Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ TΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

ΚΥΡΙΑΚΗ TΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
Εκ του Κατά Ιωάννη

«εγώ περί αυτών ερωτώ, ου περί του κόσμου ερωτώ, αλλά περί ων δέδωκας μοι», «ότι σοι εισί, και τα εμά πάντα σα εστί, και τα σα εμά…».

Τα πάντα είναι ένα αδελφοί μου. Τα πάντα ενώνονται μέσα στην αγάπη του Υιού και του Πατρός. Και μέσα από αυτήν την αγάπη, έρχεται κοντά μας η μόνη δυνατότητα σωτηρίας: ο Χριστός. Έρχεται κοντά μας Εκείνος που μας προσλαμβάνει που μας αγαπά, που μας σώζει.
Ακούσατε τις λέξεις που χρησιμοποιεί για να μιλήσει για εμάς. «Επάρας τους οφθαλμούς αυτού εις τον ουρανόν» για εμάς, προσεύχεται, στρέφει την αγάπη του συνέχεια προς τον Πατέρα και μας υπερασπίζεται. Μας προσλαμβάνει. Μας ενώνει. Μας αναφέρει προς τον Θεόν.
Σήμερα, αδελφοί μου, ο Χριστός, μας δείχνει τον δρόμο για την σωτηρία, για άλλη μια φορά ξεκάθαρα: Η αγάπη. Η αγάπη του Πατρός και του Υιού. Η αγάπη που πρέπει να έχουμε μεταξύ μας. Η αγάπη που πρέπει να έχουμε προς αυτόν. Η μεγάλη αγάπη που έχει για εμάς.
Πρέπει να νιώσουμε αυτήν την ενότητα. Πρέπει να αφήσουμε τον νου μας να δεχτεί αυτόν τον τρόπο ύπαρξης. «Ου περί του κόσμου ερωτώ», δεν πρέπει να νοιαζόμαστε περί του κόσμου, γιατί ο κόσμος θα εμποδίσει αυτήν μας την ενότητα. Πρέπει να ερωτούμε για Εκείνον που μας αναζητά. «αλλά περί ων δέδωκας μοι, ότι σοι εισί». Γιατί Εκείνος αδελφοί μου, δεν είναι πια στον κόσμο, αλλά εμείς είμαστε στον κόσμο. Εκείνος ήλθε κοντά στον Πατέρα και εμείς πρέπει να πάμε στον Πατέρα. Να μην αφήσουμε τίποτα να μας κρατά, να μας δένει, να μας εμποδίζει από αυτήν την ενότητα της αγάπης.
Είμαστε στον κόσμο, αλλά δεν είμαστε αυτού του κόσμου. Πώς μπορούμε να το καταλάβουμε αυτό; Πώς μπορούμε να βιώσουμε την ελευθερία που μας προτείνει συνέχεια ο Χριστός;
Στο σημερινό ευαγγέλιο μας δείχνει τον δρόμο. «επάρας τους οφθαλμούς αυτού εις τον ουρανόν». Εκεί είναι η πατρίδα μας. Εκεί πρέπει να στρεφόμαστε συνεχώς. Σ΄ αυτήν την κατεύθυνση είναι η ελευθερία μας. Σ αυτόν τον ανοιχτό διάλογο με τον Θεό. Εάν μπορέσουμε να καταλάβουμε αυτό το «σοι εισί, και τα εμά πάντα σα εστί», τότε θα νιώσουμε την μεγαλύτερη χαρά που υπάρχει. Τότε θα βγούμε από τα περιορισμένα όρια του κόσμου για να αγγίξουμε, όσο είναι δυνατόν, τα όρια της αγάπης του Θεού, τα όρια της «συνύπαρξης» με τον Θεό.
Με την δυνατότητα που μας δίνει Εκείνος που προσέλαβε το ημέτερο φύραμα. Εκείνος που προσεύχεται για εμάς: «πάτερ άγιε, τήρησαν αυτούς εν τω ονόματι σου ω δέδωκας μοι, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς». Να γίνουμε ένα, όπως ο Υιός και ο Πατέρας.
Να γίνουμε ένα όλοι εμείς οι πολλοί. Με τις πολλές επιθυμίες, με τις πολλές, ατέλειωτες ανάγκες. Με τον τόσο πολύ εγωισμό που μας φτωχαίνει, με τις τόσες πολλές ανάγκες.
Κι όμως σήμερα σ’ αυτό το ξεχείλισμα αγάπης από τον Χριστό για όλους εμάς, πρέπει να βρούμε τον εαυτό μας. Πρέπει να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας. Ότι λέει για εμάς.
Στην σημερινή γιορτή, των αγίων Πατέρων, να γιορτάσουμε αυτήν την ενότητα. Το «εμείς», ενάντια στο «εγώ». Αυτό που συμβόλισαν οι Πατέρες και αυτό για το οποίο προσεύχεται ο Κύριος μας. Να ζητήσουμε με την καρδιά μας την σωτηρία μας. Για να συμβεί αυτό που ζητά. Αυτός που τόσο πολύ μας αγάπησε. Κι αν το πετύχουμε, και αν σωθούμε, τότε θα έχουμε την χαρά. Την χαρά του Χριστού πεπληρωμένη μέσα μας.
Τότε τίποτα άλλο.

Τότε τα πάντα ένα. 

Σάββατο 23 Μαΐου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ

  ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
Εκ του κατά Ιωάννη


«…..έρχεται νυξ, ότε ουδείς δύναται εργάζεσθε…»
Τα έργα μας πρέπει να είναι έργα του φωτός….Το φως αποκαλύπτει στα μάτια μας τον κόσμο όπως είναι…Όμως δεν βλέπουμε τον κόσμο όπως είναι…Εμείς βλέπουμε αυτό που σκεφτόμαστε. Και έτσι υπάρχουμε μέσα από τις σκέψεις μας, μέσα στις σκέψεις μας. Και για αυτό, συχνά, αγνοούμε τη ζωή, δεν την καταλαβαίνουμε…σαν τυφλοί, αφού δεν επιτρέπουμε στο φως να μας συναντήσει και για αυτό όταν λίγο ή πολύ στερηθούμε αυτό το φως, επιμένουμε να μην το δεχόμαστε, μοιάζει να σταματάμε μέσα σε μια νύχτα  «ότε ουδείς δύναται εργάζεσθαι»
Βλέπετε, οι συνάνθρωποί του, που τόσο συχνά έβλεπαν αυτόν τον τυφλό άνθρωπο, άλλοι έλεγον, ούτος εστίν, άλλοι δε ότι όμοιος αυτώ εστίν. Βιάζονταν να αρνηθούν το θαύμα. Να μην δουν αυτό που έβλεπαν. Αυτόν που έβλεπαν.
Οι Φαρισαίοι τυφλοί, έβλεπαν όμως την τήρηση του Σαββάτου και έλεγαν ότι αυτός που δεν τηρεί το Σάββατο, «ουκ εστί παρά Θεού…» Παρέμεναν και αυτοί τυφλοί, για να μην χάσουν την ιδέα, την σκέψη που είχαν για τον εαυτό τους.
Ακόμα και οι γονείς του δεν τον βλέπουν πραγματικά δεν ανατρέπει μέσα τους την σταθερή εικόνα που είχαν για εκείνον, δεν διευρύνεται η όρασή τους…..
Είναι η επιμονή μας να βλέπουμε ότι σκεφτόμαστε πως βλέπουμε.
Έρχεται όμως ο Ιησούς και λέγει: «όταν εν τω κόσμω ώ, Φως ειμί του Κόσμου».
Το φως είναι παντού, παντού είναι ο Ιησούς.  Ο Θεός είναι παντού  και αυτό είναι ημέρα. Είναι μια κατάσταση όπου ο άνθρωπος, εργάζεται τα έργα του Θεού. Ο άνθρωπος σε ότι βλέπει, βλέπει τον Θεό. Αποκτά ο άνθρωπος όραση, ακόμα και εάν από πολύ μικρός «εκ γενετής» ίσως, εάν στερήθηκε το φως, εάν οι «γονείς» του ήταν η αιτία να είναι τυφλός, εάν, ίσως πιο συχνά οι αμαρτίες μας είναι αυτές που μας γεννούν, μας κάνουν τυφλούς, ακόμα και τότε, μπορούμε να αναβλέψουμε.
Γιατί κανείς πραγματικά «ουκ ήμαρτεν» για να είμαστε εμείς τυφλοί.
Εμπρός μας στέκεται πάντα ο Χριστός, μέσα στο φως που μας περιβάλλει, αφού Αυτός είναι το Φως.
Όμως οι οφθαλμοί μας καλυμμένοι από πηλόν, γήινοι, χρειάζονται νίψη, στην κολυμβήθρα του Απεσταλμένου, δηλαδή Μετάνοια, δηλαδή, ο Νους να αλλάζει, να δει.
Και τότε και εμείς, όταν αφυπνισθούμε, θα ρωτήσουμε: «Τις εστί, Κύριε, ίνα πιστεύσω εις αυτόν;»
Όταν τα μάτια μας απαλλαχθούν από τον πηλό, όταν ανανήψουμε, θα βγει από μέσα μας ο Αληθινός εαυτός μας, αυτός που θα ζητά «ίνα πιστεύσει».
Η απάντηση, άμεση, πάντα:
«Και εώρακας αυτόν, και ο λαλών κατά σου, εκείνος εστίν»
Τόση αγάπη. Και τον βλέπουμε και μας μιλά. Εμπρός μας.
Εκείνα τα μάτια του σημερινού τυφλού μοιραζόμαστε σχεδόν όλοι. Εκείνα τα μάτια των άλλων τυφλών της σημερινής παραβολής, έχουμε και εμείς.
Όμως ο Ιησούς μας περιμένει.. Όταν θα βγούμε έξω από τον κόσμο των ψευδαισθήσεων μας  «και εξέβαλον αυτόν έξω» μάλλον όταν οι ψευδαισθήσεις μας θα μας βγάλουν έξω, θα μας βρει ο Ιησούς «Συ πιστεύεις εις τον Υιόν του Θεού;»
Και εμείς οι το πριν τυφλοί,  Πιστεύω, θα απαντήσουμε.


  ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
Εκ του κατά Ιωάννη


«Καθένας από εμάς έχει έναν εσώτερο χώρο. Έχουμε όλοι μέσα μας έναν κρυφό σκοτεινό χώρο, ένα κλειδωμένο δωμάτιο, φτιαγμένο από αγάπη, έναν εσώτερο παράδεισο. Όμως οι περισσότεροι από εμάς δεν γνωρίζουμε την ύπαρξή του μέσα μας.»
Τυφλοί εκ γενετής, πορευόμαστε με μία εσωτερική κενότητα, ορφανοί από αγάπη, μη βλέποντες, αφού το φως δεν φθάνει μέσα μας, περνάει από τα μάτια μας αλλά δεν φθάνει σε αυτόν τον εσωτερικό χώρο, στο γαμήλιο κοιτώνα, που το φως συναντά την ψυχή μας, την κάθε ψυχή και την φωτίζει.
Η όραση είναι εσωτερική υπόθεση, δεν εξαρτάται από τα μάτια. Με την ψυχή βλέπουμε, με αυτήν κατανοούμαι τι βλέπουμε. Και επειδή το φως περνάει μέσα από τα μάτια αλλά βρίσκει άδειο το δωμάτιο στα μύχια της ύπαρξής μας, λείπει η ψυχή και τότε στον άνθρωπο γεννιέται ένας πόνος. Ζει σαν τυφλός, εκ γενετής. Και ακόμα και αυτοί οι μαθητές του Χριστού θεωρούν την τυφλότητα αποτέλεσμα αμαρτίας.
«Ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος, ή οι γονείς αυτού, ίνα τυφλός γεννηθεί;» Μα ο Χριστός αποκαλύπτει ότι όλα συμβαίνουν «ίνα φανερωθεί το έργο του Θεού εν αυτώ».
Τα πάντα γύρω μας είναι φανέρωση του Θεού, αρκεί να το δούμε. Η φύση είναι ένα βιβλίο γραμμένο από το Θεό για να Τον γνωρίσουμε, τα γεγονότα της ζωής μας διαδρομές προς Αυτόν. Παντού ο Κύριος έχει αφήσει ένα γράμμα για εμάς να το διαβάσουμε.
Και εμείς τυφλοί εκ γενετής, βλέπουμε αλλά δεν βλέπουμε.
Οι γείτονες του τυφλού της παραβολής, που τόσα χρόνια τον έβλεπαν, ξαφνικά δεν είναι σίγουροι εάν είναι αυτός, δεν πιστεύουν στα μάτια τους, δεν βλέπουν, το θαύμα τους τυφλώνει.
Οι φαρισαίοι, αντί για την υγεία και τη σωτηρία των συνανθρώπων τους, προτιμούν να δουν την κατάλυση του Σαββάτου, αρνούμενοι την εγγύτητα του Θεού. Ακόμα και οι γονείς του τυφλού παραβλέπουν τη σωτηρία του παιδιού τους από φόβο. Δεν βλέπουν ποιος τον θεράπευσε.
Όλοι αυτοί βλέπουν αλλά δεν βλέπουν.
Όσο τα μάτια μας θα μένουν ορφανά, έτσι θα είμαστε όλοι μας, τυφλοί εκ γενετής. Όσο ο εσώτερος χώρος, ο θάλαμος της ψυχής μας θα μένει σκοτεινός, τίποτα δεν θα βλέπουμε. Και αυτό μας δίνει ένα αίσθημα μεγάλης μόνωσης, γιατί εκεί δεν κατοικεί το φως, δεν έχουμε αφήσει να μπει ο Νυμφίος της ψυχής μας, λείπει ο φίλος μας. Και όταν ο χώρος αυτός είναι άδειος από Χριστό, γεμίζουμε μοναξιά, φόβο, μελαγχολία και ανία.
«Μπορεί να έχεις μεγάλη περιουσία και πολλά πλούτη, τραπεζικούς λογαριασμούς που σε εξασφαλίζουν, το σπίτι σου μπορεί να έχει τα πάντα, αλλά μέσα σου μπορεί ακόμα να παραμένεις άδειος. Αν ο Θεός δεν είναι εκεί, ο πικρός άνεμος της μοναξιάς φυσά μέσα από εσένα. Κάποιες νύκτες, η ψυχή στερημένη για τόσο πολύ χρονικό διάστημα από το χάδι του Θεού, ξυπνά τρομοκρατημένη από την ίδια της τη μοναξιά, καταμεσής της νύκτας και θρηνεί...» την τυφλότητά της. Γι’ αυτό όσο και όταν έρχεται ημέρα, ας εργαζόμαστε τα έργα της ημέρας, γιατί, όταν πάλιν, μέσα μας, θα νυχτώνει, ουδείς δεν δύναται να εργασθεί.
Όταν ο Χριστός είναι στον κόσμο μας, Αυτός είναι το φως. Αυτός ξαναπλάθει την Δημιουργία. Πτύει χαμαί και παίρνοντας πηλό, τον πηλό με τον οποίον αιώνες πριν μας έφτιαξε και μας ξαναφτιάχνει. Με την δική του ενανθρώπιση. Κάποτε φύσηξε σε αυτόν τον πηλό και του έδωσε ζωή και τώρα «πτύει» ανακατεύεται ο ίδιος και μας δίνει το φως μας αφού Αυτός είναι το φως του κόσμου.
Και όταν όλοι εμείς τυφλοί εκ γενετής, γείτονες τυφλών, γονείς τυφλών, φαρισαίοι τυφλοί, θα δούμε πραγματικά, τότε θα ζητήσουμε να τον γνωρίσουμε. Πρώτα θα Τον δούμε και ύστερα σαν φίλος προς φίλο θα τον ρωτήσουμε: «Και τις εστίν, Κύριε, ίνα πιστεύσω εις Αυτόν;» Και το θαύμα της ύπαρξής μας θα ολοκληρωθεί όταν η ψυχή μας θα ακούσει: «και εώρακας αυτόν και ο λαλών μετά σου, εκείνος εστίν». Είναι η συγκλονιστικότερη στιγμή της ζωής όλων ημών των εκ γενετής τυφλών.
Όχι όταν θα αναβλέψωμεν, αλλά όταν θα δούμε το πραγματικό φως του κόσμου τούτου.
Και τότε, βλέποντες, θα πούμε : «Πιστεύω, Κύριε» και πεσόντες θα προσκυνήσωμεν Αυτόν που εωράκαμεν και ακούσαμεν λαλών μεθ’ υμών.
Αμήν.

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ
Εκ του κατά Ιωάννη

Βρισκόμαστε πάντοτε σε κίνηση.
Κινούμαστε συνεχώς…από την Σαμάρεια της προσωπικής μας ζωής, σε κάποιο φρέαρ του Ιακώβ, «αντλήσαι ύδωρ»…Ξοδεύουμε τη ζωή μας σε ανθρώπους που ονομάζουμε «άνδρας μου», «γυναίκα μου» «παιδί μου» «φίλος μου», χωρίς τελικά κανείς από όλους αυτούς να μην είναι άνδρας, γυναίκα παιδί μου…
Ψάχνουμε να προσκυνήσουμε το Θεό σε κάποιο όρος ή σε Ιεροσόλυμα ή κάπου, κάπως, πάντοτε όμως έξω από εμάς. Και όταν έρχεται η ζωή να μας ερωτήσει πού είναι ο άνδρας σου, πού είναι το παιδί σου, ο φίλος σου εκείνος ο τόπος που θεώρησες ιερόν, «δεν έχω άνδρα» απαντάμε, δεν ξέρω που να προσκυνήσω το Θεό. Γιατί δεν μάθαμε ακόμα ότι όλα αυτά τα «όρια» που θέσαμε, όλη αυτή η επιμονή μας να επαναλαμβάνουμε την ίδια διαδρομή αμαρτίας – μετάνοιας, από Σαμάρεια σε κάποιο φρέαρ του Ιακώβ από όπου ήπιαν –ίσως- και οι άλλοι πριν από εμάς, πριν τον Χριστό, είναι δική μας διαδρομή.
Γιατί δεν καταλάβαμε ποτέ ότι η Αλήθεια είναι Πρόσωπο.
Ο Θεός είναι Πρόσωπο, απέναντι, δίπλα και μέσα μας. Αυτοί που ονομάσαμε άνδρας μου, γυναίκα, παιδί μου, είναι επίσης πρόσωπα, ομοούσια μαζί μας, αλλά με άλλη υπόσταση. Για αυτό και κανείς δεν μας έγινε άνδρας….Γιατί ούτε στο όρος Χωρήβ ούτε στα Ιεροσόλυμα πλέον δει προσκυνείν.
Διότι Πνεύμα ο Θεός και πρέπει να τον προσκυνούμε εν Πνεύματι και αληθεία.
Και η Ανάσταση του Κυρίου, μας ελευθερώνει από τα δεσμά του ψεύδους. Λέμε ψέματα γιατί φοβόμαστε το θάνατο, τη μοναξιά την αποτυχία. Όλα αυτά είναι μορφές, μιμήσεις του θανάτου.
Έχουμε πείσει τον εαυτό μας ο καθένας για κάτι…εκείνη είπε. Εγώ είμαι γυναίκα Σαμαρείτισσα…και ερχόταν απόγευμα για νερό, σχεδόν λαθραία, γιατί είχε μπει σε μια ιδέα, σκέψη για τον εαυτό της, μόνη της. Για αυτό όταν ο Ιησούς την ελευθερώνει από όλα αυτά, «απήλθεν εις την πόλιν και λέγει τοις ανθρώποις», ελάτε να δείτε άνθρωπον που μου είπε πάντα όσα εποίησα.
Αυτό είναι όλο. Αυτό έκανε την Σαμαρείτιδα, Φωτεινήν. Κάποιος να σου πει, όλα αυτά που εποίησες. Δεν τα ήξερες; Δεν ήξερες ότι τα ήξερε όλα…..Εκείνος!  Και τώρα ας τα μάθουν όλοι.
Η Αλήθεια όχι λοιπόν, η δική μας, αλλά η Αλήθεια σαν Πρόσωπο. Η αλήθεια η δική μας, ήρθε η ώρα και νυν εστίν, που δεν θα την
προσκυνούμε πια, αλλά εάν θέλουμε, να γίνουμε αληθινοί προσκυνηταί, γιατί τέτοιους μας θέλει ο Πατήρ, πρέπει να τον προσκυνούμε εν πνεύματι και αληθεία.
Οι διαδρομές που ως τα τώρα κάναμε, μας έφεραν συχνά σε φρέαρ του Ιακώβ, αλλά και πάλι διψάσαμε. Αυτή η επαναλαμβανόμενη κίνηση, αυτές οι επαναλήψεις της ζωής μας, όταν συναντώμεθα με τον Ιησού, όπως σήμερα, ας γίνουν «ίνα μη διψώ, μηδέ έρχομαι ενθάδε αντλείν»     
 



ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ
Εκ του κατά Ιωάννη

«Ει ήδεις την δωρεάν του Θεού, και τις έστιν ο λέγων σοι, δος μοι πιείν, ου αν ήτησας αυτόν, και έδωκεν αν σοι ύδωρ ζών».

Εάν αναγνώριζες την δωρεά του Θεού, και ποιος είναι αυτός που σου ζητά να πιει, τότε εσύ θα ζητούσες από εκείνον ,το ύδωρ της ζωής.
Σ αυτό το σημείο, αγαπητοί αδελφοί, γίνετε ακόμα πιο ξεκάθαρο αυτό που σημάνθηκε στις ευαγγελικές περικοπές των προηγουμένων εβδομάδων.
Εάν αναγνωρίσεις την δωρεά του Θεού...
Το λέγει αυτό ο ίδιος ο Κύριος, που έφθασε εκεί την ώρα την έκτη, κεκοπιακώς.
Κουρασμένος.
Εκεί έφθασε και μια γυναίκα .Σαμαρείτης.
Άφησε την πόλη και έφθασε έως εδώ, για να αντλήσει ύδωρ από το αγιασμένο φρέαρ του Ιακώβ. Κουρασμένη και αυτή. Από την δική της ζωή. Αυτήν την ζωή που θα της αποκαλύψει σε λίγο ο Κύριος.
Με ποιόν τρόπο;
Μα με τον δικό της τρόπο. Τον προσωπικό.
«Δος μοι πιείν».
Κι εκείνη ψάχνει την αιτίαν. Δεν ανταποκρίνεται κατευθείαν στο αίτημα του Θεού, αλλά αναζητά τις απαντήσεις που την απασχολούν. Κάτι για την δική της ταυτότητα.
Πώς εσύ, Ιουδαίος ων, ζητάς από εμένα, γυναίκας Σαμαρείτισσας, να πιεις;
Η ίδια δυσκολία με τον παραλυτικό. Δυσκολία στην αναγνώριση.
«Εδώκουν ότι ο κηπουρός εστίν» οι Μυροφόρες στην συνάντηση στον Πανάγιο Τάφο.
Ο Χριστός παρακάμπτει την ερώτηση και της μιλά για το ύδωρ που εάν πιει δεν θα διψάσει ξανά. Κι εκείνη γυρίζει πάλιν στους δικούς της περιορισμούς. Χωρίς να το καταλαβαίνει.
Δεν έχεις άντλημα. Και μήπως είσαι εσύ καλύτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που κι αυτός από εδώ ήπιε και έδωκε και στα παιδιά του, και σε εμάς;
«πάς ο πίνων εκ του ύδατος τούτου, διψήσει πάλιν».
Είναι η έκτη ώρα. Είναι η ώρα που ο Χριστός θα καθίσει κεκοπιακώς. Και θα αποκαλύψει.
Φώναξε μου τον άνδρα σου.
Και η γυναίκα θα αποκαλύψει κι εκείνη την δικήν της αλήθεια.
Δεν έχω άνδρα.
«άνθρωπο ουκ έχω» είπε ο Παραλυτικός. Άλλη μία μοναξιά. Άλλη μία μάταια προσπάθεια.
Πέντε άνδρας είχες και αυτός που τώρα έχεις δεν είναι άνδρας σου.
Ο ορίζοντας αρχίζει να πλαταίνει για εκείνην που από γυναίκα Σαμαρείτισσα θα γίνει Φωτεινή.
Πού είναι σωστό να προσκυνώ τον Θεό;
Από την αποκάλυψη της προσωπικής της ζωής, ξεγλιστρά σε θρησκευτικές ερωτήσεις. Πού είναι σωστό να προσκυνώ τον Θεό;
Όχι πως, αλλά, που.
Δίπλα στο Φρέαρ του Ιακώβ, ένα σύμβολο της Παλαιάς Διαθήκης, ένα σύμβολο του ΠΟΥ, ο Χριστός αποκαλύπτει την δική Του Διαθήκη. Του ΠΩΣ.
Γιατί Πνεύμα ο Θεός και όσοι Τον προσκυνούν «εν πνεύματι και αληθεία δεί προσκυνείν».
Άφησε η γυναίκα την υδρία της και έτρεξε στην πόλη να αναγγείλει την χαρά  της ότι ίσως αυτός είναι ο Χριστός. Άφησε την υδρία της εκεί. Άρχισε ο δρόμος για την ελευθερία.
Θα επαναλάβει ο Κύριος και με τους Μαθητές του τον ίδιο σχεδόν διάλογο.
«Ραββί, φάγε» του λέγουν.
«εγώ βρώσιν έχω φαγείν, ην υμείς ουκ οίδατε».
Τι είναι αυτό πού ούτε και οι Μαθητές ακόμα δεν γνώριζαν;
Αυτό που δεν γνώριζαν ήταν το πόσο κοντά ήταν   ο θερισμός.
«Επάρατε τους οφθαλμούς υμών, και θεάσασθε τας χώρας, ότι λευκαί εισί προς θερισμόν ήδη».
Και Εκείνος τους προσκαλεί να θερίσουν ότι δεν έσπείραν. Γιατί άλλος έσπειρε πριν από αυτούς. Μα ο καρπός πρέπει να συναχτεί. Για να χαρούν όλοι. Και ο σπείρων και ο θερίζων.
Πόσο όμορφη αυτή η  εικόνα αδελφοί. Αυτή  η παρουσίαση της χαράς της Βασιλείας των Ουρανών. Εκεί που θα χαίρετε ομού ο σπείρων και ο θερίζων. Εκείνος που κοπίασε, που εσταυρώθει, που ετελείωσε το έργο του Θεού, και οι Θεριστές και ο καρπός, όλοι ομού.
Και όλα αυτά, σήμερα στην Κυριακή της Σαμαρείτιδας, τπς γυναίκας που διψούσε.
Σήμερα, δίπλα στο φρέαρ του Ιακώβ, λίγες ημέρες μετά που η Εκκλησία μας εόρτασε την μεγάλη εορτή της Μεσοπεντηκοστής.
«Και πολλώ πλείους επιστεύσαν δια τον λόγον αυτού…»
Και καλείτε η Σαμαρείτης να γίνει Φωτεινή.
Και καλούνται οι Μαθητές προς θερισμόν.
Βαδίζουμε λοιπόν προς την Κυριακή του Τυφλού. Εκεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, του Απεσταλμένου, όπου εάν νιφθούμε θα αναβλέψουμε.
Βαδίζουμε προς την Πεντηκοστή.

Αμήν.

Παρασκευή 15 Μαΐου 2020

Και στην Ομόνοια μπορεί να αγιάσει κανείς, αν το θέλει.

Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε Άγιοι.
Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σας πονάει το στήθος.
Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.
Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.
Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεστε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.
Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.
Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί, όταν δει την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σας παίρνει είδηση και σας πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σας αγκαλιάζει.
Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον. Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο.
Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.

Πηγή: βιβλίο «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ»



Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

«Τούτον ιδών ο Ιησούς κατακείμενον και γνούς ότι πολύν ήδη χρόνο έχει, λέγει αυτώ’
θέλεις υγιής γενέσθε;»
Σ αυτήν την ερώτηση καλείτε ο Παραλυτικός της σημερινής διήγησης να απαντήσει.
Μια ερώτηση απλή, που αναζητά μιαν απλή απάντηση. Σε κάτι που ο άνθρωπος αυτός περίμενε 38 έτη. Σε κάτι που θα είχε σκεφθεί άπειρες φορές. Που θα επιθυμούσε, που θα ονειρευότανε.
Κι όμως είναι εκπληκτική η απάντηση που ακολουθεί. Στο «θέλεις υγιής γενέσθε», εκείνος απαντά:
«άνθρωπο ουκ έχω».
Δεν δίνει την απάντηση που είχε προετοιμάσει ο Χριστός. Δεν ζητά την υγεία του που τόσο επιθυμούσε, αλλά άμεσα, ζητά αυτό που εκείνου πραγματικά του έλειπε. Αυτό που κατά την δική του αντίληψη, τον άφηνε ασθενή.
Η απουσία ανθρώπου.
Δικού του ανθρώπου.
Και αυτό εκφράζει τελικά σαν αίτημα.
«Άλλος προ εμού κατεβαίνει».
Ο Παραλυτικός της σημερινής μας διήγησης είναι ένας θρησκευόμενος άνθρωπος. Για αυτό αποζητά την σωτηρία του κατακείμενος δίπλα στην προβατική κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Περιμένει καθηλωμένος πάνω σ ένα κρεβάτι αυτήν την ελάχιστη ελεημοσύνη του Θεού . Την κάθοδο αγγέλου που όταν ετάρασσε το ύδωρ, ο πρώτος εμβάς, υγιής εγένετο.
Προσέξατε αδελφοί μου αυτές τις εικόνες.
Έχουμε «πλήθος ανθρώπων, χωλών, ξηρών, τυφλών, εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν».
Όλοι αυτοί κατέκειντο παρά την κολυμβήθρα του Σιλωάμ, με τις πέντε στοές.
Κατέκειντο καθηλωμένοι στην αναπηρία των πέντε αισθήσεων, τυφλοί και χωλοί, με την εγωιστική και εγωκεντρική αναμονή της άνωθεν λυτρώσεως, παραγκωνίζοντας και παραγκωνιζόμενοι.
Χωλοί και τυφλοί.
Εμείς όλοι.
Μέσα σ αυτό το ασφυκτικό σκηνικό,
«ανέβη ο Ιησούς»,
για να συναντηθεί με έναν από όλους μας, εκείνον ο οποίος ήδη πολύν χρόνο έχει παράλυτος.
Μοιάζει πως όλη κι όλη η εμπειρία του ανθρώπου αυτού είναι αυτός ο πολύς χρόνος, η μακρόχρονη παράλυση του.
Η μακρόχρονη καθήλωση του.
Ο περιορισμός της ζωής του. Πάνω σ ένα κρεβάτι. Πάνω σ ένα παράπονο. «Άνθρωπον ουκ έχω».
Για αυτό αρνείται την προσωπική ευθύνη.
Αυτό προσπάθησε σ αυτό το σημείο ο Κύριος.
Να του δώσει την ευκαιρία της ευθύνης.
Να τον βοηθήσει να συμμετάσχει στην σωτηρία του.
Να τον απελευθερώσει από την τριακονταοκταετή του παραλυσία, από την ψυχική και σωματική του καθήλωση δίπλα στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ.
Να περιμένει το θαύμα από τον άγγελο. Κι όταν ο Χριστός τα ανατρέπει όλα, ανατρέπει και την μοναξιά του με την δική Του προσωπική παρουσία, και τον ερωτά. «θέλεις υγιής γενέσθε;»
Τον στρέφει με την ζωοποιό του δύναμη από την εξωστρέφεια προς την εσωστρέφεια. Από την εγωκεντρική καθήλωση και την παραλυσία στην Αναστάσιμη ανάληψη της ευθύνης.
Στην εντός του Βασιλεία των Ουρανών.
Ο Παραλυτικός αποτυγχάνει.
Κι όμως, λαμβάνει την ίαση. Αλλά, με έναν όρο έναν πρώτο όρο. Μία δεύτερη ευκαιρία. Ποια είναι αυτή;
«άρον τον Κράβατον σου και περιπάτει».
Ο Κύριος του χαρίζει την ελευθερία αλλά, να πάρει μαζί του και το κρεβάτι.
Να πάρει μαζί του την μνήμη από την προηγούμενη του κατάσταση. Και αυτό είναι το μόνο που προσέχουν και οι άλλοι ανάπηροι της σημερινής διηγήσεως.
Οι Ιουδαίοι.
Τον γνωρίζουν φυσικά. Και τον αναγνωρίζουν.
Τον έβλεπαν για 38 ολόκληρα χρόνια κατακείμενο.
Κι όμως, τυφλοί κι αυτοί δεν ερωτούν τίποτα για την υγείαν του. Αλλά, θορυβούνται από την καταστρατήγηση του Σαββάτου. Και για δεύτερη φορά καλείτε ο άνθρωπος αυτός να απαντήσει. Και για δεύτερη φορά μεταφέρει αλλού την ευθύνη.
«Αυτός που με έκανε υγιή, αυτός μου είπε να κουβαλώ το κρεβάτι μου».
Μα δεν γνώριζε ούτε το όνομά του. Εκείνος που «δεν είχε άνθρωπο», εκείνος δεν ρώτησε ούτε καν το όνομα στον Άνθρωπο που του χάρισε την υγεία του.
Και συναντήθηκαν πάλιν.
Γιατί η θρησκευτική πίστη του, έφερε τον πρώην παράλυτο στο Ιερό. Κι εκεί τον περίμενε η δεύτερη συνάντηση με τον Ιησού. Που τώρα θα του πει:
«ίδε, υγιής γέγονας μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον τι σοι γένοιτε». 
Τότε ο άνθρωπος έφυγε και ανάγγειλε στους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς είναι αυτός που τον έκανε υγιή.
Χρειάστηκε αυτή η «απειλή» για να καταλάβει. Η απειλεί του να γίνει χειρότερα.
Εάν συνεχίσει να αμαρτάνει.
Αναστάσιμα, αδελφοί μου είναι όλα τα Ευαγγέλια που οι Πατέρες επέλεξαν να διαβάζουμε σ αυτές τις Κυριακές.
Έχουν δηλαδή μέσα τους το μεγάλο και σπουδαίο νόημα της Ανάστασης του Θεανθρώπου και της ανακαίνισης του Ανθρώπου. Μέσα από τον προσωπικό δρόμο του καθενός.
Είδαμε την πρώτη Κυριακή τις Μυροφόρες.
σήμερα τον Παραλυτικό και την ερχόμενη Κυριακή, εκείνη η τόσο σπουδαία συνάντηση της Σαμαρείτισσας.
Πάλιν δίπλα σε νερό.
Πάλιν δίπλα σε ένα θρησκευτικό τόπο.
Της Παλιάς Διαθήκης.
Η κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Το Φρέαρ του Ιακώβ.
Και ο Χριστός.
Που ρωτά Πρόσωπο προς Πρόσωπο.
Που αποκαλύπτει την ως τώρα καθηλωμένη ζωή μας. Που αποκυλά τον λίθο του μνήματος, που χαρίζει υγεία στον Παράλυτο, ή προσφέρει το νερό που αν πιεις δεν θα διψάσεις εις τον αιώνα.

Σάββατο 2 Μαΐου 2020

Κυριακή των Μυροφόρων

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
Εκ του κατά Μάρκου

Αντιμετωπίζουμε τον θάνατο, τις περισσότερες φορές, με λάθος τρόπο. Σαν ένα γεγονός ξένο, διαφορετικό, απόμακρο. Εστιάζουμε σχεδόν πάντα στο σώμα, που ως «σήμα» του προσώπου που αγαπήσαμε, εκλείπει. Και για εμάς, πεθαίνει. Ενώ, ούτε για τον εαυτό μας τον ίδιο, ούτε για τους άλλους ποτέ δεν περιορίσαμε την ύπαρξή μας, ή την ύπαρξη των άλλων στο σώμα.
Εμείς γνωρίζουμε ότι ποτέ σχεδόν δεν αισθανθήκαμε να είμαστε μόνον σώμα, ίσως περισσότερο, βλέμμα….Περισσότερο υπάρξαμε εκεί που ήταν το βλέμμα μας, παρά εκεί που είναι το σώμα μας. Και μετά το θάνατο κάποιου που αγαπήσαμε, το βλέμμα μας, μένει ορφανό ψάχνουμε αλλά δεν βλέπουμε πια το σώμα που αγαπήσαμε, το σήμα, νομίζουμε ότι έχει χαθεί. Και αναζητούμε συχνά, παρηγοριά, στο μόνο, σήμα…..που απομένει, το μνήμα, ο τάφος, ότι υπάρχει ακόμα διαθέσιμο στο βλέμμα μας.
Αυτό όμως που αγνοούμε συχνά, είναι η ψυχή μας και η δύναμή της. Αυτό το αγνοήσαμε, σαν μικρά παιδιά και όταν ζούσαμε μαζί με αυτούς που αγαπήσαμε. Και τότε οι ψυχές μας αγαπιόνταν, πολύ, πολύ δυνατά, η μία ψυχή αγκάλιαζε την άλλη και ζούσαμε την χαρά της κοινωνίας…. Τα σώματα, πάντα άπειρα, αδέξια, προσπάθησαν να αγαπηθούν….
Ο Χριστός ακούμπησε πάντα, τα σώματα για να τα θεραπεύσει, εύκολα με απλές κινήσεις, όμως μίλησε πάντοτε με στόχο τις ψυχές. Η ψυχή Του πονούσε σφόδρα όταν μοιραζόταν το Πάθος μαζί μας και εμείς Μαζί Του.
Και σήμερα, ο Πιλάτος, ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας και οι Μυροφόρες, το σώμα, σκέφτονται. Ο Ιωσήφ και οι Μυροφόρες θέλουν να Το κρατήσουν λίγο ακόμα κοντά τους, να το αγαπήσουν λίγο ακόμα. Με σινδώνι, καθαρά και αρώματα, σε μνημείο λελατομημένον εκ πέτρας, και μύρα. Και θάρρος το θάρρος που γεννά η έννοια του θανάτου.
Και με ότι καλλίτερο έχουν έρχονται οι Μυροφόρες, ανατείλαντος του ηλίου, όμως αυτό το οποίον ήθελαν, «ουκ έστιν ώδε» «ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν» θα μάθουν ότι δεν είναι εκεί, σε τάφο, αλλά «ότι προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν» εκεί αυτόν όψεσθαι.
Κάθε άνθρωπος μας που τέθνηκε, απλά «προάγει υμάς εις την Γαλιλαία», προάγει, προπορεύεται, έχει προχωρήσει μπροστά και θα μας περιμένει στην Γαλιλαία, όπου εκεί θα τον δούμε.
Ο Χριστός έμεινε δίπλα μας, είναι δίπλα μας, αλλά και προπορεύτηκε «καθώς είπεν υμίν» ότι μας περιμένει, ότι θα συναντηθούμε, θα Τον ιδούμε.
Η έννοια του θανάτου μόνον σαν ολοκλήρωση. Η πραγματικότητα του θανάτου είναι ότι εμείς, ζητάμε «εσταυρωμένον», πάντα εαυτόν και αλλήλους μέσα από την καθήλωση, την υποδούλωση και τον περιορισμό του θανάτου. Ενώ η Ανάσταση και ο νεανίσκος ο περιβεβλημένος στολήν λευκήν, μας θαμβώνουν….μας προάγουν.
Και ενώ αντιμετωπίζουμε τον θάνατο, συχνά, με μύρα, σινδόνας καθαράς και τόλμη και θάρρος, το γεγονός του μη θανάτου, της Ανάστασης, μας γεμίζει τρόμο και έκσταση. Κάθε υπέρβαση αυτών που έχουμε στην σκέψη μας, μας γεμίζει τρόμο και έκσταση.
Αυτό μας μαθαίνει η Ανάσταση.
Αυτό ήλθαμε και σήμερα, όρθρου βαθέως, του ηλίου ανατείλλαντος  να μάθουμε. Το «ουκ έστι ώδε».
Μέσα στην εκκλησία, Πανάγιο Τάφο του Χριστού, εις τον τόπον όπου έθηκαν Αυτόν, θα ακούμε το χαρμόσυνο μήνυμα. Και σιγά σιγά, ο φόβος και η έκστασις θα μεταβάλλεται.
Η τυφλότητα μας θα γίνεται φως, η παραλυσία μας, από καθήλωση θα γίνεται ελευθερία, «ως είπεν υμίν».
Και θα προάγωμεν εις την Γαλιλαία, εκεί Αυτόν οψόμεθα.


Αμήν



ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
Εκ του κατά Μάρκου

«Και λίαν πρωί της μιας Σαββάτων, έρχονται επί το μνημείον, ανατείλαντος του ηλίου»

Τις περισσότερες φορές ολόκληρη η ζωή μας ,γίνεται μια νεκρική πομπή, μια πορεία σταθερή προς ένα τάφο, μια προσπάθεια φροντίδας για το σώμα μας, για το σώμα άλλων, όρθρου βαθέως, στο μισοσκόταδο.
Σε αυτήν μας την πορεία, κάθε στιγμή η επιθυμία μας να συναντήσουμε αυτό το σώμα γεννά και το ερώτημα, «Τις αποκυλίσει ημίν το λίθο;» είναι γαρ μέγας σφόδρα ο λίθος που μας χωρίζει από το σώμα μας και από το σώμα των άλλων. Όμως όταν πρόκειται για εκείνη την Μίαν, την Μοναδική Συνάντηση που έζησαν και ζουν σήμερα οι Μυροφόρες, αναβλέψαντες θα ιδούμε, ότι αποκεκύλισται ο λίθος. Στην συνάντηση μας με το Χριστό και μόνον, αυτός ο φραγμός καταργείται.
Κι ενώ εμείς βαδίζουμε την οδό που ξέρουμε, προς τάφους, σε αυτόν τον σημερινό τάφο δεν θα μας περιμένει το σώμα έτσι που το έχουμε συνηθίσει αλλά, κενόν μνημείον Και σε μιαν άκρη το σουδάριον, πεπερασμένο περιτύλιγμα, δίχως περιεχόμενο.
Για αυτό το όραμα, τα μάτια μας δεν είναι συνηθισμένα.
Για αυτό πιο εύκολα θα νομίσουμε ότι «ο κηπουρός εστίν» ή θα θελήσουμε να βάλουμε τα δάχτυλα μας επί του τύπου των ήλων, γιατί αυτή η σχέση και η στάση με την ύλη είναι ότι επιτρέψαμε στον εαυτό μας. Αυτή η σχέση με το σώμα μας και με το σώμα των άλλων η τόσο περιορισμένη.
Και για αυτό κάθε φορά που αγαπήσαμε μορφές που προάγουν βρεθήκαμε στο τέλος ξανά και ξανά εμπρός σε τάφους «κενούς» και μόνο το σουδάριο μας θύμισε λίγο τις μορφές που γνωρίσαμε.
Κάτι άλλο συμβαίνει, αφού ο θάνατος όπως τον ξέρουμε δεν υπάρχει. Και Αυτός που βλέπουμε δεν είναι ο κηπουρός και αυτό που ακούμε σαν «ουκ έστιν ώδε» δεν είναι έλλειψη ή απιστία, αλλά η Όντως Παρουσία.
Σήμερα εωρακάμεν τον τόπον όπου έθηκαν Αυτόν. Σήμερα και σε κάθε σήμερα, βλέπουμε τον τόπο που κι εμείς είμεθα τον τόπο που οι άλλοι είναι, αλλά μόνον τον τόπο.
Για αυτό από σήμερα και στο εξής, ο Αναστάς Χριστός «προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν» εκεί αυτόν οψόμεθα. Αυτό συμβαίνει από σήμερα, σε όλους μας αδελφοί μου.
Ο Χριστός «καθώς είπεν υμίν» μας προάγει, για να παύσουμε αυτήν την νεκρική μας πορεία. Αυτήν την αναζήτηση νεκρών σωμάτων που δεν υπάρχουν. Εμείς βλέπουμε μόνον σουδάρια, το περιτύλιγμα ή δύο 
Αγγέλους που μας δείχνουν τα όρια, ένας προς την κεφαλήν και ένας προς τις ποσί. «Ουκ έστιν ώδε» όμως. Γιατί θάνατος δεν υπάρχει. Κενός χώρος μέσα στον κόσμο του Θεού δεν υπάρχει. Και αυτό το μνημείον «λελατομημένον εκ πέτρας» από το συμπαγές προήλθεν και κανείς δεν είχε τοποθετηθεί πριν σε αυτό μα ούτε και μετά.
Γιατί δεν υπήρξε ποτέ σαν νεκρός ο Χριστός.
Κανένα κλάσμα του δευτερολέπτου δεν υπήρξε μέσα στο Σύμπαν του Θεού για θάνατο. Ποτέ, ούτε μια στιγμή ακινησίας.
Αλλά από την Ζωή στην Ζωή. Μόνον οι μορφές αλλάζουν έτσι που να θυμίζουν αλλά να μην είναι.
Αυτή η ελευθερία έναντι του θανάτου που συναντούν σήμερα οι Μυροφόρες και εμείς προϋποθέτουν την συνάντηση με μορφές που είναι αλλιώτικες, νεανίσκοι περιβεβλημένοι, στολήν λευκή.
Και εκθαμβούμεθα.
Όλα αυτά είναι δύσκολο να τα καταλάβουμε και κάθε φορά που συναντόμεθα με τον θάνατο με τα δικά μας περιορισμένα μάτια, μέσα σε μνημεία στενά, λελατομημένα εκ πέτρας, εξερχόμεθα ταχύ, φεύγουμε εκ του μνημείου και μας κατέχει τρόμος και έκστασις, φοβούμαστε γαρ. Όχι μόνον τον θάνατο, όπως τον ξέρουμε, αυτόν έτσι κι αλλιώς τον φοβόμαστε. Όμως εμείς φοβόμαστε και το «ουκ έστιν ώδε» αυτήν την καινήν ανατροπή και αυτό το πρώτο καινόν μνημείον.
Όμως, ας έχουμε θάρρος αφού φθάνουμε ως εδώ, αφού ζητούμε Ιησούν τον Ναζαρηνόν τον Εσταυρωμένον, που εύκολα δίπλα μας, αναγνωρίσαμε, αφού η πίστη και η αγάπη μας, μας φέρνουν πάντα εις τον τόπον όπου έθηκαν αυτόν, θα συνεχίσουμε και έως της Γαλιλαίας του καθενός από εμάς.
Εκεί θα τον δούμε πραγματικά. Και αν καταλαβαίνουμε σήμερα τι εορτάζουμε «ουδενί ουδέν» ας μην πούμε.
Είναι μεγάλα πράγματα αυτά…
Είναι μεγάλα πράγματα αυτά…

Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Μα εγώ έχω Εσένα...

Ήμασταν μόνοι στο παρεκκλήσι , Εσύ κι εγώ.
Έξω ο κόσμος διαβαίνει βιαστικός , και σε τούτες τις στιγμές δεν έχω τίποτα και κανέναν. Είμαι ολότελα εκδιωγμένος και μόνος μέσα στον κόσμο .Όμως έχω τα πάντα, δεν μου λείπει τίποτα, δεν θέλω τίποτα.
 Ό,τι οι άλλοι αναζητούν σε μια γυναίκα, σε μια οικογένεια, στους φίλους, στους χορούς, και στις γιορτές, εγώ τα έχω εδώ. Ό,τι αναζητά ο ποιητής στην ποίηση και ο ζωγράφος στην ζωγραφική , εγώ τα έχω όλα εδώ. Ό,τι αναζητά ο δικτάτορας στην ισχύ και ο πλούσιος στα χρήματα του και ο πότης στο ποτό, και ό,τι αναζητούσα μάταια παλιά, τα έχω τώρα εδώ. Όλη η ζωή μου είναι εδώ, και όλος μου ο κόσμος και όλες μου οι αγάπες. Έχω αυτά τα τεράστια πλούτη, κι όμως δεν μού ανήκει τίποτα. Έχω κάθε χαρά , κάθε γαλήνη, κάθε ομορφιά και κάθε αγάπη. Είμαι ικανοποιημένος και δεν θέλω τίποτα. Έχω Εσένα και έτσι έχω τα πάντα , αφού Εσύ είσαι ο Κύριος των πάντων και όλων των υπάρξεων πάνω στη γη.


Ερνέστο Καρντενάλ «Αγάπη, η χαραμάδα της αιωνιότητας (εκδ.Εν Πλώ, μτφ Β.Αργυριάδης)