Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2025

Σάββατο της Τυροφάγου.

 Οίδε γαρ ο Πατήρ Υμών ων χρεία έχετε προ του υμάς αιτείσαι ημών.

Ο Θεός γνωρίζει τις ανάγκες μας. Γνωρίζει τις πραγματικές μας ανάγκες. Αυτές που δεν γνωρίζουμε εμείς. Και μας ζητά να προσευχηθούμε, να αγιασθεί το όνομά Του, να έλθει η βασιλεία Του, να γίνει το θέλημά Του.

Αυτά που συνήθως ξεχνάμε εμείς. Εμείς που ζητάμε αυτά που έχουν να κάνουν με το δικό μας όνομα, τη δική μας βασιλεία και το δικό μας θέλημα.

Πράγματα περιορισμένα, πρόσκαιρα, πολλές φορές μάταια και ψευδή. Μας ζητά να αρκεστούμε στον άρτον ημών τον επιούσιο, στη γλυκιά τροφή που θα μας εξασφαλίσει την σημερινή μας υλική επιβίωση και να συγχωρήσουμε αυτούς που μας χρωστάνε, ή νομίζουμε ότι μας χρωστάνε.

Πόσο πλούσια, αδελφοί μου, τα νοήματα σήμερα.

Αυτός που ξέρει τις ανάγκες μας ζητά να Τον αναζητήσουμε, να ψάξουμε την βασιλεία Του και το θέλημά Του, έτσι όπως γίνεται στον ουρανό να γίνει και στη γη.

Μας γνωρίζει και θέλει μέσα από τη προσευχή να τον γνωρίσουμε. Να παραμερίσουμε το περιορισμένο αίτημα και να ανοιχτούμε στο άγνωστο. Είναι αυτό που λέει βασιλεία Των Ουρανών. Το άγνωστο.

Κάτι πέρα από τον άρτο τον επιούσιο, κάτι που προϋποθέτει να αποδεσμευτούμε απ’ ότι μας δένει με τους συνανθρώπους μας, τους γνωστούς. Να τους συγχωρήσουμε για να δούμε πέρα απ΄ αυτούς τι συμβαίνει. Πέρα από το καθημερινό ψωμί. Αυτό είναι η προσευχή.

Ένα άνοιγμα στο άγνωστο. Που ποτέ δεν πρέπει να κλείνεται σε γνωστά και τετριμμένα αιτήματα.

Όλα αυτά, όπως μας λέει σήμερα το Ευαγγέλιο, τα γνωρίζει ο Πατέρας πριν τα ζητήσουμε. Γι’ αυτό μας παρακινεί να ζητήσουμε κάτι άλλο:

Δηλαδή Βασιλεία Ουρανών, Αγιότητα Του Ονόματός του Θεού.

Να αφήσουμε λοιπόν το συνάνθρωπο μέσα από τις καρδιές μας.

Να πάψουμε έστω και για λίγο να ζούμε φυλακισμένοι και να κοιτάζουμε προς Τον Ουρανό.

Προσευχή είναι εκπαίδευση σε μια σχέση προσωπική, στην οποία για να μπεις πρέπει να έχεις εμπιστοσύνη. Να ξέρεις ότι ο Άλλος σε ξέρει και ξέρει και τις ανάγκες σου, έτσι ζητάς κάτι καλύτερο: Να τον γνωρίσεις και η προσευχή αντί να είναι επανάληψη μιας μονότονης και μονόπλευρης ζωής γίνεται το άνοιγμα σε ένα χώρο ελευθερίας.

Σε αυτό το χώρο υπάρχουμε αληθινά.

Και σήμερα μας δίνεται μια σημαντική πληροφορία: Ότι ο Θεός ξέρει τις ανάγκες μας πριν τις ζητήσουμε εμείς.

Ας προσευχηθούμε τότε για κάτι άλλο……


Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2025

Πώς ακούνε οι Άγιοι τις Προσευχές μας;

 

 Πολύ χαίρομαι που σου άρεσαν όσα σου έγραψα για τον αιθέρα. Δέξου πως υπάρχει και κράτα τον αδιάλειπτα στο νου σου, Θα δεις πόσο θα σε βοηθήσει αυτό. Εξηγεί τόσα πράγματα, δίνει τόση παρηγοριά!

Ίσως έχεις ακούσει κάποιους να ρωτάνε: “Πώς ακούνε οι άγιοι τις προσευχές μας;”. Ίσως κι εσύ η ίδια να έχεις αναρωτηθεί για το ίδιο πράγμα. Απαντήσεις και απαντήσεις έχουν δοθεί, μα το ερώτημα παραμένει ακόμη αναπάντητο Κατά τη γνώμη μου, αν δεχθούμε την ύπαρξη ενός στοιχείου ,όπως ο αιθέρας ,τότε δεν είναι δυνατό να μην ακούνε οι άγιοι τις προσευχές μας.

Ξέρεις πώς λειτουργεί ο ηλεκτρικός τηλέγραφος; Στην Πετρούπολη , για παράδειγμα, ενεργοποιούν έναν ειδικό μηχανισμό . Την ίδια στιγμή η ενέργεια αυτή αντανακλάται σ’ έναν όμοιο μηχανισμό, που βρίσκεται, ας πούμε, στη Μόσχα. Τότε και ο δεύτερος μηχανισμός ενεργοποιείται όπως ο πρώτος . Γιατί; Επειδή οι δύο μηχανισμοί , πρώτον, είναι του ίδιου τύπου και, δεύτερον, συνδέονται με σύρμα.

Η επικοινωνία μας με τους αγίους γίνεται με όμοιο τρόπο. Εμείς και οι άγιοι είμαστε σαν τις τηλεγραφικές συσκευές, σαν δύο μηχανισμοί του ιδίου τύπου, και ο αιθέρας , το στοιχείο δηλαδή μέσα στο οποίο κινούνται οι άγιοι και το οποίο συνάμα περιβάλλει την ψυχή μας, είναι … το σύρμα!

Όταν μέσα στην ψυχή μας ενεργεί προσευχή αληθινή, προσευχή ειλικρινής και καθαρή, η προσευχή αυτή , διαμέσου του στοιχείου που περιβάλλει την ψυχή , πετάει σαν ακτίνα φωτός προς τους αγίους και τους μεταφέρει τα αιτήματά μας. Δεν μεσολαβεί κανένα χρονικό διάστημα ανάμεσα στη στιγμή που κάνουμε στην προσευχή μας και στη στιγμή που αυτή ακούγεται από τους αγίους.

Αμέσως μας ακούνε οι άγιοι , φτάνει μόνο να προσευχόμαστε εγκάρδια. Η εγκάρδια προσευχή είναι η τηλεγραφική γραμμή μας με τους ουρανούς. Η ίδια ακριβώς προσευχή, όταν δεν βγαίνει από την καρδιά μας αλλά μόνο από τον εγκέφαλο και το στόμα μας, δεν φτάνει στον ουρανό και δεν ακούγεται από τους αγίους. Αυτή, βλέπεις, δεν είναι καν προσευχή, είναι μόνο κάτι σαν προσευχή.

Νομίζω πως είχες ήδη κάποιαν εμπειρία αληθινής προσευχής , μολονότι όλα τούτα δεν τα γνώριζες. Περιγράφεις το πώς, ύστερα από θερμή προσευχή, γαλήνεψες, παίρνοντας την εσωτερική πληροφορία ότι θα λυτρωνόσουν από το πρόβλημα που σε βασάνιζε , όπως και πραγματικά έγινε. Φαίνεται, λοιπόν, πως είναι σωστή η παρομοίωση της εγκάρδιας προσευχής, που ανεβαίνει αόρατα προς τα ουράνια μέσω του αιθέρα, με τον τηλέγραφο.

Από την καρδιά σου βγήκε μία αστραπή, μια ακτίνα, και πήγε στον ουρανό. Από κει, πάλι, ήρθε μια άλλη ακτίνα σ’ εσένα. Ήταν η ανταπόκριση στο αίτημά σου. Αυτό συμβαίνει μόνο με την προσευχή που βγαίνει από την καρδιά. Τέτοια προσευχή δεν γίνεται πάντα μέσα σε μια στιγμή, εισακούεται όμως πάντα μέσα σε μια στιγμή .

Μη φουσκώσεις από κενοδοξία γι’ αυτή την επιτυχία σου. Μακάρι, με την χάρη του Κυρίου, να προσεύχεσαι με τον ίδιο τρόπο πιο συχνά. Θυμήσου πως προσευχήθηκες τότε και προσπάθησε να προσεύχεσαι πάντα έτσι, εγκάρδια, όχι μόνο με τη γλώσσα και το νου. Αν το κάνεις, θα πάρεις μίαν ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα: Πώς μπορεί να ‘χει κανείς πνευματικά; Γιατί η εγκάρδια προσευχή είναι η αναπνοή και η ζωή του πνεύματος. Με την εγκάρδια προσευχή το πνεύμα μένει «εν τω Θεώ», ενώνεται μαζί Του. Και με την ένωση αυτή αποκτά την πλήρη ζωτικότητά του. Μάθε, λοιπόν, πως η ψυχή ζει μόνο όταν προσεύχεται με τον τρόπο που ήδη γνώρισες. Αλλιώς, βρίσκεται ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, αν δεν έχει ολότελα νεκρωθεί.

Δεν θα σου κρύψω πως, αν και μπόρεσες να προσευχηθείς εγκάρδια μια φορά, πολύ δύσκολα θα μπορέσεις να το ξανακάνεις. Ο Θεός είναι που χαρίζει την αληθινή προσευχή και ο φύλακας άγγελος που την ενισχύει. Έρχεται και φεύγει. Εμείς , όμως, δεν επιτρέπεται να παραιτούμαστε από τον προσευχητικό αγώνα. Η προσευχή επισκέπτεται πάντα τον άνθρωπο που αγωνίζεται για την απόκτησή της, ποτέ τον οκνηρό και ράθυμο.

Οι Άγιοι πατέρες κοπίασαν πολύ στην προσευχή και μ’ αυτούς ακριβώς τους κόπους άναψαν μέσα τους ένα προσευχητικό πνεύμα, που την εικόνα του μας άφησαν στα συγγράμματά τους. Όσα σχετικά έγραψαν, συνιστούν , μίαν ολόκληρη επιστήμη , την επιστήμη της προσευχής, που είναι η επιστήμη των επιστημών…

… Μου γράφεις ότι έχεις στο νου ταπεινούς λογισμούς και στην καρδιά ταπεινά συναισθήματα για τον εαυτό σου. Αυτά είναι, θα έλεγα, αγγελικά. Πόσο τέλειοι και φωτεινοί είναι οι άγγελοι! Και όμως είναι συνάμα τόσο ταπεινοί, περισσότερο κι από τον πιο ταπεινό άνθρωπο. Μια ταπεινή ψυχή είναι πάντα φωτεινή. Σκοτεινή γίνεται όταν υψηλοφρονεί, γιατί η έπαρση προέρχεται από τα σκοτεινά πνεύματα. Ο Θεός να δώσει, ώστε, ποτέ να μη χάσεις αυτά τα ταπεινά συναισθήματα, κι έτσι να είσαι πάντα λουσμένη στο φως…

Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος. Από το βιβλίο: «– Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ – γράμματα σε μια ψυχή»

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

Κυριακή της Απόκρεω.

 

Περνάμε την ζωή μας, οι περισσότεροι από εμάς, προσπαθώντας να βρούμε τον εαυτό μας, έξω από τον εαυτό μας. Σε γεγονότα και πρόσωπα και πράγματα. Και βρισκόμαστε σχεδόν συνεχώς αναβαίνοντες εις τον Ναόν, για να προσευχηθούμε, προς τον εαυτό μας, Φαρισαίοι συχνότερα από οτιδήποτε άλλο, περιπλανώμεθα εις χώραν μακράν, σπαταλώντας την ουσίαν και την περιουσίαν μας, σαν να μην την είχαμε ποτέ. Σαν να μην καταλαβαίναμε καν, Ποιος μας τα έδωσε όλα και τι ήταν αυτά τα όλα, τα πλούσια, τα όμορφα….

Και κάποια στιγμή, πάντοτε έρχεται αυτή η στιγμή, που η υπερφίαλη φαρισαϊκή προσευχή μας, που από τον εαυτό μας, αυτάρεσκα και φαρισαϊκά επιστρέφει στον εαυτό μας, φυσικά μη δικαιωμένη. Η στιγμή που ο θόρυβος του κόσμου των επιθυμιών μας που ως άσωτοι υιοί περιπλανηθήκαμε ασκόπως, σιγά…σταματά να υπάρχει….

Τα πάθη μας αδυνατούν να μας θρέψουν και τα ξυλοκέρατα των σαρκικών μας επιθυμιών, αρκούν για τα ζωώδη μας ένστικτα, όμοια των χοίρων, αλλά όχι για εμάς, τους υιούς της Βασιλείας.

Και η Εκκλησία μας, σήμερα, κυριολεκτικά μας αρπάζει και μας φέρνει εμπρός σε κάτι συγκλονιστικό!

Αφού την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και την Κυριακή του Ασώτου μας περιέγραψε τις δυνατότητες μας, τον σκοπό της ύπαρξης μας, που είναι η προσευχή και η Μετάνοια, η στροφή του προσώπου μας προς το Σωστό Πρόσωπο που είναι αυτό του Πατέρα, σήμερα μας οδηγεί σχεδόν  «βίαια» απέναντι από το πρόσωπο εκείνων που δίπλα μας, πλησίον μας επείνασαν και δεν τους δώσαμε να φαν, εδίψασαν και δεν τους δώσαμε να πιουν, ξένοι και δεν τους βάλαμε στην καρδιά μας, γυμνοί, απροστάτευτοι, αδύνατοι και δεν τους στηρίξαμε, φυλακισμένοι μέσα σε προβλήματα, εθισμούς ή άλλες φυλακές και δεν μοιρασθήκαμε το χώρο τους.

Μας οδηγεί σήμερα «βίαια» απέναντι στο Πρόσωπό Του, αφού υπάρχει παντού Εκείνος. Και στην ουσία απέναντι και στο δικό μας αληθινό πρόσωπο. Γιατί ούτε τον εαυτό μας δεν καταλάβαμε, γιατί διψούσε και πεινούσε, πόσο ξένος και μόνος ήταν, πόσο φυλακισμένος….και δεν τον θρέψαμε, δεν τον στηρίξαμε, δεν τον συμπονέσαμε. Τον εαυτό μας, τον πλησίον, τον Θεάνθρωπο.

Ο πόνος του τελώνη και του άσωτου υιού όταν είδε τον εαυτό του, είναι ο πόνος μας.

Όμως η σκληροκαρδία μιας φαρισαϊκής παθολογίας, η σκληρότητα του πρεσβύτερου υιού στην παραβολή του Ασώτου, έκατσαν πολύ χρόνο στην καρδιά μας, επιτρέψαμε να μείνει πολύ χρόνο στην καρδιά μας και δεν αντιληφθήκαμε πόσο ξένοι ήμασταν όλοι. Και πόσο πονούσαμε και διψούσαμε και πόσο φυλακισμένοι είμαστε στα πάθη μας, εμείς και οι άλλοι, οι πλησίον.

Και σήμερα η Εκκλησία μας καλεί να δούμε αυτό το πρόσωπο, αυτά τα πρόσωπα, το Πρόσωπο του Υιού του Θεού.

Να αφαιρέσουμε την ψευδαίσθηση ενός κόσμου που τρέφει την ψευδαίσθηση και ενθυμούμενοι τους κεκοιμημένους ως ζώντες, να δούμε και του εαυτούς μας σαν μέλλοντες… κεκοιμημένους.

Όταν αυτή η ευκαιρία που έχουμε, εδώ, στον κόσμο αυτό που σχετιζόμαστε μεταξύ μας και με τον κόσμο και είθε και με τον Θεό, έτσι όπως ζούμε, να ιδούμε, σήμερα, όταν θα διαδεχθούμε και εμείς με την σειρά μας στο κόσμο αυτών που μνημονεύσαμε χθες, των κεκοιμημένων, που θα καταταχθούμε…

Σε αυτόν τον κόσμο που ετοιμάσθηκε για εμάς, από την αρχή, από καταβολής κόσμου, στο δικό μας δηλαδή κόσμο ή στον κόσμο του ξένου του αλλότριου;

Ας κάνουμε λοιπόν, από σήμερα το ελάχιστο, εις τους ελάχιστους…..

Καλή προσπάθεια.

  

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ

«Όταν δε έλθει ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγγελοι μετ΄ αυτού…»

Μέχρι τότε;

Μα είναι ξεκάθαρο, αδελφοί μου, μέχρι τότε είναι ανάμεσά μας, δίπλα μας και μέσα μας, στον καθ΄ έναν από εμάς….όποια επιλογή κι αν έχουμε κάνει, όποιες επιλογές κι αν έχουμε κάνει…..

Διψά και πεινά μαζί μας, είναι και ξένος και γυμνός σαν εμάς, ασθενής και φυλακισμένος σαν εμάς, σαν τον διπλανό μας. Είναι ο Υιός του ανθρώπου ο Σεσαρκωμένος, είναι αυτός που δεν έχουμε καταλάβει….

Είναι η ενότητα που δεν έχουμε καταλάβει, μαζί Του. Για αυτό και πεινάμε, διψάμε, γυμνητεύουμε, ζούμε σε φυλακές, ξένοι, κι αυτοί οι δίπλα μας, οι τόσο κοντινοί, ξένοι συχνά και αυτοί, ξένοι και προς τον εαυτό μας πολλές φορές. Διότι η μόνη μας ευκαιρία να ζήσουμε πλήρεις, ελεύθεροι, υγιείς, είναι να βιώσουμε αυτήν την εγγύτητα, την πληρότητα, την ταύτιση με τον Χριστό. Και το μεγάλο μυστήριο της ζωής είναι ότι ενώ αυτή η αλήθεια είναι μέσα μας και παντού, πρέπει να βγούμε από τον εαυτό μας και να κάνουμε, αυτό το μεγάλο μικρό ταξίδι προς τον άλλο, προς τον πλησίον, προς τον συνάνθρωπο. Προς αυτόν που έχει ανάγκη, όπου κι αν βρίσκεται.

Αλλά τις πιο πολλές φορές αυτόν τον δίπλα, ίσως, ούτε τον προσέξαμε, απορούμε πως μπορεί να ζήσαμε όλοι μαζί τόσο καιρό και δεν είδαμε, δεν νιώσαμε τόσες ανάγκες….τόσους διψασμένους και πεινασμένους τόσους γυμνούς που θα μπορούσαμε να είχαμε φροντίσει.

Την ημέρα της κρίσης του καθ΄ ενός μας αλλά και σε εκείνην την τελική, θα είναι για μας μια έκπληξη, πόσα μπορούσαμε να είχαμε κάνει και δεν κάναμε, πόσα πολλά είχαμε, πόσα πολλά παραπάνω και πόσα έλλειπαν γύρω μας…. Όμως, ίσως, ούτε το δικό μας πλεόνασμα νιώσαμε ούτε την έλλειψη.

Διότι, πρέπει να δούμε τον κόσμο όλο σαν μια πορεία προς τον Χριστό. Πρέπει να ανακαλύψουμε τον Χριστό, μέσα μας, παντού……

Η πορεία μας είναι προς τον Χριστό, που είναι παντού, που ενώθηκε μαζί μας, με όλους.

Αυτό είναι το μυστήριο της Εκκλησίας. Αυτή η ενότητα, αυτή η ταύτιση. Η αστοχία μας σε αυτήν την σχέση θα μας αφορίσει, από την ητοιμασμένην ημιν βασιλείαν από καταβολής κόσμου.                                                                                      

Βλέπετε, αδελφοί μου, σήμερα, Τρίτη Κυριακή του Τριωδίου μας αποκαλύπτεται και αυτό: Ότι η βασιλεία είναι για εμάς και είναι έτοιμη από καταβολής κόσμου.

Μόνο να το νιώσουμε, να το δούμε αυτό!

Να το βιώσουμε και θα δούμε Χριστό παντού, στον καθ΄ έναν από εμάς.  

Αμήν.

 

 

 

 

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2025

Τι γίνεται με μας σήμερα;

 

    Φυλακισμένος ο Απόστολος του Χριστού, γράφει με πόνο στον Τιμόθεο, εκλεκτό συνεργάτη του, την δεύτερη επιστολή του. Μεταξύ των άλλων, τον πληροφορεί ότι ταλαι­πωρείται και πάσχει προς χάριν του Ευαγγελίου. Είναι δεμένος με αλυσί­δες σαν κακούργος μέσα στη φυλακή, αλλά ο λόγος του Θεού δεν μπορεί να δεθεί. Δεν εμποδίζεται από τίπο­τε, στο να διαδίδεται και να κατακτά ψυχές. Γι' αυτό και τον προτρέπει στην ίδια περικοπή, να κακοπαθεί και εκείνος ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού. Ακόμη του παραγγέλλει αυτά που έχει ακούσει και διδαχθεί από τον ίδιο, να το παραθέσει και να εμπιστευθεί ως ανεκτίμητο θησαυ­ρό σε αξιόπιστους ανθρώπους, που είναι ικανοί, το λόγο του Θεού να τον διδάξουν και σε άλλους. Έτσι έκαναν και οι Χριστιανοί που έζησαν τους πρώτους αιώνες και ο Άγιος Πολύ­καρπος του οποίου τη μνήμη γιορτά­ζουμε το Φεβρουάριο.

Ένας από τους πιο γνωστούς μάρ­τυρες της πρώτης Εκκλησίας ήταν ο Άγιος Πολύκαρπος. Υπήρξε μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη και έγινε επίσκοπος Σμύρνης. Την εποχή που ανθύπατος της Μ. Ασίας ήταν ο Στάτιος Κοδράτος, ο όχλος θεωρώντας τον Άγιο υπεύθυνο για τη γενναιότητα που είχαν δείξει στο μαρτύριο έντεκα χριστιανοί με προεξάρχοντα το Γερμανό, ζήτησε επίμονα τη σύλ­ληψη του. Αφού ζήτησε να μάθει το όνομά του ο ανθύπατος, απαίτησε να ορκιστεί στον Καίσαρα, να περιγελά­σει το Χριστό και να πει «θάνατος στους άθεους», εννοώντας τους χρι­στιανούς.

Ο Πολύκαρπος του εξήγησε ότι είναι χριστιανός και ότι δε θα μπο­ρούσε να βλασφημήσει το Χριστό που υπηρετεί ογδόντα χρόνια. Μετά από αυτή την ομολογία, ο ανθύπατος τον καταδίκασε να καεί ζωντανός. Πράγματι ο όχλος μάζεψε ξύλα, άνα­ψε μία μεγάλη φωτιά και έριξε πάνω της τον Άγιο. Η φωτιά όμως δεν άγγι­ξε το σώμα του Αγίου. Μη έχοντας άλλη λύση διέταξαν ένα στρατιώτη να τον αποκεφαλίσει. Το αίμα μάλι­στα που έτρεξε, προς μεγάλη έκπλη­ξη των παρισταμένων, έσβησε τελείως τη φωτιά. Ήταν 23 Φεβρουαρίου του 156 μ.Χ. και έτσι κάθε τέτοια μέρα η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Αγίου Πολυκάρπου.

Αδέλφια μου, ο Άγιος Πολύκαρπος έδωσε δυναμικά τη μαρτυρία του για τον Χριστό. Και αξιώθηκε να σφρα­γίσει την αγία ζωή του με μαρτύριο. Αλλά τί γίνεται σήμερα με μας τους χριστιανούς του 21ου αιώνα; Δίνουμε  μαρτυρία για την πίστη μας; Κατα­θέτουμε τη μαρτυρία μας για τον λυ­τρωτή μας Χριστό;

Όταν πιστεύω κάτι με τη καρδιά μου, το υποστηρίξω και θυσιάζομαι γι' αυτό μέχρι θανάτου. Δεν κρύβω την πίστη μου στον Σωτήρα Χριστό «υπό τον μόδιον», αλλά την θέτω «επί την λυχνίαν». Την χριστιανική αλήθεια την ομολογώ, την διαδίδω με όλους τους τρόπους και τα μέσα που διαθέτω.

Μέσα στον κόσμο που ζω, προσφέρω απλά, ταπεινά, με αγάπη και ανδρεία τον ζωντανό λόγο του Θεού, που είναι «το ύδωρ το ζών» και συγχρόνως είναι και δίκοπο μαχαί­ρι κοφτερό, «τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον».

 Ακόμη καταθέτω τη μαρτυρία μου με ετοιμότητα και βε­βαιότητα. «Έτοιμοι αεί προς απολογία». Αλλά η μαρτυ­ρία που μετράει πολύ και αποστομώνει τους εχθρούς του Χριστού είναι η ίδια η ζωή μας. Το παράδειγμα μας.

Σήμερα δεν ζούμε στην εποχή του Αγίου Πολυκάρπου, που ήταν εποχή σκληρών διωγμών. Ούτε βρισκόμαστε κάτω από αθεϊστικά καθεστώτα. Κι όμως η Ορθόδοξη πίστη μας συκοφαντείται, περιφρονείται, διώκεται, με ύπουλα μέσα. Αναπνέουμε μολυσμένο αέρα απιστίας και αιρέσεων, «εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμέ­νης». Και σήμερα το κακό είναι αδί­στακτο και η αμαρτία είναι «ευπερίστατος».

Γι' αυτό, τον πρώτο και αποφα­σιστικό ρόλο, θα παίξει η χάρη του Θεού, αλλά κατόπιν και η ίδια η ζωή μας, θωρακισμένη με τη βοήθεια του Θεού, με την απόφαση της θυσίας.

Σήμερα δεν κα­λούμαστε να κα­ταθέσουμε τη μαρ­τυρία του αίματος, αλλά της ζωής μας. Κι αυτό είναι που  κοστίζει. Αλλά Χριστιανισμός με το αζημίωτο, χωρίς θυ­σίες, δεν είναι γνή­σιος, δεν υπάρχει.

Μόνο ο Χριστιανισμός που μας κο­στίζει είναι γνήσιος. Για να καταθέσει κανείς μία γνήσια .μαρτυρία ορθόδο­ξη για τον Χριστό, χρειάζεται προ παντός το φωτεινό πα­ράδειγμα της ζωής του. Για να είναι μάρτυρας Χριστού «στης γαλήνης τους καιρούς», χρειάζεται να έχει τα ίδια χαρακτηριστικά που είχε ο Άγιος Πο­λύκαρπος. Το ηρωικό στοιχείο, τη συ­νέπεια με το πιστεύω του, την αρετή και την μεγάλη αγάπη για τον Χριστό.

 Άλλα τί γίνεται με μας σήμερα;


ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΣΑΚΙΡΗ, θεολόγος            ·

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2025

Είναι στο Φως το ανέσπερον.

 

« Λένε πολλοί ότι δεν υπάρχει αιώνια ζωή. Όμως αυτό δεν είναι αλήθεια. Την αιώνια ζωή τη βλέπουμε και τη ζούμε κάθε μέρα. Το ότι υπάρχει άλλη ζωή είμαι πιο σίγουρος να το βεβαιώσω από το ό,τι ο ήλιος θ’ ανατείλει αύριο το πρωί. Έτσι είναι. Αφού τη βλέπουμε, τη ζούμε και μας το βεβαιώνουν όλοι οι αυτόπτες μάρτυρες, όπως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «ίνα ειδήτε», λέγει, «ότι ζωήν έχετε αιώνιον»[Α΄ Ιωάν. 5, 13.].

 Εγώ με τη χάρη του Θεού, «βλέπω» ανθρώπους κεκοιμημένους να ζουν και να χαίρονται μέσα στο φως. Είναι πολύ όμορφη η άλλη ζωή!

 «Ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας διά του Ιησού άξει συν αυτώ.» Το σκεφτήκατε ποτέ αυτό το «άξει συν αυτώ.»; Ο Θεός δεν θα συγκεντρώσει εκεί πτώματα. Ζωντανούς θα μαζέψει κοντά Του! Στο πρόσωπο του Χριστού αναστήθηκε η ανθρώπινη φύση.

Ακούστε με. Σήμερα είμαι πολύ συγκινημένος. Με πόνο βαθύ ήλθαν στο μοναστήρι οι γονείς του Τάσου ζητώντας παρηγορία. Προ ημερών χάσανε το δεκάχρονο παιδί τους. Όπως έπαιζε στη θάλασσα, γλίστρησε κι έπεσε. Ό,τι με φώτισε ο Θεός, τους είπα: «Του Θεού τα κρίματα είναι άβυσσος. Δεν ξέρομε τίποτα. Εμείς ξέρομε μόνο αυτό που βλέπουμε. Ο Τάσος έτσι κλήθηκε στους ουρανούς. Αυτό τον τρόπο ηύρε ο Κύριος, έτσι αγγελούδι, λεβέντη καθ’ όλα, τον πήρε! Εφόσον ο Θεός ηυδόκησε έτσι, εμείς δεν μπορούμε παρά να πούμε: Γενηθήτω το θέλημά Σου», «ως τω Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο». Να είστε βέβαιοι ότι ο Χριστός θα τον αναστήσει τον Τάσο εν τη εσχάτη ημέρα. Κι όμως, αν ζούσε εδώ στη γη, θα υπέφερε σαν κι εμάς και θα έκανε και αμαρτίες. Ενώ τώρα πήγε αγγελούδι, για να συμπληρώσει το τάγμα των αγγέλων που εξέπεσε. Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με….

 «Ξεχάστε τα όλα! Μόνο να μνημονεύετε τον Τάσο κι όσο θα τον ενθυμείστε, τόσο πιο πολύ η ψυχή σας θα αναλύεται σε προσευχές προς τον ουρανό. Και έτσι σιγά-σιγά θα αγαθύνεται η ψυχή σας. Ενώ διαφορετικά πολλά κακά θα έλθουνε, ψυχικά και σωματικά. Κουραστήκατε, πονέσατε; Αλλά ο Θεός θα ευλογήσει τις ψυχές σας και θα έχετε την ικανοποίηση ότι θα είναι κοντά στον Χριστό. Ο Θεός να μας ελεήσει και να μας δώσει τη δύναμη να γίνουμε πιο καλοί.

«Το παιδάκι πήγε όντως στους ουρανούς, κοντά στον Χριστό. Ως πνεύμα τώρα συναναστρέφεται τους αγγέλους, που δοξολογούν τον Θεό. Είναι στο φως το ανέσπερον. Είναι στον Χριστό, στην αιώνια χαρά και αγαλλίαση, όπου «ο των εορταζόντων ήχος ο ακατάπαυστος». Όλοι μας να πάμε να βρούμε τον Τάσο στους κόλπους του Αβραάμ, κοντά στον Θεό, με όλα τα αγγελούδια. Εκεί που προσδοκούμε όλοι να πάμε και να ζούμε μαζί αιωνίως, όπως λέει και ο Απόστολος Πέτρος: «προσδοκώντας και σπεύδοντας την παρουσίαν της του Θεού ημέρας… καινούς δε ουρανούς και γην καινήν κατά το επάγγελμα αυτού προσδοκώμεν, εν οις δικαιοσύνη κατοικεί»[Α΄Πετρ. 3, 12-13]»

Για μας τους Χριστιανούς υπάρχει τρόπος να επικοινωνούμε και να βοηθούμε τους κεκοιμημένους με ελεημοσύνες, προσευχή και συμμετοχή στην Θεία Λειτουργία και την Θεία Κοινωνία. Όλα αυτά μας φέρνουν σε επικοινωνία μαζί τους, γιατί εκείνοι μας βλέπουν, μας αισθάνονται και χαίρονται, έστω κι αν δεν τους βλέπουμε εμείς.

 Σας έχω ξαναπεί ότι μετά θάνατον θα ‘μαι πιο πολύ κοντά σας, απ’ όσο τώρα, διότι θα ζω πιο κοντά με τον Χριστό.

 Η αγάπη στον Χριστό μεταποιεί όλες τις θλίψεις και την θλίψη της εκδημίας αγαπημένων προσώπων, που είναι η πιο δυνατή. Όταν αγαπάμε τον Χριστό, σκεπτόμαστε το αγαπημένο πρόσωπο που κοιμήθηκε πως βρίσκεται κοντά Του, και ειρηνεύουμε και χαιρόμαστε».

 Βίος και Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ έκδοση, Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Περί αιωνιότητος,


 

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2025

Βίος της Αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας.

 

Η Αγία Φιλοθέη, η Κυρά των Αθηνών, γεννήθηκε το έτος 1522 μ.Χ. στην τουρκοκρατούμενη τότε Αθήνα. Οι ευσεβείς γονείς της ονομάζονταν Άγγελος και Συρίγα Μπενιζέλου. Η μητέρα της ήταν στείρα και απέκτησε την Αγία μετά από θερμή και συνεχή προσευχή.

Ο Κύριος που ικανοποιεί το θέλημα εκείνων που Τον σέβονται και Τον αγαπούν, άκουσε την δέησή της. Και πράγματι, μια ημέρα η Συρίγα μπήκε κατά την συνήθειά της στο ναό της Θεοτόκου για να προσευχηθεί και από τον κόπο της έντονης και επίμονης προσευχής την πήρε για λίγο ο ύπνος.

Τότε ακριβώς είδε ένα θαυμαστό όραμα. Ένα φως ισχυρό και λαμπρό βγήκε από την εικόνα της Θεομήτορος και εισήλθε στην κοιλιά της. Έτσι ξύπνησε αμέσως και έκρινε ότι το όραμα αυτό σήμαινε στην ικανοποίηση του αιτήματός της. Έτσι κι έγινε. Ύστερα από λίγο καιρό η Συρίγα έμεινε έγκυος και έφερε στον κόσμο τη μονάκριβη θυγατέρα της.

Μαζί με την Χριστιανική ανατροφή, έδωσαν στην μοναχοκόρη τους και κάθε δυνατή, για την εποχή εκείνη, μόρφωση. Έτσι η Ρηγούλα (ή Ρεβούλα, δηλαδή Παρασκευούλα), αυτό ήταν το όνομά της προτού γίνει μοναχή, όσο αύξανε κατά την σωματική ηλικία, τόσο προέκοπτε και κατά την ψυχή, όπως λέει το συναξάρι της.

Σε ηλικία 14 χρονών, οι γονείς της την πάντρεψαν, παρά την θέλησή της, με έναν από τους άρχοντες της Αθήνας. Αργότερα, αφού πέθαναν οι γονείς και ο σύζυγός της, ήρθε η ώρα να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο πόθο της. Αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στον Χριστό, γίνεται μοναχή και παίρνει το όνομα Φιλοθέη.

Κατ’ αρχήν, ύστερα από εντολή του Αγίου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, τον οποίο είδε σε όραμα, οικοδόμησε ένα γυναικείο μοναστήρι με αρκετά κελιά, στο οποίο και έδωσε το όνομα του Αγίου για να τον τιμήσει. Στο μοναστήρι πρόσθεσε και άλλα αναγκαία οικοδομήματα και εκτάσεις και το προικοδότησε με μετόχια και υποστατικά, που υπερεπαρκούσαν για τη διατροφή και συντήρηση των μοναζουσών.

Το μοναστήρι αυτό του Αγίου Ανδρέα σωζόταν στην Αθήνα, με τη Χάρη του Θεού, επί πολλά έτη μετά την κοίμηση της Αγίας και ήταν πλουτισμένο, όχι μόνο με υποστατικά και διάφορα μετόχια, αλλά και με πολυειδή χρυσοΰφαντα ιερατικά άμφια και σκεύη, απαραίτητα για τις ετήσιες ιερές τελετές και αγρυπνίες.

Προπαντός όμως το μοναστήρι σεμνυνόταν και εγκαλλωπιζόταν με το θησαυρό του τιμίου και αγίου λειψάνου της Αγίας, το οποίο ήταν αποθησαυρισμένο και αποτεθειμένο στο δεξιό μέρος του Ιερού Βήματος, όπου και το ασπάζονταν με ευλάβεια όλοι οι Χριστιανοί. Το τίμιο λείψανο της Αγίας σκορπούσε ευωδία, γεγονός που αποτελούσε εμφανή μαρτυρία και απόδειξη της αγιότητας αυτής.

Το παράδειγμά της, λοιπόν, να αφιερωθεί στον Χριστό, το ακολουθούν και άλλες νέες. Σε λίγο διάστημα, η μονή έφθασε να έχει διακόσιες αδελφές. Η μονή της Οσίας Φιλοθέης γίνεται πραγματικό λιμάνι. Εκεί βρίσκουν προστασία όλοι οι ταλαιπωρημένοι από την σκλαβιά. Εκεί οι άρρωστοι βρίσκουν θεραπεία, οι πεινασμένοι τροφή, οι γέροντες στήριγμα και τα ορφανά στοργή.

Η Οσία, παρά τις αντιδράσεις των Τούρκων, οικοδομεί διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα, νοσηλευτήρια, ορφανοτροφεία, «σχολεία διά τους παίδας τν Αθηναίων, δι ν’ νοίξει τούς οφθαλμούς αυτών προς τν παράδοσιν κα την δόξαν των προγόνων των». Πρωτοστατεί σε όλα αυτά τα έργα η ηγουμένη Φιλοθέη. Διδάσκει με τα λόγια και με τη ζωή της. Στηρίζει τους πονεμένους σκλάβους με την προσευχή της.

Ιδιαίτερες είναι οι φροντίδες της για να σώσει από τον εξισλαμισμό ή την αρπαγή των Τούρκων τις νέες Ελληνίδες.

Στο πλαίσιο του φιλάνθρωπου της βίου, η Φιλοθέη άνοιξε ένα πηγάδι σε μια περιοχή κοντά στο κέντρο, που τότε κυκλοφορούσαν κυρίως αγρότες και βοσκοί. Το «ψυχικό» αυτό της καλόγριας, όχι μόνο εξυπηρέτησε τους ανθρώπους που υπέφεραν από την λειψυδρία, αλλά έδωσε και το όνομά του στην περιοχή, όνομα που διατηρείται μέχρι σήμερα. Είναι η περιοχή του Ψυχικού! Η Φιλοθέη είναι υπεύθυνη και για την ονομασία της περιοχής της Καλογρέζας, καθώς εκεί είχε ιδρύσει παράρτημα της Μονής, με την ονομασία «Μονή της καλόγριας». Από την παραφθορά της ονομασίας, προέκυψε η Καλογρέζα.

Το έργο της, κατά βάση εθνικό και θρησκευτικό, ξεπέρασε τα όρια της Αθήνας και έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα. Αδιαφιλονίκητη ιστορική επιβεβαίωση για το έργο αυτό παρέχει η αλληλογραφία της Φιλοθέης με τη Γερουσία της Βενετίας (1583 μ.Χ.), από την οποία ζητούσε οικονομική βοήθεια.

Η όλη όμως δράση της Αγίας Φιλοθέης εξαγρίωσε κάποτε τους Τούρκους. Κάποια στιγμή την συλλαμβάνουν και εκείνη με πνευματική ανδρεία ομολογεί: «Εγώ διψώ να υπομείνω διάφορα είδη βασανιστηρίων για το όνομα του Χριστού, τον οποίο λατρεύω και προσκυνώ με όλη μου την ψυχή και την καρδιά, ως Θεό αληθινό και άνθρωπο τέλειο και θα σας χρωστάω μεγάλη ευγνωμοσύνη αν μπορείτε μια ώρα πρωτύτερα να με στείλετε προς Αυτόν με το στεφάνι του μαρτυρίου».

Ύστερα από την ηρωική αυτή απάντηση προς τους κατακτητές, όλοι πίστευαν ότι η πανευτυχής και φερώνυμη Φιλοθέη εντός ολίγου θα ετελειούτο διά του μαρτυρικού θανάτου. Όμως, κατά θεία βούληση, την τελευταία σχεδόν στιγμή πρόφθασαν κάποιοι Χριστιανοί και καταπράυναν τον ηγεμόνα με διάφορους τρόπους. Έτσι πέτυχαν να ελευθερώσουν την Αγία.

Αφεθείσα πλέον ελεύθερη, η Αγία Φιλοθέη, επέστρεψε αναίμακτη στο μοναστήρι της, όπως επί Μεγάλου Κωνσταντίνου ο μυροβλύτης Νικόλαος και πολλούς αιώνες αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Φρόντιζε δε, όχι μόνο για τη σωτηρία της δικής της ψυχής αλλά και των άλλων, αφού τους μεν ενάρετους τους στερέωνε στην αρετή, τους δε αμαρτωλούς τους βελτίωνε ηθικά και τους οδηγούσε στη μετάνοια.

Και αποκλειστικά για το σκοπό αυτό πέρασε στη νήσο Τζια (Κέα), όπου προ πολλού είχε οικοδομήσει μετόχι, για να αποστέλλει εκεί τις μοναχές εκείνες που φοβούνταν για διαφόρους λόγους να διαμένουν στην Αθήνα. Στην Τζια έμεινε αρκετό χρόνο και κατήχησε θεαρέστως τις ασκούμενες αδελφές στην ακριβή τήρηση των κανόνων της μοναστικής ζωής. Μόλις τελείωσε το έργο της εκεί, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα.

Έτσι λοιπόν, η Αγία Φιλοθέη, αφού έφθασε στην τελειότητα και στην πράξη και στην θεωρία, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, από τα οποία, προς απόδειξη του θαυματουργικού της χαρίσματος, θα μνημονεύσουμε ένα μόνο, το ακόλουθο: Ζούσε στην εποχή της ένας νέος, ποιμένας προβάτων, ο οποίος από πολύ μικρός είχε συνηθίσει στις κλεψιές και στις ραδιουργίες.

Ο νέος αυτός, κατά παραχώρηση του Θεού, κυριεύθηκε από τον Σατανά. Εξ αιτίας τούτου περιφερόταν στα βουνά και στις σπηλιές γυμνός και τετραχηλισμένος, θέαμα όντως ελεεινό. Πολλές φορές, όταν συνερχόταν από την τρέλα, στην οποία τον είχε οδηγήσει ο Σατανάς, σύχναζε στα γύρω μοναστήρια για να βρει θεραπεία στην ασθένειά του.

Δεν μπορούσε όμως να πετύχει τίποτε. Κάποιοι, που τον ευσπλαγχνίστηκαν, τον οδήγησαν στην Αγία Φιλοθέη η οποία, ύστερα από πολύ και εκτενή προσευχή τον λύτρωσε από εκείνη τη διαβολική μάστιγα. Έπειτα, αφού το νουθέτησε αρκετά, τον εισήγαγε και στην τάξη των μοναχών. Και έτσι ο νέος εκείνος, αφού εκάρη μοναχός, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του με μετάνοια και άσκηση, θαυμαζόμενος απ’ όλους.

Μάταια οι Τούρκοι προσπαθούν να ανακόψουν την δράση της. Ώσπου μια νύχτα, στις 2 Οκτωβρίου του έτους 1588 μ.Χ., πήγαν στο μονύδριο που είχαν οικοδομήσει στα Πατήσια (έτυχε τότε να εορτάζεται η μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και η Αγία μαζί με τις άλλες αδελφές βρίσκονταν στον ιερό ναό επιτελώντας ολονύκτια αγρυπνία) και πέντε από αυτούς ανέβηκαν στον εξωτερικό τοίχο και πήδησαν μέσα στην αυλή. Στην συνέχεια εισέβαλαν στο ναό, όπου άρπαξαν την Αγία και την μαστίγωσαν με μανία και βαναυσότητα και την εγκαταλείπουν ημιθανή έξω από τη μονή της.

Έξω από το ναό, στα δεξιά της εισόδου του, σώζεται η κολώνα, όπου η Φιλοθέη δέθηκε και μαστιγώθηκε. Οι μοναχές της την μετέφεραν στην κρύπτη της στην Καλογρέζα. Εκεί η Φιλοθέη υποκύπτει στα τραύματά της στις 19 Φεβρουαρίου 1589 μ.Χ.

Είκοσι ημέρες μετά από την κοίμηση της Αγίας, ο τάφος της ευωδίαζε. Ακόμη, όταν μετά από ένα έτος έγινε η ανακομιδή, το τίμιο λείψανό της βρέθηκε σώο και ακέραιο. Επιπλέον ήταν γεμάτο με ευωδιαστό μύρο, τρανή και λαμπρή απόδειξη της θεάρεστης και ενάρετης πολιτείας της, προς δόξα και αίνο του Θεού και καύχημα της πίστεώς μας. Το ιερό λείψανό της βρίσκεται σήμερα στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών. Στο μνήμα της απάνω βρεθήκανε γραμμένα τούτα τα λόγια: «Φιλοθέης υπό σήμα τόδ’ αγνής κεύθει σώμα, ψυχήν δ’ εν μακάρων θήκετο Yψιμέδων».

Η Φιλοθέη αγιοποιήθηκε επί Οικουμενικού Πατριάρχη Ματθαίου Β’ .

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

Το φως του Χριστού φωτίζει του πάντες.

 

Πόσες ευεργεσίες μου προξένησε μέχρι σήμερα η πίστη στον Χριστό; Παραλείπω τις αναρίθμητες άλλες και αναφέρω τα εξής: Πόση ταραχή της ψυχής και πόσα πάθη απομάκρυνε από εμένα και με καθησύχασε! Πόσες κακές κλίσεις της καρδιάς διόρθωσε! Πόσες φορές καθαρίστηκα από τις αμαρτίες μου, και η ψυχή μου σώθηκε από τον πνευματικό θάνατο! Και πόσο ο Κύριος είναι κοντά σε εκείνον ο οποίος πιστεύει! Είναι ο αέρας, η αναπνοή της καρδιάς και της ψυχής μας.

Μου αρέσει να βλέπω πάντοτε την εικόνα η οποία παρουσιάζει τον αναστάντα Ζωοδότη με τη σημαία στα χέρια, με το σύμβολο αυτό της νίκης κατά του θανάτου: «Πού σου θάνατε το κέντρον, πού σου Άδη το νίκος;» (Α’ Κορ. 15:55). Πόσο ένδοξος νικητής! Πόσο σκληρό και πονηρότατο εχθρό νίκησε! Εχθρό που υπερηφανευόταν για χιλιάδες χρόνια για τις νίκες του. «Σοι τω νικητή του θανάτου βοώμεν: Ωσαννά εν τοις υψίστοις! Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Σε δοξάζουμε, Ζωοδότα Χριστέ, που κατέβηκες στον Άδη για χάρη μας και ανέστησες τους πάντες μαζί με Σένα. «Αναστάς εκ του τάφου, Χριστέ, πάσαν την γενεάν του Αδάμ συνήγειρας».

Θυμήσου πάντοτε ότι το φως της ψυχής σου, των σκέψεών σου και της καρδιάς σου έρχεται από τον Ιησού Χριστό. Αυτός είναι «το φως του οφθαλμού» της καρδιάς μας – όχι όπως το φως το οποίο έρχεται από τον ήλιο, και το οποίο εμφανίζεται και εξαφανίζεται και δεν μπορεί να διαπεράσει ένα αδιαφανές σώμα, αλλ’ αφήνει πολλούς στο σκοτάδι της αμαρτίας – είναι «το φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον» (δηλαδή το σπουδαιότερο μέρος της υπάρξεώς του, την ψυχή του) «ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιω. 1:9).

Ναι! το φως του Χριστού φωτίζει τους πάντες ακόμη και αυτούς τους εθνικούς. «Φως εις αποκάλυψιν εθνών» (Λουκ. 2:32). Φωτίζει και το σκότος της αμαρτίας, αλλά το αμαρτωλό ανθρώπινο σκοτάδι, ή μάλλον οι άνθρωποι οι οποίοι ζουν στο σκοτάδι, δεν το εννοούν, δεν το καταλαβαίνουν (Ιω. 1:5)· δεν μπορούν να συμπεράνουν ότι το φως το οποίο είναι στις ψυχές τους είναι από τον Χριστό· και νομίζουν ότι είναι δικό τους φυσικό φως· ότι αυτοί μόνοι τους με την φυσική τους διάνοια, την οξύτητα και κρίση βρήκαν κάποια αλήθεια, εκτέλεσαν κάποιο έργο· δεν κατανοούν ότι με το φως του Χριστού βλέπουν το φως κάθε ευγενικής επιθυμίας, κάθε ευγενικής τέχνης και κάθε πράγματος.

Ακόμη και στη ζωή αισθάνομαι την ανάπαυση εν Χριστώ και με τον Χριστό. Και πώς λοιπόν να μη πιστέψω ότι με περιμένει η αιώνια ανάπαυση εν Αυτώ μετά τον θάνατο και μετά τον αγώνα κατά των επιγείων εχθρών; Εδώ χωρίς τον Χριστό αισθάνομαι ψυχική πίεση και πόνο· και πώς να μη πιστέψω ότι θα αισθανθώ μεγαλύτερο πόνο χωρίς τον Χριστό εκεί, όταν Εκείνος τελειωτικά πλέον θα με απορρίψει από του προσώπου Του!

Και έτσι η παρούσα κατάσταση των ψυχών μας προαναγγέλλει και προδιαγράφει το μέλλον. Η μελλοντική μου κατάσταση θα είναι συνέχεια της σημερινής εσωτερικής μου υπό τροποποιημένη μορφή ως προς τον βαθμό της: για τους δίκαιους πληρότητα της αιώνιας δόξας· για τους αμαρτωλούς πληρότητα της αιώνιας κόλασης.

Από το βιβλίο: Αγίου Ιωάννου της Κρονστάνδης, Η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΖΩΗ. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2003,


 

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2025

Κυριακή του Ασώτου.

 

Η Παραβολή αυτή έχει αναλυθεί στο έπακρο. Και κάθε χρόνο τη ζούμε πάντα σαν κάτι καινούργιο.

Σήμερα θα την ονομάσουμε, «την παραβολή της αγάπης». Εδώ γίνεται αναφορά στην αγαπητική, προσωπική και κοινωνική σχέση ανάμεσα στον Θεό και τον Άνθρωπο και συνάμα για τα βαθιά συστατικά της ανθρώπινης φύσης που τείνει στην τελείωσή της κατά την αναφορά της προς τον Θεό. Πρόκειται για τα συστατικά και τη δομή του ίδιου μας του είναι.

Όμως ο άνθρωπος μέσα στην ελευθερία του αφήνεται να οδηγηθεί σε αντίθετο δρόμο από αυτόν του κατ’ εικόνα, αντίθετο δηλαδή στην φύση του. Αναζητά το περιεχόμενο της ουσίας του, εκτός εαυτού και βέβαια «έξω» από τον Θεό και αποδημεί εις χώραν μακράν, μακράν δια τον ίδιο, όχι βέβαια για τον Θεόν.

Όμως ο Θεός είναι ένας. Και είναι  Αυτός και μόνο που χορηγεί το ευ ζειν στον άνθρωπο, κάθε άλλη αναζήτηση του ανθρώπου τον οδηγεί σε δρόμο πολύμοχθο, κατακερματίζει την ουσία του και το κατά φύσιν, κατ’ εικόνα του προς το Θεόν, γίνεται συνεχής «μερισμός» της κοινής του φύσεως, έτσι ώστε οι άνθρωποι γίνονται μεταξύ τους άφιλοι, εχθροί και αλληλοσπαραζόμενα ζώα, δαπανούν ο ένας για τον άλλο ή εξαιτίας του άλλου «πάντα», και ενώ όλα μοιάζουν πολλά στην αρχή, στο τέλος ο καθ’ ένας από εμάς « άρχετε υστερείσθε».

Όλοι μοιάζει, να προσφέρουν και να προσφέρονται κι όμως λιμός ισχυρός ταλανίζει τις καρδιές και συχνά και τα σώματα όλων.

Κάθε διάσπαση σημαίνει ότι ο άνθρωπος ούτε γνώση ούτε αγάπη έχει. Όσο χάνει λοιπόν τη σωστή πορεία της τελειώσεως σε όλα τα στάδια, όπου πραγματώνει την αγαθότητα και βρίσκει την αλήθεια δένεται με συγκεκριμένα είδωλα, ο καθ’ ένας τα δικά του, με περιορισμένες περιοχές της αισθητής και της νοητής πραγματικότητας, με απολαύσεις και εγωκεντρικές φαντασιώσεις, έτσι ώστε στο τέλος να θεωρεί την αγάπη ανέφικτο αγαθό ή κάτι που δεν ταιριάζει με την ανθρώπινη φύση. Και νιώθει μόνος.

Πορεύεται, προσκολλάται σε ανθρώπους, μιας άλλης πολιτείας, αφήνεται στις μικρές απολαύσεις που του δίνουν, με τις οποίες όμως δεν χορταίνει, δεν πληρώνεται, ποτέ, χάνεται μέσα σε ένα λιμό χάνει τον εαυτό του.

Και όλοι εμείς χάνουμε τον εαυτό μας.  

Ενώ πόσοι μίσθιοι του Πατρός μας, περισσεύονται άρτων, εγώ δε λιμώ ώδε απόλλυμαι! 

Ίσως, αυτό το «ώδε» είναι το κλειδί της μετάνοιας μας. Αυτή η συναίσθηση όχι του τι είμαι, που είναι δύσκολο, αλλά, έστω του «που» είμαι, που το αναγνωρίζω ίσως πιο εύκολα.

Και από αυτό το σημείο, με τα μάτια μου συνηθισμένα να κοιτάζουν γύρω μου και όχι μέσα μου, θα αναγνωρίσω το «ώδε».

Και αναστάς, θα αρχίσω να πορεύομαι προς το φυσικό προορισμό μου, όχι σε τόπο, αλλά προς Εκείνον που έπλασε το κατ’  εικόνα και με τις δικές μου δυνάμεις, επί τέλους, προς το καθ΄ ομοίωσιν, προς την πηγή του ευ ζειν.

Το ευ ζειν, είναι η στολή η πρώτη, το δακτύλιον, τα υποδήματα και ο μόσχος ο σιτευτός που προσφέρεται. Οι συμφωνίες και οι χοροί. Όχι «ώδε» που τους αναζητήσαμε, αλλά εκεί, σε Εκείνον που τα κοινωνεί.

Η κίνησή μας ήταν από την αρχή προς τον Θεόν. Ήταν όμως συγχρόνως και μια παλινδρόμηση, μια τάση για στάση, για τέρμα.

Κάθε μας καθήλωση έγινε μια υποδούλωση, σε πρόσωπα που τα μετέτρεψε η φαντασία μας σε είδωλα, σε πράγματα που επίσης η φαντασία μας τα μετέτρεψε σε είδωλα. Και εξαπατήσαμε συχνά ή και ακόμα εξαπατούμε ο ένας τον άλλο, ανταμείβοντας με ξυλοκέρατα το μοίρασμα αυτών των επιθυμιών μας. Ο ένας τον άλλο……

Έως εδώ, αδελφοί μου, έως εδώ….. μέχρι το «ώδε» που φθάσαμε και ζούμε. Μένοντας ακόμα κι έξω από τους ναούς μας, την επίγειο εικόνα του εκεί, εκεί όπου συμφωνίες και χοροί, εκεί που θύεται ο μόσχος ο σιτευτός.

Εκεί που ανήκουμε από αγάπη.

Αναστάντες λοιπόν πορευόμεθα προς τον Πατέρα.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

Εκ του κατά Λουκά

Ζούμε την κάθε μέρα με την επιθυμία της επιστροφής μας, στον παράδεισο. Αυτόν τον παράδεισο ψάχνουμε, με κάθε μας πράξη. Αίφνης, βλέπουμε ένα ωραίο πρόσωπο και χαιρόμαστε γιατί μας θυμίζει τον παράδεισο που αναζητούμε, ένα ωραίο τοπίο, μας αρέσει ιδιαίτερα γιατί είναι ένα τοπίο όχι μόνο του κόσμου ετούτου, αλλά και του δικού μας παραδείσου πού απωλέσαμε. Ακούμε μια ωραία μουσική και ευφραίνεται η καρδιά μας γιατί αυτή η μουσική έχει κάτι από την αρμονία του παραδείσου μας.

Το μάτι μας αναπαύεται στη θέα ενός μικρού παιδιού, και η πιο σκληρή και κουρασμένη καρδιά γλυκαίνει στη θέα ενός μικρού παιδιού που γελά ή που κοιμάται γιατί τα παιδιά είναι γεμάτα από την ευωδία του παραδείσου, από τον όποιο μόλις ήλθαν, και τον όποιον ακόμα δεν απώλεσαν εντελώς.

Ονειρευόμαστε, έντονα και συνεχώς, ένα ταξίδι, γιατί δεν είμαστε από εδώ, δεν είμαστε για εδώ και το ξέρουμε. Η καρδιά μας, μας το πληροφορεί και θέλουμε να φύγουμε. Στην πραγματικότητα ο παράδεισος είναι ο σκοπός μας, αλλά σαν να μη το ξέρουμε... Θέλουμε για πολλοστή φορά να επισκεφθούμε άγιους τόπους, να προσκυνήσουμε κάτι από τα σημεία του Θεού στη Γη και εξερχόμαστε γι αυτό του εαυτού μας.

Και ερωτευόμαστε πρόσωπα που κάτι μας θυμίζουν, που μας θυμίζουν κάτι από τον προσωπικό μας παράδεισο και δεν το ξέρουμε. Και επιθυμούμε τοπία, και χαραυγές και ηλιοβασιλέματα του κόσμου τούτου, γιατί όλα αυτά είναι γράμματα που σκόρπισε ο Θεός παντού για να Τον βρούμε. Όμως όλα αυτά αν και είναι πολύ όμορφα. Είναι όμως κτιστά.

Για αυτό όσο και αν τα φτάσουμε, όσο και αν τα ιδούμε, τα κρατήσουμε στην αγκαλιά μας, όσο κι αν νομίσουμε ότι τα κατέχουμε, θυμίζουν τον παράδεισο, αλλά δεν είναι ο παράδεισος. Κι αυτό μας γεμίζει θλίψη. Για αυτό οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας, είναι θλιμμένοι. Είμαστε θλιμμένοι. Γιατί όλη αυτή η έξοδος από τον εαυτό μας, όλη αυτή η διεκδίκηση του επιβάλλοντος μέρους της ουσίας είναι έξωση από τον παράδεισο.

Κι αυτό συμβαίνει όταν χάνουμε- εκούσια -την συνείδηση του « πάντα τα εμά σα εστίν» Όταν κατακερματίζουμε τον κτιστό κόσμο του Θεού σε οικόπεδα της δικής μας ματαιοδοξίας και όταν από την αγάπη του προσώπου ως εικόνα Θεού του κάθε συνανθρώπου μας, πέφτουμε στον έρωτα-αίρεση ενός μέρους αυτού: του εγωκεντρικού μας ειδώλου- 

καθρέπτη. Στον άλλο αγαπάμε μια προέκταση του εγώ μας και έτσι αποδημούμε εις χώραν μακράν της πραγματικής μας ύπαρξης.

Όσο ταυτιζόμαστε με όλους και όλα αυτά, τόσο κολλώμεθα επί των πολιτών της χώρας εκείνης, τη μακράν του παραδείσου. Κι αυτή η διάζευξης μας με τον Θεό θα μας κάνει να υποδουλωθούμε στα πάντα, να βοσκήσουμε χοίρους των σαρκικών μας πια επιθυμιών και να τρεφόμαστε με αυτές τις επιθυμίες, τα  ξυλοκέρατα.

Όμως, όλες αυτές οι επιθυμίες μας, αδελφοί μου, αργά ή γρήγορα θα αποδειχθούν ψευδαισθήσεις. Γι’ αυτό και πάντα θα πεινάμε. Ποτέ δεν χορταίνουμε. Και θα προσπαθούμε να γνωρίσουμε κι άλλους ανθρώπους, να αγαπήσουμε άλλους που ίσως μας φέρουν την ευτυχία, να αποκτήσουμε καινούργιο σπίτι, να αυξήσουμε τις καταθέσεις μας στην Τράπεζα, να επεκτείνουμε την επιρροή μας στους γύρω μας. Και με όλα αυτά θα επιθυμούμε να γεμίσουμε την κοιλία μας, αλλά όλα αυτά τίποτα δεν θα μας δίδουν. Πάντα θα πεινάμε! πάντα ο φόβος τού «εγώ δε λιμώ απόλλυμαι!» θα μας τυραννά.

Αντί για αυτή τη συνεχή μας έξοδο από τον εαυτό μας, φθάνει η τόσο απλή συνειδητοποίηση ότι αυτό που μας λείπει είναι αυτό πού έχουμε, το μόνο που πραγματικά έχουμε και αναστάντες θα πορευθούμε προς τον Πατέρα, όχι έξω, όχι κάπου, σίγουρα όχι σε κάποιους, αλλά μέσα μας, τόσο κοντά, γιατί ο παράδεισος που αναζητήσαμε είναι εντός ημών, γι αυτό και πουθενά δεν τον βρήκαμε…

Τον χώρο του παραδείσου εντός μας το έφτιαξε ο Θεός όταν από πάντα μας αγάπησε τόσο πολύ που με τίποτα άλλο να μην μπορούμε να ευτυχήσουμε. Όλα θυμίζουν αυτήν την αγάπη, αλλά δεν είναι αυτή η αγάπη.

Ο Θεός μας γνωρίζει προσωπικά τον καθ ένα από εμάς.

Η πορεία μας είναι μια πορεία εντός, προσωπική προς Αυτόν. Και γίνεται όχι με την δική μας ενέργεια αλλά με την ενέργεια του Θεού.

Εμείς αναστάντες πορευόμεθα προς Αυτόν, αλλά πάντα Αυτός εξέρχεται, δραμών και πέφτει εις τον τράχηλο μας και καταφιλεί ημάς. Για τέτοια αγάπη μιλάμε, αδελφοί μου.

Για να ευφρανθούμε όμως και να χαρούμε, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι, πάντοτε είμαστε με τον Θεό, και πάντα τα τού Θεού, ημών εστί. Μακριά από τον Θεό νεκροί είμαστε και απολωλότες.

Κοντά Του αναζούμε και για πρώτη φορά, υπάρχουμε, ευρισκόμεθα.

Αμήν.


1

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025

Ο κήπος τον χειμώνα.

 

Το 1829 πέρασα τον χειμώνα στην Έρημο Πλόστσανσκ. Εκεί, στον κήπο, βρίσκεται ακόμα το μοναχικό ξύλινο κελί, όπου έζησα μαζί με τον φίλο μου.

Σε καιρό ήσυχο, σε μέρες ηλιόλουστες και καθαρές, έβγαινα στο εξώστεγο, καθόμουν σ’ ένα σκαμνί κι άφηνα τη ματιά μου να πλανηθεί στον απλόχωρο κήπο, που σκέπαζε τη γυμνότητα του μ’ ένα χιονένιο πάπλωμα. Όλα γύρω ήταν ήρεμα. Μια νεκρική, μεγαλόπρεπη σιγή βασίλευε παντού. Το θέαμα άρχισε σιγά-σιγά να μου αρέσει. Αθέλητα το ερευνητικό μου βλέμμα καρφωνόταν σ’ αυτό το θέαμα, σαν να ξεχώριζε μέσα του κάποιο μυστικό.

Μια φορά, καθώς καθόμουν και παρατηρούσα επίμονα τον κήπο, έπεσε ξάφνου από τα μάτια της ψυχής μου το προπέτασμα, που έκρυβε εκείνο το μυστικό. Μπροστά τους αποκαλύφθηκε το βιβλίο της φύσεως. Είναι το βιβλίο που δόθηκε στον πρωτόπλαστο Αδάμ για να το διαβάσει και που περιέχει λόγια του Πνεύματος όμοια μ’ εκείνα της θείας Γραφής.

Τι διάβασα, λοιπόν, στο βιβλίο της φύσεως; Διάβασα τη διδασκαλία για την ανάσταση των νεκρών, διδασκαλία δυνατή σαν την ίδια την ανάσταση. Αν δεν είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε κάθε άνοιξη την αναζωογόνηση της φύσεως, τότε αυτή θα μας φαινόταν εντελώς απίστευτη ένα θαύμα. Επειδή, όμως, έχουμε συνηθίσει σ’ αυτό το θέαμα, δεν εντυπωσιαζόμαστε βλέπουμε το θαύμα και δεν το βλέπουμε!

Κοιτάζοντας τα κλαδιά των δένδρων, τα ακούω να μου λένε ανεπιφύλακτα με τη μυστική τους γλώσσα: “Θα αναζωογονηθούμε, θα στολιστούμε με λουλούδια και φύλλα, θα μοσχοβολήσουμε, θα δώσουμε καρπούς. Δεν θα αναζωογονηθούν, άραγε, και τα ξερά κόκαλα των ανθρώπων, όταν έρθει η δική τους άνοιξη;”.

Θα αναζωογονηθούν, θα ντυθούν με σάρκα και, με νέα μορφή, θα μπουν στη νέα ζωή, στον νέο κόσμο. Ωστόσο, όπως τα δένδρα εκείνα που δεν άντεξαν τη δυνατή χειμωνιάτικη παγωνιά κι έχασαν τον χυμό της ζωής, όταν μπει η άνοιξη, κόβονται, πετάγονται έξω από τον κήπο και χρησιμοποιούνται ως καυσόξυλα, έτσι και οι αμαρτωλοί, που έχασαν τη ζωή τους για τον Θεό, θα συναχθούν την τελευταία ημέρα του τωρινού κόσμου, στην αρχή της μελλοντικής αιώνιας ημέρας, και θα ριχθούν στη φωτιά την άσβεστη.

Αν μπορούσαμε να βρούμε έναν άνθρωπο που να μη γνώριζε τις εποχιακές μεταμορφώσεις της φύσεως, να τον φέρουμε στον κήπο που μεγαλόπρεπα αναπαύεται τον χειμώνα με ύπνο νεκρικό, να του δείξουμε τα γυμνά δέντρα και να τον πληροφορήσουμε για τη φαντασμαγορία που θα ντυθούν την άνοιξη, εκείνος, αντί ν’ αποκριθεί, θα μας κοίταζε και θα χαμογελούσε, θεωρώντας τα λόγια μας απραγματοποίητο μύθο!

Έτσι και η ανάσταση των νεκρών φαίνεται απραγματοποίητη στους ανθρώπους που πλανιούνται μέσα στο σκοτάδι της γήινης σοφίας, στους ανθρώπους που δεν αντιλαμβάνονται πως ο Θεός είναι παντοδύναμος και πως η ποικιλόμορφη σοφία του, μπορεί να είναι ορατή αλλά ασύλληπτη, από τον νου του πλάσματος. Για τον Θεό όλα είναι δυνατά. Γι’ Αυτόν δεν υπάρχουν θαύματα.

Αδύναμος είναι, όχι ο Θεός, αλλά ο λογισμός του ανθρώπου. Ότι δεν συνηθίσαμε να βλέπουμε, μας φαίνεται απραγματοποίητο, απίθανο. Τα έργα του Θεού, που αδιάλειπτα αλλά και αδιάφορα τα κοιτάζουμε, είναι έργα εξαίσια, είναι θαύματα μεγάλα και ανείκαστα.

Κάθε χρόνο η φύση, μπροστά στα μάτια ολόκληρης της ανθρωπότητας, επαναλαμβάνει τη διδασκαλία για την ανάσταση των νεκρών, ζωγραφίζοντας την με την αναπλαστική μυστική της ενέργεια!

Έρημος Αγίου Σεργίου1843

Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ. Έργα 1 –Ασκητικές εμπειρίες Α΄ εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2009, (Δεύτερη έκδοση)

 

 

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025

Βίος του Αγίου Χαραλάμπους.

 

Ο Άγιος Χαράλαμπος ο Ιερομάρτυρας και θαυματουργός, γεννήθηκε στην Μαγνησία το 90 μ.Χ. περίπου και μαρτύρησε στα χρόνια των μεγάλων διωγμών της Χριστιανοσύνης. Η Μαγνησία αυτή κατά πάσαν πιθανότητα ήτανε στη Θεσσαλία. Τα ερείπιά της σώζονται ακόμη κοντά στο χωριό που λέγεται «Μηλιές». Είχε το ευτύχημα να γεννηθεί από γονείς ευσεβείς χριστιανούς που κρατούσανε την πίστη τους στο Χριστό με κίνδυνο της ζωής τους στους δύσκολους, αλλά ηρωικούς εκείνους χρόνους των διωγμών.

Στην Μαγνησία έζησε όλη του την ζωή ο Άγιος Χαράλαμπος. Εκεί σαν νέος, ήτανε φωτεινό παράδειγμα συνετής ζωής. Αργότερα η πίστη του στο Χριστό έγινε πιο φλογερή και η επιθυμία του να βοηθήσει τους Χριστιανούς και τους ειδωλολάτρες, να σωθούνε, πιο μεγάλη. Δεν μπορούσε να ησυχάσει, όταν σκεπτότανε, ότι υπάρχουν άνθρωποι μακριά από το Χριστό, που δεν ξέρουν ποιος είναι ο προορισμός τους και γιατί ζουν εδώ στη γη.

Είναι κρίμα, έλεγε, είναι τρομερό, είναι αδιανόητο να ζούνε οι άνθρωποι στην πλάνη της ειδωλολατρίας και να πάνε κατόπιν στην Κόλαση.

Αφιερώθηκε, λοιπόν, εις την υπηρεσία του Χριστού. Έγινε ιερέας το 130 μ.Χ. Από την θέση του τώρα αυτή, από το θείο αυτό αξίωμα της Ιεροσύνης, ανέλαβε τον μεγάλο αγώνα, αφ’ ενός ν’ ανοίξει τα μάτια του κόσμου και να δουν τον κίνδυνο από την ειδωλολατρική πλάνη και αφ’ ετέρου ν’ αγιάζει με τα μυστήρια τους πιστούς και να τους οδηγεί στην τελειότητα. Μπροστά σε Χριστιανούς και ειδωλολάτρες, άρχισε τα φλογερά χριστιανικά κηρύγματά του. Καίτοι σ’ όλη του τη μακρά ζωή — έζησε 113 χρόνια — έγιναν πολλοί διωγμοί των Χριστιανών και αυτός ποθούσε το μαρτύριο, και δεν ελάμβανε κανένα μέτρο, εν τούτοις επέζησε, διότι ο Θεός τον εφύλαττε γι’ αργότερα. Εμαρτύρησε το 202 μ.Χ.

 Όταν το έτος 198 μ.Χ. ο Σέβηρος εξαπέλυσε απηνή διωγμό κατά των Χριστιανών, ο έπαρχος της Μαγνησίας Λουκιανός, συνέλαβε τον Άγιο και του ζήτησε να αρνηθεί την πίστη του. Όμως ο Άγιος όχι μόνο δεν το έκανε αυτό, αλλά αντίθετα ομολόγησε στον έπαρχο την προσήλωσή του στον Χριστό και δήλωσε με παρρησία ότι σε οποιοδήποτε βασανιστήριο και να υποβληθεί δεν πρόκειται να αρνηθεί την πίστη της Εκκλησίας. Τότε η σκοτισμένη και σαρκική ψυχή του Λουκιανού επέτεινε την οργή της και διέταξε να αρχίσουν τα φρικώδη βασανιστήρια στο γέροντα ιερέα. Πρώτα τον γύμνωσαν και ο ίδιος ο Λουκιανός, παίρνοντας το ξίφος του προσπάθησε να πληγώσει το σώμα του Αγίου. Όμως αποκόπηκαν τα χέρια του και έμειναν κρεμασμένα στο σώμα του Ιερομάρτυρα και μόνο ύστερα από προσευχή του Αγίου συγκολλήθηκαν αυτά πάλι στο σώμα και ο ηγεμόνας κατέστη υγιής. Βλέποντας αυτό το θαύμα, πολλοί από τους παρισταμένους πίστεψαν στον αληθινό Θεό, ανάμεσά τους οι δήμιοι Βάπτος και Πορφύριος, οι οποίοι συνεορτάζονται με τον Άγιο Χαράλαμπο στις 10 Φεβρουαρίου.

Με το ζόφο στο νου και με τη θηριωδία στην καρδιά, ο έπαρχος έδωσε εντολή να διαπομπεύσουν τον Άγιο και να τον σύρουν διά μέσου της πόλεως με χαλινάρι. Τέλος, διέταξε τον αποκεφαλισμό του Αγίου, ο οποίος με το μαρτύριό του έλαβε το αμαράντινο στέφανο της δόξας σε ηλικία 113 ετών.

 Ο Άγιος Χαράλαμπος σε πολλά μέρη της Ελλάδος τιμάται, διότι είναι προστάτης από των λοιμωδών νόσων και ιδίως από την πανούκλα.

Μετά το μαρτύριο του Αγίου μέχρι σήμερα, αναφέρονται κατά τόπους, πολλά θαύματα του Αγίου Χαραλάμπους εναντίον των λοιμωδών ασθενειών (πανώλης=πανούκλα, ελονοσία, χολέρα, τύφος, γρίπη, ιοί, κ.α.). Η Αγία και πάντιμος Κάρα του βρίσκεται στα Μετέωρα της Θεσσαλίας, στο Μοναστήρι του Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Αποτμήματα λειψάνων του βρίσκονται σε διάφορα μέρη της Ελλάδος. Σε πολλές αγιογραφίες του ο Άγιος απεικονίζεται πατώντας την πανώλη, η οποία παρουσιάζεται σαν ένα τερατόμορφο γύναιο που ξερνάει καπνούς από το στόμα. Γι’ αυτό όσες φορές ενέσκηπτε η φοβερή αυτή αρρώστια, κατεβάζανε οι Πατέρες την Αγία Κάρα του κάτω στις πόλεις και το κακό σταματούσε αμέσως.

Μερικά θαύματα του Αγίου κατά των λοιμωδών νόσων.

1. Η διάσωση των κατοίκων του Πύργου από την φοβερή επιδημία πανώλης το 1860.Η νόσος αυτή εξαλείφθηκε από τον Άγιο Χαράλαμπο μετά από θερμή προσευχή προς αυτόν και Παράκληση. Λένε μάλιστα ότι οι Πύργιοι είδαν καταπληκτικό θέαμα. Ο Άγιος με την ράβδο του έσπρωχνε ένα λευκό, σαν βαμβάκι νέφος στον ουρανό, μέχρι που το έριψε στην θάλασσα. Ήταν η ασθένεια που καταδίωξε ο Άγιος.

2.Στον Άγιο Χαράλαμπο αποδόθηκε η εκδίωξη της θανατηφόρας επιδημίας της γρίπης το 1918, από την Ηλεία και την Ελλάδα, εξαιτίας της οποίας χιλιάδες ανθρώπων πέθαιναν για μήνες.

3.Στις 10 Φεβρουαρίου εορτάζεται η ανάμνηση του θαύματος της απαλλαγής της νήσου Ζακύνθου από την πανώλη. Όταν το έτος 1728 μ.Χ. ενέσκυψε στη νήσο της Ζακύνθου πανούκλα, οι Χριστιανοί στράφηκαν στον Άγιο Χαράλαμπο και ζήτησαν την μεσιτεία του. Αποφάσισαν μάλιστα να οικοδομήσουν ναό προς τιμή του ως ικεσία και υπέρ της απαλλαγής αυτών από την συμφορά.

4) Και σε άλλα μέρη όμως κατά καιρούς ήταν εμφανής η παρουσία του Αγίου Χαραλάμπους στην εκδίωξη της πανώλης, όπως στην Θεσσαλία στο χωριό Σαβάλια και στη Δημητσάνα όπου μετονομάστηκε ο Ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου σε Ναό Αγίου Χαραλάμπους, εξαιτίας της θαυματουργικής παρέμβασης του Αγίου.

Η φιλοσοφία της ζωής του Αγίου Χαραλάμπους ήταν απλή. Είχε δυο συνισταμένες, αγάπης προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο. Τόσο απλά. Ποιος δεν μπορεί αν θέλει να ενστερνιστεί αυτό το πρόσταγμα ως την πεμπτουσία και το νόημα της αληθινής ζωής;

 Η αγάπη προς το Θεό και τον άνθρωπο είναι το νόημα της ζωής. Όποιος έχει αυτά, έχει τα πάντα.