Όταν
κάποιος ξεκινάει για ένα ταξίδι θα πρέπει να ξέρει που πηγαίνει. Αυτό συμβαίνει
και με την Μεγάλη Σαρακοστή. Πάνω από όλα η Μεγάλη Σαρακοστή είναι ένα πνευματικό ταξίδι που προορισμός του
είναι το Πάσχα, «η Εορτή των Εορτών». Είναι η προετοιμασία για την «πλήρωση του
Πάσχα, που είναι η πραγματική Αποκάλυψη».
Ολόκληρη
η λατρεία της Εκκλησίας είναι οργανωμένη γύρω από το Πάσχα, γι’ αυτό και ο
λειτουργικός χρόνος, δηλαδή η διαδοχή των εποχών και των εορτών, γίνεται ένα
ταξίδι, ένα προσκύνημα στο Πάσχα, που είναι το Τέλος και που ταυτόχρονα είναι η
Αρχή. Είναι το τέλος όλων αυτών που αποτελούν τα «παλαιά» και η αρχή της «νέας
ζωής», μια συνεχής «διάβαση» από τον
«κόσμο τούτο» στη Βασιλεία που έχει αποκαλυφθεί «εν Χριστώ».
Η
Μεγάλη Σαρακοστή είναι η «χείρα
βοηθείας» που απλώνει σε μας η
Εκκλησία. Είναι το σχολείο της μετάνοιας
που θα μας δώσει δύναμη να δεχτούμε το Πάσχα όχι σαν μια απλή ευκαιρία να φάμε,
να πιούμε, ν’ αναπαυτούμε, αλλά, βασικά, σαν το τέλος των «παλαιών» που είναι
μέσα μας και σαν είσοδό μας στο νέο».
Έτσι
το Πάσχα για μας είναι η επιστροφή,
που κάθε χρόνο κάνουμε, στο βάπτισμά μας και επομένως η Σαρακοστή είναι η
προετοιμασία μας γι’ αυτή την επιστροφή η αργή αλλά επίμονη προσπάθεια να
πραγματοποιήσουμε τελικά τη δική μας
«διάβαση», το «Πάσχα» μας στη νέα εν Χριστώ ζωή.
Ένα
ταξίδι, ένα προσκύνημα! Καθώς το αρχίζουμε, καθώς κάνουμε το πρώτο βήμα στη
«χαρμολύπη» της Μεγάλης Σαρακοστής βλέπουμε –μακριά, πολύ μακριά- τον
προορισμό. Είναι η χαρά της Λαμπρής, είναι η είσοδος στη δόξα της Βασιλείας.
Είναι αυτό το όραμα, η πρόγευση του Πάσχα, που κάνει τη λύπη της Μεγάλης
Σαρακοστής χαρά, φως, και τη δική μας προσπάθεια μια «πνευματική άνοιξη». Η
νύχτα μπορεί να είναι σκοτεινή και μεγάλη, αλλά σε όλο το μήκος του δρόμου μια
μυστική και ακτινοβόλα αυγή φαίνεται να λάμπει στον ορίζοντα.
«Μη
καταισχύνης ημάς από της προσδοκίας ημών, Φιλάνθρωπε!».
**********
Μη
αποστρέψης το πρόσωπο σου από του παιδός σου, ότι θλίβομαι∙ ταχύ επάκουσόν μουʹ πρόσχες τη ψυχή μου, και λύτρωσαι αυτήν.
Ακούστε
τη θαυμάσια μελωδία του στίχου τούτου, αυτή την κραυγή που ξαφνικά γεμίζει την
εκκλησία «... ότι θλίβομαι!» - και θα καταλάβετε το σημείο από το οποίο
ξεκινάει η Μεγάλη Σαρακοστή: το μυστηριώδες μίγμα της ελπίδας με την
απογοήτευση, του φωτάς με το σκοτάδι. Η όλη προετοιμασία έφτασε πια στο τέλος.
Στέκομαι μπροστά στο Θεό, μπροστά στη δόξα και στην Ομορφιά της Βασιλείας Του.
Συνειδητοποιώ ότι ανήκω σʹ αυτή, ότι δεν έχω άλλη κατοικία, ούτε άλλη χαρά, ούτε άλλο σκοπό. Συναισθάνομαι ακόμα ότι είμαι εξόριστος από αυτή μέσα στο σκοτάδι και στη λύπη της αμαρτίας γι’ αυτό «θλίβομαι»! Τελικά παραδέχομαι ότι μόνο ο Θεός μπορεί να με βοηθήσει
σʹ αυτή τη θλίψη, ότι μόνον σʹ Αυτόν μπορώ να πω «πρόσχες τη ψυχή μου». Μετάνοια πάνω απ' όλα, είναι το απελπισμένο κάλεσμα για τη Θεία βοήθεια.
Πέντε
φορές επαναλαμβάνουμε αυτό το Προκείμενο. Και τότε να! η Μεγάλη Σαρακοστή
αρχίζει. Τα φωτεινά χρωματιστά άμφια και καλύμματα του ναού αλλάζουν τα φώτα
σβήνουν. Ο ιερέας εκφωνεί τις αιτήσεις, ο χορός απαντάει με τα «Κύριε ελέησον»
την κατʹ εξοχήν σαρακοστιανή απάντηση. Για πρώτη φορά διαβάζεται η προσευχή του Αγίου Εφραίμ που συνοδεύεται από μετάνοιες. Στο τέλος της ακολουθίας όλοι οι πιστοί
πλησιάζουν τον ιερέα και ο ένας τον άλλο, ζητώντας την αμοιβαία συγχώρεση. Αλλά
καθώς γίνεται αυτή η ιεροτελεστία της συμφιλίωσης, καθώς η Μεγάλη Σαρακοστή
εγκαινιάζεται μʹ αυτή την κίνηση της αγάπης, της ενότητας και της αδελφοσύνης, ο χορός ψάλλει πασχαλινούς
ύμνους. Πρόκειται τώρα πια να περιπλανηθούμε σαράντα ολόκληρες μέρες στην έρημο
της Μεγάλης Σαρακοστής. Όμως από τώρα βλέπουμε να λάμπει στο τέλος το φως της
Ανάστασης, το φως της Βασιλείας του Θεού.
Αλέξανδρος
Σμέμαν
Μεγάλη
Σαρακοστή πορεία προς το Πάσχα (εκδ. Πορφύρα)