Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Επίσκοπος Αντώνιος του Σουρόζ: Μάτια ξεκάθαρα να κρίνουν

Αλλά για να ξέρουμε στα αλήθεια, για να μπορούμε να βλέπουμε την πραγματικότητα σε ικανοποιητικό βαθμό, δεν αρκεί να μπορούμε να βλέπουμε, να ακούμε ή και ν’ αγαπούμε ακόμα. Πρέπει συγχρόνως να ’χουμε και καθαρή καρδιά ικανή ν’ ανακαλύπτει τον Θεό πίσω από την σκοτεινιά που Τον κρύβει. Με τον ίδιο τρόπο που ένα θολωμένο μάτι προβάλλει τις σκιές του παντού όπου γυρίσει να δει, έτσι και μια ακάθαρτη καρδιά δεν είναι σε θέση να κρίνει ή να δει τα πράγματα όπως τα βλέπει ο Θεός.
Μια ιστορία από τους Πατέρες της ερήμου εξηγεί καλύτερα αυτό που θέλω να πω. Ένας Γέροντας συνοδευόμενος από τους μαθητές του φθάνει στις πύλες της Αλεξάνδρειας. Βλέπει να έρχεται προς το μέρος τους μια πολύ όμορφη γυναίκα. Οι μαθητές καλύπτουν το κεφάλι με τα ράσα για να μη σκανδαλιστούν. Πιθανόν έτσι γλιτώνουν από τον πειρασμό της σάρκας, αλλά όχι κι από τον πειρασμό της περιέργειας. Κάτω από τα ράσα παρατηρούν και σκανδαλίζονται διαπιστώνοντας ότι ο Γέροντάς τους κοιτάζει κατάματα τη γυναίκα που πλησιάζει. Μόλις αυτή χάνεται στην πόλη, κατεβάζουν τα ράσα και τον ρωτούν: «Πώς μπόρεσες και υπέκυψες στον πειρασμό να δεις αυτή τη γυναίκα;» Και κείνος τους απάντησε με θλίψη: «Πόσο ακάθαρτες είναι οι καρδιές σας. Εσείς την είδατε μόνο σαν πειρασμό. Εγώ την είδα σαν ένα από τα θαυμαστά δημιουργήματα του Θεού».

Επίσκοπος Αντώνιος του Σουρόζ, Θέλει τόλμη η προσευχή, μετάφραση Δημήτριος Κ. Κόκκινος, 6η έκδ., Αθήνα, Ακρίτας, 2000




Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Όσιος Γέροντας Πορφύριος: Ο Χριστός είναι το παν στη ζωή μας.

Σε κλειδωμένες ψυχές ο Θεός δεν εισέρχεται, δεν εκβιάζει, δεν παραβιάζει. Αντίθετα, σε αυτούς που έχουν πίστη απλή, ο Θεός εμφανίζεται και χαρίζει το άκτιστο φως Του.
Η καρδιά σας να είναι απλή κι αγαθή.
Δεν υπάρχει ανώτερο πράγμα απ’ αυτό που λέγεται μετάνοια και εξομολόγηση. Αυτό το μυστήριο είναι η προσφορά της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο.
Όταν είναι κανείς άδειος από τον Χριστό, τότε έρχονται και τον γεμίζουν ζήλιες, μελαγχολία, αντίδραση, κοσμικό φρόνημα, κοσμικές χαρές. Προσπαθήστε να γεμίσετε την ψυχή σας με τον Χριστό!
Όταν ο άνθρωπος ζει χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς εμπιστοσύνη, αλλά με άγχος, αγωνία, κατάθλιψη, απελπισία, αποκτάει ασθένειες σωματικές και ψυχικές.
Άμα βλέπετε νωθρότητα, ο άνθρωπος δεν είναι καλά στην ψυχή. Ο σωματικός κόπος είναι αγώνας πνευματικός.
Ζώντας μέσα στην αγάπη του Θεού, ζείτε μέσα στην ελευθερία.
Το σπουδαιότερο όπλο κατά του διαβόλου είναι ο Τίμιος Σταυρός που τον τρέμει. Ο σταυρός όμως να γίνεται σωστά.
Να μαθαίνουμε ν’ αγαπάμε κι όχι να ζητούμε να μας αγαπάνε.
Αν αγαπήσεις τον Θεό, αγαπάς τα πάντα και τους πάντες, διότι μέσα στον Θεό υπάρχουν τα πάντα! Αυτός ο ίδιος λέγει: “Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου”.
Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκλησία Του. Ζει μία τρέλα!
Να έχετε συνέχεια την μνήμη του Θεού και την εγρήγορση.
Ο θείος Έρως μας ανεβάζει στην σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Κάθε άλλος έρωτας όμως μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σ’ απελπισία.
Το παν είναι ο έρωτας στον Χριστό. Άμα η ψυχή σας επαναλαμβάνει με λατρεία, με πόθο τις πέντε λέξεις “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με”, δεν χορταίνει. Είναι λέξεις αχόρταστες! Σ’ όλη σας την ζωή να τις λέτε, κρύβουν τόσους χυμούς!
Κι όταν λέτε την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”, να την λέτε αργά, ταπεινά, απαλά, με θείο Έρωτα. Με γλυκύτητα να λέτε το όνομα του Χριστού. Να λέτε μία-μία τις λέξεις. “Κύριε … Ιησού … Χριστέ … ελέησόν με”, απαλά, τρυφερά, αγαπητικά.
Ο τελειότερος τρόπος προσευχής είναι ο σιωπηλός. Εκεί γίνεται η πιο αληθινή λατρεία.
Να αγαπάτε τον Χριστό. Ο Χριστός είναι το παν στην ζωή μας. Όταν έχουμε μέσα μας τον Χριστό είμαστε χαρούμενοι και ευτυχισμένοι. Ο Χριστός είναι ο στοργικός μας Πατέρας και Νυμφίος της ψυχής μας.

Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)».  Γ’. Νουθεσίες.  Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» (αποσπάσματα).




Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

"Σώσε με..." η κραυγή του Δεκαπενταυγούστου.

Διαβάζοντας τους στίχους του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα προς την Παναγία μας, τον οποίο ψάλλουμε αυτές τις ημέρες στις εκκλησίες αναρωτήθηκα, τι πόνο και καημό, τι μεράκια και τραύματα πρέπει να κουβαλούσε η ψυχή εκείνου που έγραψε αυτά τα λόγια. Έτσι έψαξα να δω ποιος είναι και τι κατέτρωγε την ψυχή του. Ήμουν βέβαιος, ότι πίσω από αυτό τον υπέροχο ύμνο υπήρχε μια πληγή. 
Άλλωστε η πληγή, το τραύμα, το πένθος και η απώλεια γράφουν, ζωγραφίζουν, τραγουδούν και προσεύχονται. Δίχως πληγές δεν υπάρχουν σοφοί και άγιοι, καλλιτέχνες και εραστές Θείου. Μόνο κάποιος που κάτι έχασε ψάχνει να το βρει. Μόνο κάποιος που πόνεσε και πένθησε δημιουργεί. Άνθρωπος που δεν σταυρώθηκε δεν μπορεί να αναστηθεί. Μάτια που δεν δάκρυσαν Θεό δεν είδαν και γόνατα που δεν λύγισαν ποτέ δεν έμαθαν να εκτιμούν την ζωή. Αυτός που γεύθηκε τον θάνατο μπορεί να μας μιλήσει για την αξία της ζωής, εκείνος που αρρώστησε μπορεί να μα πει για την ευλογία της υγείας. 
Ένα τέτοιος λοιπόν βαριά άρρωστος και πληγωμένος άνθρωπος ήταν ο υμνογράφος του Μεγάλου Παρακλητικού κανόνα προς την Παναγία. Θεόδωρος β΄ ο Λάσκαρης. Αυτοκράτορας της Νίκαιας ο οποίος έπασχε από βαριάς μορφής επιληψία. Η ασθένεια τον είχε εξουθενώσει σωματικά και ψυχικά. Φαίνεται άλλωστε στα λόγια του παρακλητικού κανόνα προς την Παναγία, «Καταιγίδα συμφορών με βασανίζει, Δέσποινα, και των θλίψεων οι τρικυμίες με καταποντίζουν• αλλά αφού προφάσεις, δος μου χείρα βοηθείας, εσύ που είσαι η θερμή αρωγή και προστασία μου..». 
Μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει τι σήμαινε τον 11ον αιών, να πάσχεις από επιληψία. Τι προκαταλήψεις, στιγματισμό αλλά και αδυναμία αντιμετώπισης. Μόνη παρηγοριά ο Θεός και η Παναγία Μητέρα του. Σε αυτή καταφεύγει ο Λάσκαρης με αβάστακτο πόνο, και μέσα από το υμνογραφικό του χάρισμα διαμορφώνει ένα απίστευτο σε θεολογικά νοήματα κείμενο.
Όμως εκείνο που συγκλονίζει, δεν είναι τόσο η θεολογική ακρίβεια του κειμένου, όσο η βασανισμένη ύπαρξη του συγγραφέα που στην κυριολεξία κραυγάζει μέσα από προσευχητικούς ύμνους. Σώσε με Παναγία μου φωνάζει, σώσε με!!!
Όποιος έχει νιώσει έστω και μια φορά στην ζωή του την πίκρα απόγνωσης, τον πόνο της μοναξιάς και της ερήμωσης, όποιος έχει κοιμηθεί σε κρύα πατώματα δίχως ανθρώπινες ελπίδες, αναγνωρίζει στην φωνή του Θεόδωρου Λάσκαρη την δική του λαλιά. Γιατί η φωνή των πονεμένων έχει ένα ήχο καθώς και ένα όνειρο, την λύτρωση….. «Και πού λοιπόν θα βρω άλλη προστασία; Πού να προσφύγω; Και πού να σωθώ; Ποια θερμή να έχω βοηθό στις θλίψεις του βίου και στις ζάλες - αλίμονο! - κλονιζόμενος; Μόνο σε σένα ελπίζω και παίρνω θάρρος και καυχώμαι, και προστρέχω στη σκέπη σου. Σώσε με!!!!!» 

π. Χαράλαμπος Λίβυος Παπαδόπουλος



Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ YΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


Μαθαίνουμε το σώμα μας μέσα από το σώμα των άλλων.
Επιθυμία της σάρκας γίνεται η αφετηρία της ύπαρξης μας. Δύο άνθρωποι συναντώνται, συνευρίσκονται και συνουσιάζονται μέσα στην δική τους ανθρώπινη ορμή για ζωή. Και γεννούν εκείνοι εμάς και εμείς άλλους στην συνέχεια. Μια ατέλειωτη αλληλουχία σωμάτων, νέων συνδυασμών τέλειων φύσεων ανθρωπίνων υποστάσεων προορισμένων να ζήσουν και να σαρκώσουν την Θεία βούληση για Ζωή. Για όντως ζωή. Γεννιόμαστε σώματα και ψυχή, και παρουσιαζόμαστε έτσι απέναντι στους άλλους. Η ευχαρίστηση της σύλληψης, ο πόνος του τοκετού. Η χαρά της ζωής και η θλίψη του θανάτου. Η χαρά της συνάντησης και ο πόνος του αποχωρισμού. Η πορεία μας μέσα στον κόσμο. Για εμάς του κόσμου. Και εκ του κόσμου. Η φυσική θέληση και η φυσική μας εξέλιξη μέσα σε έναν κόσμο με τους δικούς του νόμους. Θα γεννηθούμε και θα ταξιδέψουμε με αυτό το σώμα το θνητό. Και θα γνωρίσουμε κι άλλα σώματα, θνητά και αυτά. Και θα αγαπήσουμε και θα ερωτευτούμε και θα φροντίσουμε και θα χάσουμε πίσω από το αδιαπέραστο τείχος του θανάτου. Σώματα αγαπημένα. Και θα ανακαλύψουμε μέσα από όλα αυτά και το δικό μας σώμα. Το άγνωστο. Και θα χαρούμε με τις χαρές του και θα πενθήσουμε με τις λύπες του. Και κάποτε εντελώς αναπάντεχα θα το ιδούμε να γερνά, να αλλάζει να ετοιμάζεται να γίνει κάτι άλλο. Να πεθάνει.
Σήμερα όμως συναχθήκαμε εδώ για να γιορτάσουμε μιαν άλλη πραγματικότητα.
Μιαν άλλη δυνατότητα. Εκείνη της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Εκείνη της Ασπόρου και Αμώμου Συλλήψεως. Ενός τόκου Παρθενικού. Μιας πορείας Θεανθρώπινης, μιας πρωτοφανούς καταστάσεως.
Και πριν και μετά τόκον Παρθένος. Μια ύπαρξη εκτός επιθυμίας. Εκτός θελήματος της σαρκός, εκτός αμαρτίας. Η πορεία της Παναγίας, πορεία προς την θέωση δίχως την εγωκεντρική αγωνία της ανθρώπινης μεταπτωτικής φύσης. Ελεύθερης να αγαπήσει τον Θεό και να υπάρξει ελεύθερα σαν πρόσωπο θεούμενο μέσα στην αγάπη του Θεού.
Αυτή η τελειότητα της Παναγίας αλλοίωσε οριστικά τη δικής μας πορεία. Η δική Της θεοτοκία έσωσε τα δικά μας σώματα. Έτσι γεννιόμαστε και Την έχουμε από την αρχή, Μητέρα. Είμαστε παιδιά και έρχεται ως Γλυκοφιλούσα. Βαδίζουμε το δύσκολο ταξίδι και συνοδοιπορεί μαζί μας ως Οδηγήτρια. Την ανακαλύπτουμε πάντα απέναντι μας ως Ένθρονη, Περίβλεπτο, ως Υπερμάχο Στρατηγό. Στην λύπη μας είναι η των Πάντων Χαρά, στην χαρά μας κρατήρ κιρνών αγαλλίασιν.
Περνάμε από τόπο σε τόπο προσπαθώντας να ζήσουμε ό,τι νομίζουμε σωστό. Ή να αποκτήσουμε ό,τι νομίζουμε ότι μας ανήκει. Ένα ταξίδι τις  
περισσότερες φορές μάταιο, όμως απαραίτητο για να καταλάβουμε τι είναι μάταιο.
Και θα Την δούμε πάντα ίδια και πάντα διαφορετική, ανάλογα πώς αλλάζει, αν αλλάζει, ο τρόπος που βλέπουμε. Θα είναι η Παναγιά η Γοργόνα, η Μπαλουκλιώτισσα, η Σουμελά. Για τους θαλασσινούς, Θαλασσινή, για τους σκλάβους η Παναγιά του Κάστρου. Για εκείνους που φυλλάτουν Θερμοπύλες, η Υπέρμαχος Στρατηγός. Για τους πληγωμένους η Παραμυθία, για τους μόνους η Μόνη Ελπίς. Για εκείνους με την βαρεία συνείδηση, η Αντιφωνήτρια. Για τους απελπισμένους, η Γοργοεπήκοος. Για όλους Όλα και εμείς θα μεγαλώνουμε μαθαίνοντας τα Ονόματα Της. Ίσως γινόμαστε κάπου, κάποτε, για λίγο και εμείς παραμυθούντες, πάντων χαρά, και γοργοεπήκοοι στον πόνο του άλλου. Σε μια φυσική πορεία από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση. Στο φυσικό μας ταξίδι από το είναι στο όντως είναι. Θα Την συναντήσουμε στο Γεννέσιον Της και στα Εισόδεια Της. Όταν όλα θα ξαναγίνουν μέσα στην υπέροχη χαρά της άνοιξης καινούργια θα γιορτάσουμε τον Ευαγγελισμό Της. Οι χαιρετισμοί Της, 24 οίκοι γεμάτοι νοήματα. Θα τους αναγνώσουμε με δίψα, πάλι και πάλι.
Και τώρα, στην καρδιά του καλοκαιριού, που τα σώματα μας αποβάλλουν καλύμματα, που η λάμψη του ήλιου μας οδηγεί πιο κοντά στην αλήθεια του σώματος μας, τώρα που η φύση δίπλα μας προσφέρεται γεμάτη καρπούς, που χάρις στον κόπο και την ευλογία του Θεού τα πάντα αποδίδουν μα και αποδίδονται, ερχόμαστε να ζήσουμε την Κοίμηση αλλά και την Μετάσταση Της. Αυτό το αναπάντεχο, αλλά υπαρκτό γεγονός. Εκείνη που βάδισε έναν δρόμο διαφορετικό και έσωσε για πρώτη φορά το σώμα όχι από τον θάνατο, αλλά από την φθορά. Διότι όπως φαίνεται δεν είναι ο θάνατος η αιτία της φθοράς.
Η Παναγία δια του θανάτου Της σήμερα οδηγεί τα σώματα πέραν της φθοράς. Και Την ακολουθούμε συνεορτάζοντας Κοίμηση και Μετάσταση και εμείς εδώ, με σώματα και ψυχές που ποθούν την λύτρωση, που αγωνιούν συνειδητά για τον προσωρινό χωρισμό του φυσικότατου δεσμού. Γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε μέσα στον φόβο της αλλαγής και του θανάτου.
Και σήμερα εορτάζουμε την Αλλαγή και τον Θάνατο. Ως Μετάσταση.
Από τα Εντεύθεν εις τα Επέκεινα.

Με την Χάρη της Παναγίας.



Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗς ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Προσευχή είναι η εδραίωση της επαφής με τον Θεό»
Κάθε στιγμή μπορεί να είναι μια στιγμή προσευχής, όταν πίνουμε ένα ποτήρι νερό, όταν κοιτάμε τον ουρανό, όλες οι σωματικές μας ενέργειες είναι προσευχές. Το σώμα μας δίνει ευγνώμονες ευχαριστίες, όταν διψά και πίνει νερό, ή όταν βουτάμε στην δροσερή θάλασσα καταμεσής μίας ζεστής ημέρας. Όλη μας η ύπαρξη, μελωδεί ύμνο ευχαριστίας προς τον Πλάστη μας.
Η Παναγία είχε δοθεί, ολόκληρη, στην προσευχή, από την αρχή. Εμείς, έξαφνα, αποσπασματικά, μερικές φορές εν διαστάσει το σώμα μας με την ψυχή, αιφνιδιαζόμεθα από την διάσταση της προσευχής, και από το πώς ενεργεί πάνω μας. Η Παναγία ζούσε την φυσική κατάσταση της ενότητας της τριμερούς της ύπαρξής της, με τον Κόσμο και την τριαδική Θεότητα.
Έτσι ή ψυχή και το σώμα της, διαπνέοντο από αυτήν την εν χάριτι ενότητα και επικοινωνία. Καμία σύγκρουση, καμία αντιπαράθεση ή ανυπακοή. Εγώ και εγωκεντρικός εαυτός στην Παναγία δεν υπήρξε ποτέ. Γι αυτό δεν είχε χώρο ή αμαρτία. Γιατί το εγώ, είναι κατά κάποιο τρόπο, μια επανάσταση κατά του Θεού, μια δημιουργία έξω από τη Δημιουργία του Θεού, ένα σύνορο εκτός Παραδείσου και πολλές φορές, για πολλούς από εμάς, ή αρχή του τόπου της κολάσεως μας.
Αυτό το Εγώ, δεν «έφτιαξε» ποτέ η Παναγία, για αυτό έμεινε, ο όντως, εαυτός της, και εντελώς φυσικά «έκλεινε» προς τον Θεό, ολόκληρη την ύπαρξη της. Και το ίδιο φυσικά -και όχι υπερφυσικάέκλεινε» και ο Θεός προς Εκείνη και την κατέστησε Θεοτόκο. Διότι στο σώμα και την ψυχή της Παναγίας δεν υπήρξε ταύτιση με την ύλη ή τον κόσμο, και έμειναν και τα δύο ενωμένα προς τον Θεό και μεταξύ τους, ώστε να χωρέσουν τον Αχώρητο.
Διότι εάν ο άνθρωπος δεν ενσωματώσει την αμαρτία δεν θα γνωρίσει τον θάνατο. Γιατί, χάριτι Θεού, ο άνθρωπος είναι Αθάνατος. Η υπακοή της Παναγίας, στο θείο θέλημα, ανα-καλύπτει στην ίδια την Θεοτόκο, την ενότητα της ανθρώπινης φύσης, την εσωτερική ενότητα σώματος και ψυχής και την υποστατική ενότητα με την θεότητα.
Έτσι η Παναγία μεθίσταται σήμερον από την Γη προς τον Ουρανό εν σώματι, διότι η πυκνότητα του σώματος δεν την οδηγεί προς τα κάτω, θεώμενο το σώμα από την άνευ όρων παράδοση του στη θεότητα, «ακολουθεί» την ψυχή, μιας και ούτε ένα λεπτό δεν χωρίσθηκαν.
Το σώμα δηλαδή της Παναγίας, ποτέ, δεν «κοίταξε» προς την Γη, δεν αποχωρίσθηκε της ψυχής, για να «ενωθεί» με την ύλη. Και έγινε η Γέφυρα, απ’ όπου μπόρεσε να περάσει ο Χριστός, το μόνο σταθερό
 σημείο στο Σύμπαν, απ’ όπου κατέβηκε ο Υιός του Θεού προς τον Κόσμο. Έτσι και σήμερα, αυτή, ή ψυχοσωματική ενότητα, παραμένει
ενιαία, δεν διασπάται ο φυσικότατος δεσμός, και η Θεοτόκος, μεθίσταται, ολόκληρη, προς τον προορισμό της.
Εμείς, καθημερινά, βιώνουμε την απόσταση, ανάμεσα στο σώμα μας και την ψυχή μας, ανάμεσα σε μας και τον Θεό, σαν απείρως τεράστια ,ενώ απόσταση ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Βιώνουμε την απόσταση με τον συνάνθρωπό μας, τον πλησίον μας, σαν τεράστια, τόσο πού ούτε βλέπουμε, πραγματικά, ούτε ακούμε κανέναν. Μόνο τον ίδιο μας τον «εαυτό» αναζητούμε στους γύρω ή στα κτίσματα. Διότι απ’ τη στιγμή πού θα απολέσουμε την τριαδική μας υπόσταση (λόγω αμαρτίας, λόγω του εγώ) αυτόματα εκπίπτουμε του Παραδείσου της διαρκούς συνομιλίας με τον Θεό και της συμπαντικής ενότητας με τους άλλους και με τον Κόσμο.
Αυτό μας ακυρώνει την δυνατότητα της θέωσης μας μέσω της Θεοτοκίας και μας οδηγεί προς τον «φυσικό» θάνατο, δηλαδή τον μη φυσικό χωρισμό σώματος και ψυχής. Διότι, πρέπει εδώ να το πούμε, θάνατος πραγματικός δεν υπάρχει. Αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε σαν θάνατο, είναι η απώλεια της μορφής, έτσι όπως την γνωρίζουμε σαν σωματο-ψυχική.
Έτσι, αφού λόγω της επανάστασης μας απέναντι του Θεού, χάσαμε την όραση της καθόδου και της ανόδου ολόκληρης της κτίσης προς τον Θεό, παραμένουμε έντρομοι εμπρός, στο μυστήριο του θανάτου.
Σήμερα, όμως, αναγνωρίζουμε στο πρόσωπο της Παναγίας, αυτή την άνοδο ολόκληρης της ανθρωπότητας προς το Όλον.
Να δούμε στη Μετάσταση, όχι ένα θαύμα, αλλά την πραγματικότητα. Να δούμε στον δικό μας φόβο θανάτου, μόνο την αντίσταση και την αμαρτία. Και να εντρυφήσουμε όλοι, σήμερα σε αυτή την εορτή, τον φόβο μας, σαν ποιότητα και ποσότητα, και μέσα από αυτή την διαπίστωση, ο καθ’ ένας μας προσωπικά, ας μετρήσει πόσο θάνατο, έχει επιτρέψει να φιλοξενεί ή πόσο Θεό Μέσα Μας. Δηλαδή, πόσο Θεοτόκοι, εν χάριτι ή πόσο θανατο-τόκοι εν θελήματι έχουμε γίνει.
Και από αυτό το μέτρημα, σήμερα, ας ξεκινήσουμε, εκούσια, την πορεία εκ του θανάτου, προς τη Ζωήν, έτσι ώστε, η ποσότητα και η ποιότητα του Θεού, που κυοφορούμε μέσα μας, έτσι και αλλιώς, από την στιγμή της σύλληψής μας, να αυξάνεται πνεύματι και δυνάμει, ώστε να πραγματώσουμε συνειδητά, τον σκοπό της ζωής μας.
Την επιστροφή μας εκεί απ’ όπου προήλθαμε.