ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΩΤΗ Εκ του κατά Λουκά
«Και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην,
αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ»
Όμως πριν απ΄αυτό «όλης της νυκτός
κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν».
Ο προηγούμενος χρόνος, ένας χρόνος σε σκοτάδι
πάνω σε πλοία περιορισμένοι ,με δίκτυα που μας κρατούσαν, δίκτυα προς άγραν
προσδοκιών επιθυμιών.
Γύρω μας πάντα η λίμνη με τα στενά της όρια,
γύρω μας οι άλλοι, και εκείνοι μέσα στο ίδιο σκοτάδι «προς άγραν» αγρεύοντες
και αγρευόμενοι. Μοιάζουμε όλοι με τους Αποστόλους εκείνης της ημέρας, αδελφοί.
Φορτωμένοι στα δίχτυα των δικών μας δεσμών και δεσμεύσεων, αρπαγμένοι πάνω σε
πλοία που οδηγούμε και μας οδηγούν, φυλακισμένοι στα νερά μιας λίμνης. Όλη τη
νύχτα κοπιάζομεν και πιάνομεν ουδέν.
Αλλά, πάντα σε ενεστώτα χρόνο, «εστώς ο
Ιησούς παρά την λίμνη Γεννησαρέτ», ο Χριστός στέκει δίπλα, δίπλα στη λίμνη μας, δίπλα
στη ζωή μας, δίπλα στα πλοία μας, δίπλα στα δίκτυα μας και πρέπει να
κάνουμε ότι έκαμαν και οι αλιείς της διηγήσεως μας «αποβάντες απ΄αυτών,
απέπλυναν τα δίκτυα».
Προσέξτε, αδελφοί μου, όταν Τον είδαν οι
αλιείς, κατέβηκαν από τα πλοία της μέριμνας και του βιοπορισμού και απέπλυναν
τα δίκτυα.
Τα άφησαν στην άκρη, με φροντίδα, με τάξη.
Παραμέρισαν για λίγο τη καθημερινότητα, για να ακούσουν το Χριστό. Αυτόν που
τους είδε, τους γνώριζε και στάθηκε δίπλα τους. Τον γνώρισαν και εκείνοι.
Και δέχτηκαν το καινούργιο, το νέο και έκαναν
αυτό που τους είπε. Έριξαν τα δίκτυα εκεί που τους όρισε και είδαν να γεμίζουν
επιτέλους από πλήθος ιχθύων πολύ. Κάλεσαν και άλλους να μοιραστούν αυτό το
πλούτο, αυτή τη χαρά, την αποκάλυψη.
Με αυτό τον τρόπο συναντιέται μαζί μας ο
Κύριος, αδελφοί.
Στο κόπο μας, στο καθημερινό μας αγώνα και
πολλές φορές, χωρίς να το καταλάβουμε, χωρίς καν να τον αναγνωρίσουμε γεμίζει
την ζωή μας πλήθος ιχθύων πολλών. Και το πλοίο μας βαραίνει τόσο όσο ώστε
βυθίζεσθαι αυτό, από τον πολύ πλούτο, από τη δωρεά, από την αγάπη. Και με αυτό
τον καλό τρόπο, αδελφοί μου, ίσως Τον γνωρίσουμε.
Ίσως αναγνωρίσουμε την παρουσία του, την
αγάπη του και όπως ο Πέτρος, πέσουμε στα γόνατα και μην αντέχοντας την τόσο αγάπη,
τότε θα πούμε «έξελθε απ΄εμού ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί Κύριε».
Μέσα σε αυτή τη συνάντηση, έρχεται η
αυτογνωσία. Όχι με την τιμωρία, αλλά με τη Δωρεά. Όχι με το φόβο αλλά με τη
συμπάθεια.
Όχι από καθέδρας, αλλά εδώ δίπλα μας στο πλοίο
και στα δίκτυα, επί τη άγρα των ιχθύων.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΩΤΗ Εκ του κατά Λουκά
«Επιστάτα, δι όλης της νυκτός
κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν..»
Πόσο ανθρώπινη είναι αυτή η
ομολογία, αγαπητοί μου αδελφοί.
Πόσο κοντινή στη ζωή μας. Στη
ζωή όλων μας.
Κόπος και προσπάθεια για τόσα
και τόσα και, «ουδέν ελάβομεν».
Ο ένας λόγος που φανερώνεται
στη φράση αυτή, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι ότι ήταν νύκτα: «όλης της νυκτός κοπιάσαντες» και ο άλλος ότι
ήταν χωρίς
Χριστό.
Πάλευαν μόνοι. Μέσα στα κλειστά
νερά μιας λίμνης. Το πρωί, όταν χαράζει, μαζί με το φως της ημέρας έρχεται ο
Κύριος και προτείνει:
«Επανάγαγε εις το βάθος και
χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν».
Τι όμορφη πρόταση. Πόσο όμορφη
αυτή η σκηνή. Γυρίστε πίσω, χαλάστε τα δίχτυα, «εις άγραν».
Ο Θεός Πατέρας, ο Θεός της αγάπης
που εμφανίζεται στην κάθε ζωή, στου καθενός μας την ζωή, σε κείνη την δύσκολη
ώρα της δια νυκτός πορείας μας, όταν η κόπωση, μερικές φορές το παράπονο, και
όχι σπάνια και η απελπισία, γεννά αυτό το «επιάσαμεν ουδέν».
Προσπαθήσαμε αλλά «ουδέν
ελάβομεν».
Και ο Χριστός, ευθείς, θα μας
δείχνει πάντα την δική του κατεύθυνση, εκείνη την τόσο απλή, αλλά κεκρυμένη
από το σκότος της νυκτός, πορείας,
λέγοντας:
«Βγείτε στο βάθος, εκεί που ίσως
μέχρι τώρα δεν τολμήσατε και ρίξτε τα δίκτυα σας, αλλά εις άγραν». Δηλαδή, ξέροντας γιατί ψάχνετε. Για να ψαρέψετε.
Πρέπει ο Χριστός να το
διευκρινίσει αυτό το «εις άγραν»
γιατί, εμείς οι άνθρωποι, πολύ συχνά
κάνουμε κάτι, αγωνιζόμαστε για κάτι, χωρίς να γνωρίζουμε, χωρίς να έχουμε
ξεκάθαρο σκοπό. Και είναι και αυτός ένας λόγος για τον οποίον «ουδέν ελάβομεν».
Εδώ, σήμερα, ο Κύριος δείχνει τον
τόπο: «εις βάθος». Τι λέει; Ψαρέψτε στα βαθιά. Θέλει τόλμη,
αγαπητοί μου αδελφοί, να ψαρέψουμε στα βαθιά. Δηλαδή βαθιά μέσα μας.
Το δεύτερο που δείχνει σήμερα ο
Χριστός, είναι ο σκοπός: «εις άγραν» λέγει. Πρέπει να ξέρουμε γιατί
κοπιάζουμε. Και ακούσατε την τόσο όμορφη απάντηση του Μαθητού.
«Επί τω ρήματι σου χαλάσω το
δίκτυον». Για σένα. Όλα τα άλλα σαν να τα άκουσε και σαν να μην τα
κατάλαβε. Όμως για σένα, για χάρη σου, να χαλάσω τα δίκτυα.
Ας βάλουμε μέσα στην καρδιά μας
αυτήν την απάντηση. Κι αν δεν αντέχουμε το ψάρεμα «στα βαθιά» κι αν ο σκοπός
μας δεν ήταν «προς άγραν», για χάρη Του όμως «και τούτο
ποιήσαντες, συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ».
Μόνο αυτή η Αγάπη, φθάνει. Αυτή
η Αγάπη που φέρνει την υπακοή στον λόγο του Θεού και μπορεί να ανατρέψει όλη
την ματαιότητα της ζωής μας, να πάρει το παράπονο του καθενός από εμάς και με
μια κίνηση να τα αλλάξει όλα.
Ο Χριστός που μας συναντά κάθε
νέο πρωί, εκεί δίπλα στη βάρκα του κόσμου μας, δίπλα στα δίκτυα του προσωπικού
μας αγώνα. Και κάνει τα περιορισμένα μας όρια, τον κλειστό μας κόσμο
τόσο πλατύ που «διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών».
Έσπαγαν τα δίκτυα, αγαπητοί μου
αδελφοί. Εκεί που δεν είχαν τίποτα, δεν έφταναν τα δίκτυα. Τόσο πλάτυνε ο
κόσμος. Και φώναξαν και άλλους και τους διπλανούς να έλθουν και εκείνοι, να
μοιραστούν το «πλήθος των ιχθύων» Και
τόσο πολύ φορτώθηκαν εκείνοι που για χάρη Του χάλασαν ότι είχαν, που κινδύνευαν
να βυθιστούν.
Τόσος πλούτος αδελφοί μου στο
Χριστό. Τόσο αλλιώτικα πράγματα που ο Πέτρος, τρόμαξε, είδε τον εαυτόν του και
είπε «ανήρ αμαρτωλός ειμί», «έξελθε απ εμού».
Η αγάπη του Χριστού, η
αποκάλυψη της δωρεάς έφερε αυτήν την αλλοίωση στο Πέτρο που τον έκαμε να δει έτσι
τον εαυτό του.
Η αγάπη αλλάζει Τα πάντα.
Τα δίκτυα σχίζονται, βουλιάζουν οι βάρκες. Και πάλιν ο Χριστός, πλαταίνει και
πιο πέρα τα όρια. «Μη φοβού, από νυν ανθρώποις έση ζωγρών».
Από τώρα και πέρα θα πιάνεις
ανθρώπους. Όλη αυτή η διαδικασία, όλη αυτή η συνάντηση της αγάπης, αυτό το σκοπό
είχε. Την σωτηρία. «Μη φοβού». Εσύ για χάρη μου βγήκες στα βαθιά, είδες με τα
μάτια σου τις δωρεές μου και μπόρεσες να τις μοιραστείς με άλλους.
Απόχτησες τα υλικά που όλη την νύκτα επιθυμούσες. Και τρόμαξες. Τρόμαξες για
την τόση αγάπη εκείνου που στα πρόσφερε δωρεάν. Και ένιωσες ανάξιος αυτής της
δωρεάς. Χάθηκε το παράπονο, θεραπεύτηκε και τη θέση του πήρε η
μετάνοια.
Η καρδιά γέμισε από αγάπη.
Και «νυν
ανθρώποις εση ζωγρών».