Δευτέρα 28 Αυγούστου 2023

Άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ.

 

Ο Άγιος Αλέξανδρος του Σβίρ γεννήθηκε ως καρπός προσευχής των ευλαβών γονέων του στο χωριό Μαντέρα Όλονετς, της Βορειοδυτικής Ρωσίας και βαπτίσθηκε με το όνομα Αμώς, επειδή γεννήθηκε στη μνήμη του Αγίου Προφήτη (15 Ιουνίου 1448).

Όταν έφθασε ο καιρός για να σπουδάσει, οι γονείς του τον παρέδωσαν σε έναν αφιερωμένο άνθρωπο για να διδαχτεί την Αγία Γραφή. Ενώ όμως οι συμμαθητές του μάθαιναν τα γράμματα γρήγορα, το ευλογημένο αυτό παιδί ήταν πολύ αργό. Και αυτό όμως έγινε σύμφωνα με την Πρόνοια του Θεού ώστε να λάβει το χάρισμα της γνώσης από τον Θεό και όχι από τους ανθρώπους. Μία μέρα πήγε στο παραπάνω Μοναστήρι, στην εκκλησία της Παναγίας όπου συνήθιζε να πηγαίνει πάντα, και έπεσε κάτω, μπροστά στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, με δάκρυα και στεναγμούς ζητώντας Της βοήθεια. Ξαφνικά άκουσε μία φωνή να λέει: Σήκω, μη φοβάσαι· και ο,τι ζήτησες θα το λάβεις. Μετά από αυτό άρχισε γρήγορα να μελετάει την Αγία Γραφή χωρίς δυσκολία και ξεπέρασε όλους τους συμμαθητές του.

Στα 19 του χρόνια έφυγε για τη μονή Βαλαάμ. Περνώντας ο νεαρός Αμώς από τη λίμνη Ροτσίνσκ, κοντά στον ποταμό Σβίρ άκουσε μία φωνή: «Πήγαινε στη Μονή Βαλαάμ να αγωνισθείς και αργότερα θα επιστρέψεις εδώ και θα κτίσεις Μοναστήρι και πολλοί θα σωθούν από σένα». Τότε έλαμψε από πάνω του ένα φως, και από τα μάτια του άρχισαν να τρέχουν βρύσες τα δάκρυα. Μετά ευχαρίστησε τον Θεό και συνέχισε τον δρόμο του χαρούμενος.

Ενώ βάδιζε προσευχόταν στον Κύριο για να βρει έναν σύντροφο που να γνωρίζει τον δρόμο καλά, και ο Κύριος γρήγορα άκουσε την προσευχή του. Προσέχοντας πίσω του είδε έναν άνδρα να βαδίζει στον δρόμο. Πήγαινε και αυτός στο Βαλαάμ για κάποια υπόθεση και ο μακάριος νέος χάρηκε που βρήκε έναν τέτοιο σύντροφο. Περπάτησε μαζί του σε λίγες μέρες έναν δρόμο που άλλοι τον περπατούν με δυσκολία σε πολύ περισσότερες. Και όταν πλησίασαν το Μοναστήρι και ο ευλογημένος νέος είδε την εκκλησία της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, στάθηκε και προσευχήθηκε με δάκρυα. Μετά, ψάχνοντας γύρω του για τον σύντροφό του, δεν μπορούσε να τον βρει· έτσι κατάλαβε ότι ο καλός σύντροφός του ήταν θεόσταλτος Άγγελος και ευχαρίστησε τον Θεό.

Στο Βαλαάμ εκάρη μοναχός μετά από 7 χρόνια στα εικοσιέξι του και πήρε το όνομα Αλέξανδρος. Οι γονείς του ακολουθούντες το παράδειγμά του, εκάρησαν και αυτοί Μοναχοί με τα ονόματα Σέργιος και Βαρβάρα. Μετά την κοίμησή τους εγκαταστάθηκε σε ένα ερημικό νησί, το λεγόμενο «Αγία Νήσος», όπου έκτισε ένα κελί στην σχισμή ενός κρημνού και εκεί συνέχισε τα πνευματικά του αθλήματα. Μέχρι σήμερα σώζεται αυτή η μικρή σκοτεινή σπηλιά, στην οποία χωρά ένας μόνον άνθρωπος με δυσκολία. Επίσης, σώζεται εκεί και ο τάφος, τον οποίον ο Άγιος έσκαψε για τον εαυτό του, και δέκα χρόνια τα πέρασε εν σιωπή.

Μια μέρα ενώ προσευχόταν άκουσε μια Θεϊκή φωνή να του λέει να πάει στον τόπο που κάποτε του είχε υποδειχθεί για να σωθεί. Ένα φως του έδειξε το μέρος στις όχθες της λίμνης Ροσνσκ (1485). Έμεινε εκεί μόνος επτά χρόνια, τρώγοντας μόνο χόρτα και υποφέροντας από τις βαριές ασθένειες και το ανυπόφορο κρύο. Το 1493 τον ανακάλυψε τυχαία ένας άρχοντας που είχε βγει για κυνήγι.

Κατά το 1508 πάλι, πού ο Όσιος συμπλήρωνε τον 23ο χρόνο σ’ αυτή την έρημο κι ενώ ήταν στο ερημικό κελί του μια νύχτα και κατά τη συνήθεια του προσευχόταν, ξαφνικά στο σημείο πού βρισκόταν έλαμψε ένα μεγάλο φως. Ο Όσιος ξαφνιάστηκε και σκέφτηκε: «Τι να σημαίνει αυτό;» Και αμέσως είδε τρεις ανθρώπους να έρχονται προς αυτόν ντυμένοι με λαμπρά, λευκά ενδύματα. Ήταν ωραιότατοι και αγνοί, λάμποντας περισσότερο απ’ τον ήλιο και αστράφτοντας με μια ανέκφραστη ουράνια δόξα.. Καθένας τους κρατούσε στο χέρι κι ένα σκήπτρο.
Εκείνοι όμως τον έπιασαν απ’ το χέρι, τον σήκωσαν και του είπαν:
«Έχε π
στη, μακάριε, και μη φοβάσαι…Μη φοβάσαι, άνθρωπε θείων επιθυμιών, γιατί το Άγιο Πνεύμα ευαρεστήθηκε να κατοικήσει σε σένα για την αγνότητα της καρδιάς σου και όπως σου προείπα πολλές φορές έτσι και τώρα σου λέω ότι πρέπει να φτιάξεις εκκλησία, να συγκεντρώσεις αδελφούς και να δημιουργήσεις μοναστήρι, γιατί με σένα ευδόκησα να σώσω πολλές ψυχές και να τους φέρω στην επίγνωση της αλήθειας.»

 Ακούγοντας αυτά ο Όσιος γονάτισε και πλημμυρισμένος από δάκρυα είπε: Κύριε μου, είμαι αδύνατος για ν’ αποδεχτώ τέτοια αποστολή.
Μόλις είπε αυτά ο Όσιος κειτόταν κάτω στο έδαφος και ο Κύριος τον έπιασε πάλι απ’ το χέρι, τον σήκωσε και του είπε:

 -«Σήκω όρθιος, πάρε θάρρος και δύναμη και κάνε όλα όσα σε πρόσταξα.

 Φτιάξε την εκκλησία στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, της Ομοουσίου Τριάδος. Σου αφήνω την ειρήνη μου και η ειρήνη μου που σου χαρίζω θα είναι μαζί σου.»

Μετά άρχισε να σκέπτεται πώς και πού θα χτίσει την εκκλησία. Αφού σκέφτηκε πολύ και προσευχήθηκε γι’ αυτό στο Θεό, ξαφνικά μια μέρα είδε έναν άγγελο του Θεού που φορούσε μανδύα και κουκούλι, να λέει: «Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν».

Και μετά είπε στον Όσιο:

– Αλέξανδρε, ας χτιστεί η εκκλησία σ’ αυτόν τον τόπο στο όνομα του Κυρίου που εμφανίστηκε σε σένα με τρία πρόσωπα, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, της αδιαιρέτου Τριάδος.

Σημείωσε στον τόπο εκείνο το σημείο του σταυρού με το χέρι του και έγινε άφαντος.

Η φήμη του ως αγιασμένου ασκητή εξαπλώθηκε γρήγορα και πολλοί μοναχοί μαζεύτηκαν γύρω του, ενώ ο απλός λαός τον τιμούσε ως άγιο όταν ήταν εν ζωή.

 Ο Όσιος, έζησε συνολικά 85 χρόνια και αναπαύτηκε στις 30 Αυγούστου του 1533.

Ο Άγιος Αλέξανδρος, όπως του υποσχέθηκε η Υπεραγία Θεοτόκος, άφησε πίσω του μεγάλο πλήθος μαθητών, πολλοί από τους οποίους αγίασαν και τιμώνται μέχρι σήμερα από την Εκκλησία του Θεού επί γης ως Άγιοι.

Το άφθαρτο σώμα του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβιρ συγκλονίζει τους πιστούς πάνω από 480 χρόνια από την οσιακή Κοίμηση Του. Το λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβιρ, παραμένει εδώ και 489 χρόνια  τελείως άφθαρτο.

Πιστεύεται, ότι ο Θεός διατήρησε το Λείψανο σε τόσο θαυμαστή κατάσταση αφθαρσίας, διότι ο Άγιος Αλέξανδρος είναι ο μόνος Άγιος μετά τον Πατριάρχη Αβραάμ, ο όποιος αξιώθηκε επισκέψεως της Αγίας Τριάδος με μορφή τριών Αγγέλων.

Κατά την διάρκεια αυτής της επισκέψεως, η Αγία Τριάς μέχρι που άγγιξε τον Άγιο, και αυτό το άγγιγμα προφανώς ήταν που έκανε το σώμα του απρόσβλητο στην φθορά.

Το θαυμαστό άφθαρτο λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου Σβιρ ανακομίσθηκε στις 17 Απριλου το 1641. Όταν επικράτησε ο άθεος κομμουνισμός στη Ρωσία, το «απήγαγαν» και το έκλεισαν στο «επιστημονικό εργαστήριο» της Ακαδημίας Πολέμου Πετρουπόλεως, για… πειραματισμούς και στη συνέχεια το πέταξαν σε μια αποθήκη.. Μετά την τελευταία εύρεση του, όταν το Λείψανο μετεφέρθη στον Ναό της Μονής του, η ροή του ευώδους μύρου ήταν τόσο ισχυρή, ώστε πετούσαν μέλισσες κοντά στα πόδια του Αγίου. Μυροβλύζει και θαυματουργεί. Εικόνες του Αγίου, οι οποίες ευλογήθηκαν στην λειψανοθήκη, άρχισαν ομοίως να αναδίδουν είτε μύρο είτε ευωδία.


Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

Κυριακή δωδεκάτη εκ του κατά Ματθαίον

«Τι αγαθόν ποιήσω ίνα έχω ζωήν αιώνιον;»
ο νεανίσκος έχει ήδη πολλά, αλλά επιθυμεί τα περισσότερα. Με τον ίδιο τρόπο που αποκτά τα πλούτη, επιθυμεί να αποκτήσει και την αιώνιον ζωή. Και τηρεί πάντα ταύτα εκ νεότητος του. Αλλά σήμερα συναντά Εκείνον που θα του δείξει το ακόμα πιο πέρα. Το ει θέλεις τέλειος είναι, αυτό που δεν έχει να κάνει ούτε με τα πλούτη του, αλλά ούτε και με τις αρετές που με τόση ευλάβεια τήρησε εκ νεότητος του ο νεανίσκος. Η σημερινή συνάντηση θα επιχειρήσει να του ανατρέψει τον κόσμο του. Ακόμα και στο διδάσκαλε αγαθέ θα αντιλάβει το τι με λέγεις αγαθόν, στο ταύτα πάντα εφύλαξα, το ει θέλεις τέλειος είναι.
Αυτά όλα, πήγαινε και πούλησε τα διαδός πτωχοίς.
Σε αυτά όλα θα είναι και η σιγουριά του για το κέρδισμα της αιώνιας ζωής. Αν πράξω κάτι αγαθό θα αντιλάβω σαν έπαθλο, σαν εμπορικό κέρδος, την αιώνιο ζωή.
Όμως ο Θεός καλεί σε κάτι άγνωστο. Πέρα από την σιγουριά των καλών πράξεων, ή της τήρησης του νόμου. Τον καλεί στην ελευθερία του είναι, στην ελευθερία του Δεύρο ακολούθει μοι. Στην πραγματική ελευθερία. Σε ένα δρόμο υποταγής και εμπιστοσύνης. Τον καλεί στο άγνωστο. Η συνάντηση αυτή με την αλήθεια αγαπητοί μου αδελφοί οπωσδήποτε, για όλους μας θα έχει την ίδια διαδρομή με τον νεανίσκο της παραβολής. Θα μας ζητηθεί το ει θέλεις τέλειος είναι, και το πώλησον τα υπάρχοντα σου.
Αυτά που θεωρείς πλούτη σου πνευματικά ή υλικά.
Πώλησον τις αντιλήψεις σου και το έχει σου, την σιγουριά του πάντα ταύτα εφύλαξα, και ακολούθησε Χριστό, το καινόν, το νέον το άγνωστον. Εκεί, σε αυτό το ρίσκο, σε αυτόν τον καινόν χώρο, θα βρεθούμε εάν τολμήσουμε πίσω από Χριστόν.
Θα μαζέψουμε θησαυρό στον ουρανό, «στον χώρο που δεν βλέπουμε αλλά αισθανόμασθε». Θα μοιράσουμε πτωχοίς, και θα μοιραστούμε εκείνα που δεν μας ανήκουν, και όμως θεωρήσαμε δικά μας. Και μόνο τότε θα είμαστε τέλειοι. Σαν θέλουμε φυσικά. Και ο πλούσιος νεανίσκος νόμιζε ότι ήθελε, αλλά αυτό που ήθελε ήταν κάτι γνωστό, οικείο, αλλά ακυρώθηκε στη συνάντηση με φως. Και έγινε περίλυπος, επειδή του θύμισε ο Κύριος την ψυχή του. Αυτό παθαίνουμε όλοι μας, αυτό είναι το συναίσθημα που συχνά βιώνουμε, όταν θυμόμαστε την ψυχή μας.
Εκχέουμε την θλίψη μας ενώπιον αυτού, αντιλαμβανόμαστε την εξορία μας, την έξωθεν του παραδείσου κατάσταση μας, και γινόμαστε περίλυποι.
Γιατί είναι δύσκολο εμείς οι πλούσιοι, να μπούμε στη βασιλεία των ουρανών. Εμείς που τα πάντα φυλάμε εκ νεότητος μας, που με τόση σιγουριά διεκδικούμε και την αιώνιον ζωή, γινόμαστε περίλυποι όταν μας λέγουν όλα αυτά να τα μοιράσουμε και εδώ και τώρα, να ανακαλύψουμε μια άλλα ζωή, και ότι ο θησαυρός μας θα μετατεθεί στον ουρανό.
Τι θεωρούμε αγαπητοί αδελφοί κτήμα μας;
Τι αναζητούμε στη ζωή μας και τι ρωτάμε εδώ στην εκκλησία; Τι έχουμε να μοιραστούμε και τι να δώσουμε;
Πόσο δεμένοι είμαστε και με τι; Μπορούμε να ακολουθήσουμε Χριστό; Πόσο βλέπουμε τον χώρο του ουρανού; Και πόσο συλλέγουμε αξίες που θησαυρίζονται σ αυτόν τον χώρο; Η ζωή μας πόσο είναι ζωή;
Αν θα δοκιμάσουμε να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα μάλλον θα γίνουμε περίλυποι αδελφοί μου. Ή σαν τους μαθητές του Ιησού που εξεπλάγησαν σφόδρα από το απίθανον της σωτηρίας.
Γι αυτό ας πάρουμε σήμερα σαν μεταλαβιά αυτή την υπέροχη απάντηση του Κυρίου. Αυτήν την απάντηση που είναι για όλους μας, και για κάθε μας περίσταση και για κάθε μας αίτημα:
Παρ ανθρώποις τούτο αδύνατον εστί, παρά δε Θεώ πάντα δυνατά εστί.

Αμήν αδελφοί μου.

Σάββατο 19 Αυγούστου 2023

Κυριακή ενδεκάτη εκ του κατά Ματθαίον.

  

«Ομοιώθη η βασιλεία των ουρανών άνθρωπω βασιλεί, ος θέλησε συνάραι λόγον μετά των δούλων αυτού»

Ινα συνάραι λόγον.

Μία συνομιλία, ένας διάλογος. Ο Βασιλέας της παραβολής έχει προσφέρει τα χίλια τάλαντα, με τα οποία ο δούλος έχτισε την ζωή του. Απέκτησε γυναίκα και παιδιά και περιουσία. Ο Βασιλεύς δεν ζητά τίποτε από όλα αυτά. Ζητά τα «δικά του». Τα τάλαντα. Τα χαρίσματα. Αυτό πού είναι ο καθένας από εμάς, αυτό που διαθέτουμε, η μαγιά, τα ταλέντα, αυτό ανήκει στον Θεό.

Ότι αποκτήσαμε χάριν σ αυτήν την αρχική δωρεά, χάρισμα μας αρκεί να ξέρουμε ότι όλα τα οφείλουμε στον Δεσπότη.

Χάριν στα δικά του τάλαντα αποκτήσαμε ότι αποκτήσαμε. Κι όταν έλθει να ζητήσει πίσω την δωρεά, όταν απλά θελήσει να τον δοξάσομε με ότι έχουμε, με ότι είμαστε, τότε όπως φαίνεται στην σημερινή παραβολή, ο οφειλέτης δεν έχει να επιστρέψει τίποτε. Ανάλωσε τα πάντα στο προσωπικό του όφελος. Δημιούργησε γύρω του περιουσία. γυναίκα και παιδιά ξεχνώντας από ποιόν τα έλαβε και σε ποιόν ανήκουν. Έτσι έρχεται η στιγμή πού αφού τα τάλαντα του ξοδεύτηκαν μόνο στο προσωπικό του όφελος, αφού στον ίδιο τον βασιλέα δεν έχει να αποδώσει τίποτε,  τότε πρέπει να πουληθούν ότι έχει και να δοθούν σε άλλους.

Το δεύτερο πολύ σημαντικό στοιχείο της παραβολής είναι ότι ο δούλος ζητά από τον Βασιλέα να μακροθυμήσει στην οφειλή και υπόσχεται να αποδώσει τα πάντα.

Όταν όμως λίγο πιο κάτω έρχεται ο σύνδουλος του και του ζητά λίγο χρόνο για την δικιά του οφειλή, τον πνίγει και του λέγει: «Απόδος μοι ότι οφείλεις;»

Έτσι αγαπητοί μου αδελφοί ολοκληρώνετε η εικόνα μιας παραβολής πού θέλει να μας δείξει με τι μοιάζει η Βασιλεία των Ουρανών.

Είναι η κατάσταση εκείνη όπου καλούμεθα να αποδώσουμε αυτό που πήραμε. Κι αν δεν έχουμε κρατήσει τίποτε για τον Βασιλέα μας μένει η Συγχώρηση.

Η ταύτιση δηλαδή μαζί Του. Πρέπει να του μοιάσουμε στην σχέση μας με τον σύνδουλο μας. Να μακροθυμήσουμε σε εκείνον που μας οφείλει εκατό ενώ εμείς λάβαμε χίλια. Και τίποτα δεν κρατήσαμε για τον Δωροδότη. Και ενώ ζητάμε έλεος για τον εαυτόν μας δεν συχωρούμε τον άλλο.

Απόδος μοι ότι οφείλεις.

Και ο άλλος γίνετε τελικά ο κριτής μας. Αυτό πού με την σκληροκαρδία μας αποφασίσαμε για τον άλλο γίνετε η δική μας τιμωρία. Σαν να μην

αποφάσισε ο ίδιος ο Βασιλέας. Σαν να πήραμε εμείς οι ίδιοι την απόφαση και σαν να ορίσαμε μόνοι την ποινή. Με αυτό το μέτρο που μετρήσαμε την οφειλή του άλλου με το ίδιο μας μετρά και εμάς ο Βασιλεύς «έως ου αποδώ παν το οφειλόμενο αυτώ »

Είναι ξεκάθαρο αγαπητοί μου αδελφοί. Όλα θα αποδοθούν όλα πρέπει να αποδοθούν εάν η αγάπη δεν ανατρέψει αυτήν την συνθήκη του Νόμου.

«εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών, τα παραπτώματα αυτών».

Για αυτό λοιπόν έρχεται η Βασιλεία των Ουρανών. Για να αντικαταστήσει τα πάντα με την αγάπη. Για να μετρήσει τα πάντα με την αγάπη. Αλλιώς θα αποδοθούν τα πάντα, θα πουληθούν, βασανιστές θα μας βασανίσουν, μέχρι να επιστρέψουμε παν το οφειλόμενο.

Βλέπετε πόσο σκληρός είναι ο τρόπος αυτός. Βλέπετε πόσο σκληρός είναι ο τρόπος που ο ίδιος ο δούλος διαλέγει. Ενώ ο Θεός, μόνο την μακροθυμία γνωρίζει. Για αυτό και καλεί σε διάλογο.

Μέχρι να ελευθερώσουμε τις καρδιές μας από τα παραπτώματα των άλλων. Μέχρι τότε θα είμαστε παραδομένοι στους βασανιστές μας. Στους βασανιστές που έχουμε επιλέξει μόνοι μας, πού το μέτρο της σκληρότητας τους εμείς πάλιν το καθορίσαμε.

Και η Βασιλεία των Ουρανών, περιμένει. Πάν το οφειλόμενο.

Περιμένει την συγχώρηση.

Μέσα από την καρδιά.

Του Άλλου.