Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2022

Πάτερ ημών.

 

Ο Κύριός μας δεν μας έμαθε να λέμε απλώς «Πατέρα!», θέλει να λέμε: «Πατέρα μας». Αν αναγνωρίζω τον Θεό ως Πατέρα μου, τότε οφείλω να αναγνωρίζω ότι έχει και άλλα παιδιά· άρα αυτά τα παιδιά είναι οι αδελφοί μου· μπορώ λοιπόν να θεωρήσω τον Θεό ως κοινό «μας» Πατέρα, τον Πατέρα μιας και της αυτής Οικογένειας.

Αυτή η ιδιότητα των παιδιών του ίδιου Πατέρα, αυτή η αδελφοσύνη μεταξύ όλων των ανθρώπων αποτελεί ένα σύνδεσμο πολύ πιο ισχυρό απ’ όλες τις διαφορές. Καταργεί όλα τα τείχη που μας χωρίζουν.

Δεν μπορώ να λέω «Πάτερ ημών» εν πνεύματι και αληθεία, αν ξεχνώ ότι η ανθρώπινη αδελφοσύνη δεν αποκλείει κανέναν. Εδώ ο Χριστιανός αναγκαστικά θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον κόσμο, γιατί ο κόσμος δεν θα θέλει να θεωρούμε αδελφό μας και παιδί του ίδιου πατέρα τον ξένο, τον πολίτη ενός εχθρικού κράτους, τον πολιτικό αντίπαλο, αυτόν που ανήκει σε μια άλλη φυλή, το μέλος μιας άλλης κοινωνικής τάξης, κάποιον που μας είναι αδιάφορος ή αντιπαθητικός, τον εγκληματία. Συμβαίνει μάλιστα να υπάρχουν Χριστιανοί, που ως άτομα είναι δίκαιοι και ειρηνικοί, οι οποίοι όμως δεν βλέπουν καμμιά αντίφαση στο ότι το κράτος τους ή η κοινωνική τους τάξη μπορεί να εκμεταλλεύεται -είτε πολιτικά είτε οικονομικά- άλλους ανθρώπους. Αυτοί δεν έχουν το δικαίωμα να λένε «Πατέρα μας». Δεν μπορούμε να προφέρουμε τα ιερά αυτά λόγια, παρά μόνο αν έχει εξαφανιστεί από την ψυχή μας κάθε απομεινάρι μίσους, εγωισμού ή βίας.

Ο Χριστιανός ευφραίνεται να λέει «Πάτερ ημών» μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας μαζί με την Εκκλησία. Θα ήταν όμως βλασφημία προς τα λόγια αυτά εάν -με το πρόσχημα ότι δεν ανήκουν στη δική του συγκεκριμένη θρησκευτική κοινότητα- απέκλειε από τη θεϊκή πατρότητα και την ανθρώπινη αδελφοσύνη αυτούς που δεν ανήκουν στην ίδια ομάδα ή αυτούς που δεν είναι Χριστιανοί, και αν νομιμοποιούσε τον εαυτό του να τους διώκει, όπως συμβαίνει τόσο συχνά.

«Πάτερ ημών»: αυτές οι δύο λέξεις είναι η ρίζα δύο μεγάλων εντολών. Επειδή ο Θεός είναι Πατέρας, οφείλουμε να τον αγαπούμε με όλη μας την καρδιά, την ψυχή και τη διάνοια, αυτόν που πρώτος μας αγάπησε με όλο Του το είναι. Επειδή ο Θεός είναι Πατέρας μας, οφείλουμε να αγαπούμε τα άλλα του παιδιά, τον διπλανό μας, όπως τον εαυτό μας. Η λυδία λίθος λοιπόν κάθε πράξης σύμφωνης με το θέλημα του Θεού είναι: αγαπώ μ’ αυτή μου την πράξη τον διπλανό μου όσο αγαπώ και τον εαυτό μου;

Λέγοντας «Πάτερ ημών», ρίχνω την καρδιά μου μέσα στην καρδιά του Θεού, αφού πρώτα έχω κλείσει μέσα μου όλους τους ανθρώπους.

Κι ακόμη, κάθε φορά που προφέρω αυτές τις λέξεις, πρέπει να αναγνωρίζω βαθιά μέσα μου, ότι τις προφέρω μαζί με τον Μονογενή Υιό, τον Ιησού Χριστό. Ο Θεός είναι ο «Πατήρ» μας, ο Πατήρ του Ιησού και ο δικός μας, με διαφορετική βέβαια έννοια. Πόσο αγαθός είναι όμως ο Θεός, που μας επέτρεψε –μέσα από τη χάρη της Υιοθεσίας- να μπορούμε να συναντούμε κατά κάποιο τρόπο τον Υιό του τον Αγαπητό και να τον ονομάζουμε Αδελφό μας!

Lev Gillet, Πάτερ Ημών… Κύριε Ιησού Χριστέ: Οι δύο θεμελιώδεις προσευχές που στηρίζουν την πίστη των χριστιανών, Ενός μοναχού της Ανατολικής Εκκλησίας, μετάφραση Πολυξένη Τσαλίκη – Κιοσόγλου, 1η έκδ., Αθήνα, Ακρίτας, 2007.