Μεγάλη Παρασκευή! Θρήνος πολύς και οδυρμός αντάμα .
Ένας Θεός σταυρώνεται κι όλο το Σύμπαν αναστενάζει.
Ποτάμι το αίμα Του από τον Σταυρό κάτω στη γη σταλάζει
κι ανυπόμονη η Οικουμένη περιμένει να γίνει το θάμα.
Ένας ολόκληρος λαός γύρω Του αμετανόητος Τον χλευάζει.
Για τις τόσες ευεργεσίες που του 'δωσε παραμένει αγνώμονας Αχαριστία, μίση ,πάθη έχουν γίνει της ζωής τους γνώμονας το "Ωσαννά " της Βαϊοφόρου σε "Ανάθεμα" ανασκευάζει.
Όλα τ’ άψυχα της οικουμένης από το θείο δράμα φρίσσουν :
Ο ήλιος σκοτίζεται και το φως του γίνεται πυκνό σκοτάδι
την ώρα που η ψυχή του Θεανθρώπου κατεβαίνει στον Άδη
κι οι άνθρωποι κακίες ,μίση και πάθη δεν θέλουν ν' αφήσουν .
Το καταπέτασμα του ναού από τρόμο στα δυο σχίζεται,
η γη τρομάζει ,τα μνημεία ανοίγουν και οι νεκροί ανασταίνονται, όλου του κόσμου τα πλάσματα από θλίψη πολλή ,βουβαίνονται και μόνο του ανθρώπου η καρδιά που δεν κλονίζεται.
Φρίκη! Ο Αναμάρτητος σαν τον κακούργο λογίζεται
ο Λυτρωτής του κόσμου πάνω στον Σταυρό να υψώνεται,
μέσα στον τάφο σαν θνητός ο Αθάνατος βαθιά να χώνεται
κι ο σκληροτράχηλος άνθρωπος τίποτα να μην συλλογίζεται.
Μεγάλη Παρασκευή! Κι αν ένας Θεός θάβεται μέσα στο χώμα δαφνοστεφανωμένος να προβάλει και πάλι κρυφή μας ελπίδα
κι αστραποβόλος να φανερωθεί σαν του ήλιου τη φωτεινή αχτίδα και να φτάσει η δόξα του παντού ,ίσαμε του Σύμπαντος το δώμα.
Από την ποιητική συλλογή: " Αστροβολίδες"
Χαραλάμπους Ευσταθίου Γαλανάκη.
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
Γολγοθάς! Μεγάλη Παρασκευή ,ακριβονιέ μου,
πάνω στον Σταυρό κρεμάμενο να Σε αντικρίζω
μαυροφορούσα να Σε θωρώ και να μην δακρύζω
γιατί στέρεψαν των δακρύων μου οι ροές ,Γιε μου.
Λυτρωτή μου! Η καρδιά μου σπαράσσει από πόνο
να Σε βλέπω ανάμεσα σε ληστές σαν προδότη .
Πού 'ναι τ’ ακριβά Σου κάλλη ,πού 'ναι η μορφή Σου η πρώτη ,
πού 'ναι οι μαθητές Σου ; Γιατί Σε παράτησαν μόνο;
Εσύ δεν ήσουν που στον τυφλό χάρισες το φως του
και χόρτασες με πέντε άρτους χιλιάδες ανθρώπους;
Εσύ δεν εθεράπευσες αρρώστους με άπειρους τρόπους
και στον καθένα δεν λογίστηκες αδελφός του ;
Πώς να Σε θωρώ αιματοβαμμένο ,σαν σφαγάρι,
με τα καρφιά στα χέρια και στα πόδια μπηγμένα ;
Εσένα που ευλογούσες όλους με τα χέρια απλωμένα
και ποτέ δεν αρνήθηκες της συγγνώμης τη χάρη ;
Τι κι αν σ’ αρνήθηκαν όμως, δικοί σου και φίλοι;
"Πάτερ ,άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι"
τη δική Σου συγγνώμη τ’ αφτιά τους έχουν ακούσει
καθώς μ' αγάπη ψιθυρίζουν τα δικά Σου τα χείλη .
Από την ποιητική συλλογή: "Αετοφτερουρίσματα "
Χαραλάμπους Ευσταθίου Γαλανάκη.