όπως την γνωρίζουμε σαν σωματο-ψυχική.
Έτσι, αφού λόγω της επανάστασης μας απέναντι του Θεού, χάσαμε την όραση της καθόδου και της ανόδου ολόκληρης της κτίσης προς τον Θεό, παραμένουμε έντρομοι εμπρός, στο μυστήριο του θανάτου.
Σήμερα, όμως, αναγνωρίζουμε στο πρόσωπο της Παναγίας, αυτή την άνοδο ολόκληρης της ανθρωπότητας προς το Όλον.
Να δούμε στη Μετάσταση, όχι ένα θαύμα, αλλά την πραγματικότητα. Να δούμε στον δικό μας φόβο θανάτου, μόνο την αντίσταση και την αμαρτία. Και να εντρυφήσουμε όλοι, σήμερα σε αυτή την εορτή, τον φόβο μας, σαν ποιότητα και ποσότητα, και μέσα από αυτή την διαπίστωση, ο καθ’ ένας μας προσωπικά, ας μετρήσει πόσο θάνατο, έχει επιτρέψει να φιλοξενεί ή πόσο Θεό Μέσα Μας. Δηλαδή, πόσο Θεοτόκοι, εν χάριτι ή πόσο θανατο-τόκοι εν θελήματι έχουμε γίνει.
Και από αυτό το μέτρημα, σήμερα, ας ξεκινήσουμε, εκούσια, την πορεία εκ του θανάτου, προς τη Ζωήν, έτσι ώστε, η ποσότητα και η ποιότητα του Θεού, που κυοφορούμε μέσα μας, έτσι και αλλιώς, από την στιγμή της σύλληψής μας, να αυξάνεται πνεύματι και δυνάμει, ώστε να πραγματώσουμε συνειδητά, τον σκοπό της ζωής μας.
Την επιστροφή μας εκεί απ’ όπου προήλθαμε.