Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021

Κυριακή του Ασώτου.

  

Ζούμε την κάθε μέρα με την επιθυμία της επιστροφής μας, στον παράδεισο. Αυτόν τον παράδεισο ψάχνουμε, με κάθε μας πράξη. Αίφνης, βλέπουμε ένα ωραίο πρόσωπο και χαιρόμαστε γιατί μας θυμίζει τον παράδεισο που αναζητούμε, ένα ωραίο τοπίο, μας αρέσει ιδιαίτερα γιατί είναι ένα τοπίο όχι μόνο του κόσμου ετούτου, αλλά και του δικού μας παραδείσου πού απωλέσαμε. Ακούμε μια ωραία μουσική και ευφραίνεται η καρδιά μας γιατί αυτή η μουσική έχει κάτι από την αρμονία του παραδείσου μας.

Το μάτι μας αναπαύεται στη θέα ενός μικρού παιδιού, και η πιο σκληρή και κουρασμένη καρδιά γλυκαίνει στη θέα ενός μικρού παιδιού που γελά ή που κοιμάται γιατί τα παιδιά είναι γεμάτα από την ευωδία του παραδείσου, από τον όποιο μόλις ήλθαν, και τον όποιον ακόμα δεν απώλεσαν εντελώς.

Ονειρευόμαστε, έντονα και συνεχώς, ένα ταξίδι, γιατί δεν είμαστε από εδώ, δεν είμαστε για εδώ και το ξέρουμε. Η καρδιά μας, μας το πληροφορεί και θέλουμε να φύγουμε. Στην πραγματικότητα ο παράδεισος είναι ο σκοπός μας, αλλά σαν να μη το ξέρουμε... Θέλουμε για πολλοστή φορά να επισκεφθούμε άγιους τόπους, να προσκυνήσουμε κάτι από τα σημεία του Θεού στη Γη και εξερχόμαστε γι' αυτό του εαυτού μας.

Και ερωτευόμαστε πρόσωπα που κάτι μας θυμίζουν, που μας θυμίζουν κάτι από τον προσωπικό μας παράδεισο και δεν το ξέρουμε. Και επιθυμούμε τοπία, και χαραυγές και ηλιοβασιλέματα του κόσμου τούτου, γιατί όλα αυτά είναι γράμματα που σκόρπισε ο Θεός παντού για να Τον βρούμε. Όμως όλα αυτά αν και είναι πολύ όμορφα. Είναι όμως κτιστά.

Για αυτό όσο και αν τα φτάσουμε, όσο και αν τα ιδούμε, τα κρατήσουμε στην αγκαλιά μας, όσο κι αν νομίσουμε ότι τα κατέχουμε, θυμίζουν τον παράδεισο, αλλά δεν είναι ο παράδεισος. Κι αυτό μας γεμίζει θλίψη. Για αυτό οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας, είναι θλιμμένοι. Είμαστε θλιμμένοι. Γιατί όλη αυτή η έξοδος από τον εαυτό μας, όλη αυτή η διεκδίκηση του επιβάλλοντος μέρους της ουσίας είναι έξωση από τον παράδεισο.

Κι αυτό συμβαίνει όταν χάνουμε- εκούσια -την συνείδηση του « πάντα τα εμά σα εστίν» Όταν κατακερματίζουμε τον κτιστό κόσμο του Θεού σε οικόπεδα της δικής μας ματαιοδοξίας και όταν από την αγάπη του προσώπου ως εικόνα Θεού του κάθε συνανθρώπου μας, πέφτουμε στον έρωτα-αίρεση ενός μέρους αυτού: του εγωκεντρικού μας ειδώλου-

καθρέπτη. Στον άλλο αγαπάμε μια προέκταση του εγώ μας και έτσι αποδημούμε εις χώραν μακράν της πραγματικής μας ύπαρξης.

Όσο ταυτιζόμαστε με όλους και όλα αυτά, τόσο κολλώμεθα επί των πολιτών της χώρας εκείνης, τη μακράν του παραδείσου. Κι αυτή η διάζευξης μας με τον Θεό θα μας κάνει να υποδουλωθούμε στα πάντα, να βοσκήσουμε χοίρους των σαρκικών μας πια επιθυμιών και να τρεφόμαστε με αυτές τις επιθυμίες, τα  ξυλοκέρατα.

Όμως, όλες αυτές οι επιθυμίες μας, αδελφοί μου, αργά ή γρήγορα θα αποδειχθούν ψευδαισθήσεις. Γι' αυτό και πάντα θα πεινάμε. Ποτέ δεν χορταίνουμε. Και θα προσπαθούμε να γνωρίσουμε κι άλλους ανθρώπους, να αγαπήσουμε άλλους που ίσως μας φέρουν την ευτυχία, να αποκτήσουμε καινούργιο σπίτι, να αυξήσουμε τις καταθέσεις μας στην Τράπεζα, να επεκτείνουμε την επιρροή μας στους γύρω μας. Και με όλα αυτά θα επιθυμούμε να γεμίσουμε την κοιλία μας, αλλά όλα αυτά τίποτα δεν θα μας δίδουν. Πάντα θα πεινάμε! πάντα ο φόβος τού «εγώ δε λιμώ απόλλυμαι!» θα μας τυραννά.

Αντί για αυτή τη συνεχή μας έξοδο από τον εαυτό μας, φθάνει η τόσο απλή συνειδητοποίηση ότι αυτό που μας λείπει είναι αυτό πού έχουμε, το μόνο που πραγματικά έχουμε και αναστάντες θα πορευθούμε προς τον Πατέρα, όχι έξω, όχι κάπου, σίγουρα όχι σε κάποιους, αλλά μέσα μας, τόσο κοντά, γιατί ο παράδεισος που αναζητήσαμε είναι εντός ημών, γι' αυτό και πουθενά δεν τον βρήκαμε…

Τον χώρο του παραδείσου εντός μας το έφτιαξε ο Θεός όταν από πάντα μας αγάπησε τόσο πολύ που με τίποτα άλλο να μην μπορούμε να ευτυχήσουμε. Όλα θυμίζουν αυτήν την αγάπη, αλλά δεν είναι αυτή η αγάπη.

Ο Θεός μας γνωρίζει προσωπικά τον καθ' ένα από εμάς.

Η πορεία μας είναι μια πορεία εντός, προσωπική προς Αυτόν. Και γίνεται όχι με την δική μας ενέργεια αλλά με την ενέργεια του Θεού.

Εμείς αναστάντες πορευόμεθα προς Αυτόν, αλλά πάντα Αυτός εξέρχεται, δραμών και πέφτει εις τον τράχηλο μας και καταφιλεί ημάς. Για τέτοια αγάπη μιλάμε, αδελφοί μου.

Για να ευφρανθούμε όμως και να χαρούμε, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι, πάντοτε είμαστε με τον Θεό, και πάντα τα τού Θεού, ημών εστί. Μακριά από τον Θεό νεκροί είμαστε και απολωλότες.

Κοντά Του αναζούμε και για πρώτη φορά, υπάρχουμε, ευρισκόμεθα.

Αμήν.



Κυριακή του Ασώτου
(Εκ του κατά Λουκά)

 «…Πάτερ, δος  μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας»

 Το επιβάλλον μέρος, λοιπόν. Ο άνθρωπος πάντοτε από εκεί θα ξεκινάει την ξενιτιά του και το μακρύ του ταξίδι. Από το επιβάλλον μέρος…..Από το να μην κατανοεί το όλον, την απόλυτη ενότητα του με τον Κτίστη. Με αυτό που τον ενώνει με τον Πατέρα.

Είμαστε κτιστά όντα, ομοούσιοι με τη κτίση με διαφορετική όμως υπόσταση. Προερχόμαστε όλοι από την ίδια φύση, από εκείνον τον ίδιο «χουν» που έλαβε ο Δημιουργός και μας έφτιαξε, όλους, και ενεφύσησε την δημιουργική του Πνοή με ελεύθερη θέληση. Από το μηδέν προς το είναι. Από την εικόνα, λοιπόν, στο καθ’ ομοίωσιν. Και αυτή είναι η ουσία και όχι το επιβάλλον μέρος της ουσίας.

Από αυτήν και με αυτήν την υπέροχη αγάπη φτιαχθήκαμε, γεννημένοι από την εκρηκτική θέληση του Θεού για Ζωή και για όντως Ζωή.

Έτσι γεννιόμαστε όλοι, εκ του μη όντως εις το είναι, πάντα, νυν και αεί, μέσα στις αγκάλες του Πατρός.

Και όμως, πόσο εύκολα αποδημούμε –ή νομίζουμε ότι αποδημούμε- εις χώραν μακράν, αναζητώντες εκείνο που έχουμε και ποτέ δεν χάσαμε, ψάχνοντας, αυτό που είμαστε. Δαπανώμεθα ζώντες ασώτως, και αφού δαπανήσουμε τα πάντα από το μέρος της ουσίας που « κατέχουμε», προσκολλούμεθα σε κάποιον από τους πολίτες της χώρας της ξενιτίας μας, γιατί αδυνατούμε πλέον να υπάρξουμε μόνοι μας. Υποδουλωνόμεθα στον άλλο. Και βόσκουμε πια τους χοίρους των επιθυμιών μας στους αγρούς, της ερημιάς μας.

Μια πορεία μονόδρομος από το όλον στο κατά μέρος και συχνά, στο τίποτα, σε λιμών ισχυρόν.

Από την ελευθερία της ευλογίας του Πατέρα εις την υποδούλωσιν μας σε ξένες προς εμάς, καταστάσεις.

Μα εκείνη η Πρώτη Αγάπη, η Ακέραια, η Ολοκληρωτική, δεν σβήνεται από μέσα μας. Η αγάπη, όταν είναι τέτοια σαν εκείνη του  Πατέρα της παραβολής αλλοιώνει για πάντα τον άνθρωπο.

Μα και όσοι γνωρίσαμε μιαν τέτοια αγάπη, ή όσοι προσφέραμε μιαν τέτοια αγάπη, το ξέρουμε, ότι πλέον κι αν τρώμε, κάποτε, από των κερατίων ών ήσθιον οι χοίροι λιμώ απολλύμεθα..

Ποτέ δεν θα χορτάσουμε με κάτι λιγότερο. Γιατί αυτό που αλλοιώνει τον άνθρωπο  οριστικά, είναι η αγάπη. Και αυτό είναι που θα τον οδηγεί πάντοτε προς το Θεό. Είναι ένας φυσικός δεσμός, χωρίς βία, χωρίς ανάγκη, χωρίς χρονικό προσδιορισμό. Θα έλεγα είναι μια αγάπη υποστατική.

Ελεύθερα δίδεται, ελεύθερα επιστρέφει.

Υπάρχει και όταν αποδημούμε εις χώραν μακράν, υπάρχει όταν διασκορπίσουμε την ουσίαν μας ζώντες ασώτως, υπάρχει και όταν αναστώμεθα και πορευόμεθα πίσω, στον εαυτό μας. Και επειδή αυτή η αγάπη που ζητεί τα εαυτοίς, μας αγκαλιάζει εύκολα, και εύκολα και εμείς δεχόμαστε αυτήν αγκαλιά.

Εύκολα τότε και εμείς, επιτέλους, θα εκδηθούμε τα ράκη της έως τώρα ξενιτίας μας και θα ενδυθούμε την στολήν την πρώτην.

Εύκολα, αβίαστα και ελεύθερα και εντελώς δωρεάν θα φορέσουμε το δακτύλιον της ευγενικής μας καταγωγής και στα πόδια υποδήματα και τότε θα αρχίσουμε να ευφραινόμαστε.

Γιατί μέσα σε αυτή τη κατάσταση θα είμαστε, ξανά, ο εαυτός μας. Αυτό που από πριν ήμασταν αλλά δεν καταλαβαίναμε. Και τότε σε ολόκληρο τον κόσμο μας, θα υπάρχει Γιορτή. Έτσι θα νιώθουμε εμείς.  Τον κόσμο σε γιορτή. Επειδή θα έχουμε επιστρέψει στον Πατέρα.

Μπορεί, αδελφοί μου, όταν θα αξιωθούμε να νιώθουμε αυτήν την χαρά, να υπάρχει κάποιος από εμάς, ομοούσιος αδελφός, που να μην συμμετέχει. Ίσως γιατί δεν πόνεσε τόσο και δεν καταλαβαίνει τον πόνο μας, ή ίσως δεν έφυγε ποτέ και δεν ξέρει τη χαρά της επιστροφής. ‘Η ίσως κι εκείνος ακόμα να πεινά και να νομίζει ότι δεν έλαβε και δεν έφαγε ποτέ ούτε ερίφιον με τους φίλους του, για να ευφρανθεί. Κι αυτός, ίσως μέχρι τώρα δεν χάρηκε τη περιουσία του…..

Αν γύρω μας υπάρχει αδελφός που δεν συμμετέχει στην ζωή μας, στην χαρά μας, υπάρχει γιατί δεν κατάλαβε τον πόνο μας.

Κι εκείνος από κάποιον δρόμο έρχεται προς το Πατέρα, διαφορετικό από δικό μας, σίγουρα, αλλά κι εκείνος πεινά. Σε άλλους αγρούς περιπλανήθη αυτός, σε άλλους εμείς.

Ο καθ’ ένας με τη πείνα του και τη δίψα του, την δική του, τη προσωπική.

Αλλά για όλους «ευφρανθήναι δε και χαρείναι έδει».

Τα πάντα προσφέρονται σε όλους μας, από όποιον δρόμο κι αν επιστρέφουμε. Για αυτό ας μην οργισθούμε ο ένας για τον άλλο ποτέ και ας εισέλθουμε στην χαρά του Πατρός και του Άλλου. Γιατί όσο κι αν μοιάζουμε διαφορετικοί είμαστε ίδιοι στο κατ’ εικόνα κι αν ταξιδεύουμε προς το καθ’ ομοίωσιν, κατά Θεόν, δηλαδή, Θα ενωθούμε στην χαρά του Πατρός και τότε νεκροί θα ήμασταν και θα ζήσουμε, απολωλοκότες και θα ευρεθώμεν.

 

   Εν Χριστώ.


Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2021

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας: Ο έρωτας του Θεού για τον άνθρωπο.

 

Όπως ακριβώς ο έρωτας, όταν είναι υπερβολικά ισχυρός και δεν βρίσκει ανάλογη ανταπόκριση, αναστατώνει τους ερωτευμένους ανθρώπους, με τον ίδιο τρόπο ο έρωτας του Θεού για τον άνθρωπο τον έκανε να απαρνηθεί τα πάντα. Γι’ αυτό και δεν περιμένει τον δούλο που αγάπησε να έρθει σε Αυτόν παραμένοντας ο ίδιος στη θέση Του, αλλά γενόμενος άνθρωπος τον αναζητά ο Ίδιος. Και φτάνει στο κατάλυμα του φτωχού ανθρώπου ο πάμπλουτος Θεός. Και αφού έρχεται, ο ίδιος διακηρύσσει τον πόθο του και ζητά ανταπόκριση στην αγάπη Του κι ενώ ο άνθρωπος τον απορρίπτει, Εκείνος δεν φεύγει· και δεν εξοργίζεται με την ύβρη και ενώ ο άνθρωπος τον διώχνει, Εκείνος στέκει διαρκώς δίπλα στην πόρτα και για να αποδείξει την αγάπη Του κάνει τα πάντα και υποφέροντας υπομένει και οδηγείται στον θάνατο.

Διότι υπάρχουν δύο γεγονότα που φανερώνουν και οδηγούν στον θρίαμβο τον εραστή.

Το πρώτο είναι να ευεργετεί αυτόν που αγαπά με κάθε δυνατό τρόπο, ενώ το δεύτερο είναι να επιλέγει για χάρη του να υποφέρει δεινά και να πονά αν χρειαστεί. Από αυτά το δεύτερο είναι πολύ σπουδαιότερη απόδειξη αγάπης για κάποιον απ’ ό,τι το πρώτο. Όμως, αυτό δεν ήταν δυνατόν να γίνει στον Θεό, αφού Αυτός δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το κακό και τη φθορά. Επειδή είναι φιλάνθρωπος ευεργετούσε διαρκώς τον άνθρωπο, (λόγω της θεϊκής του φύσης όμως) δεν ήταν ούτε κοντά στο να υποφέρει για χάρη του. Μπορεί, λοιπόν, η Αγάπη Του να ήταν υπέρμετρη, όμως η απόδειξη αυτής της αγάπης που θα την φανέρωνε δεν είχε ακόμη φτάσει.

Δεν έπρεπε λοιπόν να παραμένει απαρατήρητο ότι μας αγαπά με τέτοια υπερβολή, αλλά έπρεπε να μας χαρίσει την εμπειρία  αυτής της μέγιστης αγάπης και να μας αποδείξει ως ερωτευμένος τον υπέρτατο έρωτά του. Προετοιμάζει λοιπόν την κένωσή Του και ασχολείται και πράττει ό,τι χρειάζεται, για να μπορέσει να κακοπάθει και να υποφέρει. Με τον τρόπο αυτό, αφότου μας έπεισε με αυτά που ανέχθηκε ότι μας αγαπά με τρόπο που δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε άλλο, ξαναστρέφει προς το πρόσωπό Του τον άνθρωπο, ο οποίος απέφευγε μέχρι τώρα τον αγαθό Θεό, επειδή είχε πειστεί ότι τον μισούσε.

Και αυτό είναι το πιο πρωτοφανές από όλα!

Γιατί δεν υπέφερε μονάχα, παθαίνοντας τα χειρότερα και πεθαίνοντας από τα τραύματά του, αλλά και αφού επανήλθε στη ζωή και αφού ανέστησε το σώμα του, είναι ακόμη γεμάτος με τις πληγές αυτές και τις ουλές φέρει πάνω στο σώμα Του και οι άγγελοι με τα μάτια τους τον βλέπουν με αυτά τα τραύματα, τα οποία θεωρεί στολίδια. Και χαίρεται να δείχνει ότι έπαθε τόσα δεινά και ενώ απ’ τη στιγμή που το σώμα του έγινε πνευματικό έσβησε από αυτό όλες τις φθαρτές βιολογικές λειτουργίες: το βάρος, το πάχος και όλα τα υπόλοιπα και δεν άφησε κανένα πάθος από τα σωματικά (πείνα, δίψα, κόπωση κτλ), τα σημάδια όμως δεν τα αφαίρεσε ολοκληρωτικά, ούτε καθάρισε εντελώς τις πληγές του, αλλά προτίμησε να τις αφήσει λόγω της αγάπης του για τον άνθρωπο, επειδή μέσω αυτών των τραυμάτων τον βρήκε ενώ ήταν χαμένος και μαζί με τις πληγές του έσωσε τον αγαπημένο του.

Τι θα μπορούσε να συγκριθεί με αυτήν την Αγάπη;

Τι αγάπησε ο άνθρωπος με τέτοιον τρόπο; Ποια μάνα είναι τόσο φιλόστοργη ή ποιος πατέρας αγαπά έτσι τα παιδιά του; Ή ποιος απ’ τους ενάρετους ανθρώπους καταλήφθηκε από τέτοιον μανιακό έρωτα ώστε χάριν της αγάπης του όχι μόνο να ανέχεται να πληγώνεται από τον αγαπημένο του και να διατηρεί ακόμη την ίδια αγάπη για τον ανόητο αυτόν, αλλά και να θεωρεί περιουσία του τα ίδια του τα τραύματα;

 

Ο έρωτας του Θεού για τον άνθρωπο – Νικόλαος Καβάσιλας, Περί της εν Χριστώ ζωής, Λόγος στ’


Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2021

Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ: Πνευματικά κεφάλαια.

 

33. Πώς να περάσουμε μια μέρα χωρίς αμαρτία, δηλαδή άγια; Να το καθημερινό πρόβλημα μας. Πώς να μεταμορφώσουμε το είναι μας, το φρόνημα, τα αισθήματα, τις ίδιες τις φυσικές αντιδράσεις μας, ώστε να μην αμαρτήσουμε ενάντια στον Ουράνιο Πατέρα μας, στον Χριστό, στο Άγιο Πνεύμα, στην ανθρώπινη υπόσταση, στον αδελφό μας και σε κάθε πράγμα σ’ αυτή τη ζωή;

34. «Καταξίωσον, Κύριε, εν τη ημέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς». Πολλές φορές επανέλαβα αυτή την προσευχή της Εκκλησίας. Η επί γης αναμάρτητη ζωή μας ανοίγει τις πύλες του Ουρανού. Δεν είναι ο πλούτος των γνώσεων που σώζει τον άνθρωπο. Είναι η αναμάρτητη ζωή που μας προετοιμάζει για τη ζωή με τον Θεό στο μέλλοντα αιώνα. Η χάρη του Αγίου Πνεύματος μας διδάσκει τις αιώνιες αλήθειες κατά το μέτρο που ζούμε σύμφωνα με τις εντολές: «Αγαπήσεις τον Θεό σου, τον Δημιουργό σου, με όλο το είναι σου και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Ναι, κρατείτε πάντοτε αυτές τις εντολές.

35. Μείνετε στην προσευχή, μείνετε στον αγώνα, να περάσετε τη μέρα σας χωρίς αμαρτία. Όλα τα υπόλοιπα θα δοθούν από τον Ίδιο τον Θεό.

36. Για να φυλάξουμε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, οφείλουμε ν’ απέχουμε από κάθε λογισμό που δεν αρέσει στον Θεό, μας λέει ο Γέροντας Σιλουανός. Ιδού το έργο μας. Ιδού η πνευματική μας καλλιέργεια. Εφόσον πρόκειται για την αιώνια σωτηρία, αυτό δεν τελειώνει ποτέ. Αρχίζουμε και ξαναρχίζουμε χωρίς τέλος.

37. Δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μέσα μας την εικόνα του Χριστού, εκτός αν είμαστε πραγματικά ενωμένοι, όπως ο Χριστός το ζητούσε από τους μαθητές Του: «Αγαπάτε αλλήλους», για να γνωρίζει ο κόσμος ότι είστε του Χριστού.

38. «Η ζωή των άλλων έχει για μένα μεγαλύτερη αξία από τον ίδιο τον εαυτό μου, από την ίδια τη ζωή μου». Όταν καταλάβετε αυτό, δεν θα υπάρχουν πια προστριβές μεταξύ σας. Η λύση ενός προβλήματος ή μιας διαμάχης δεν εξαρτάται από τις τυπικές διαδικασίες, ούτε από τον τρόπο συμπεριφοράς, αλλά από την απόφαση να υπομείνουμε το παν. Ο καθένας μας οφείλει να έχει για τους άλλους την αγάπη της μητέρας.

39. Οφείλουμε να είμαστε άκρως ευαίσθητοι στις ανάγκες των άλλων. Τότε θα είμαστε ένα και η ευλογία του Θεού θα μένει πάντοτε μαζί μας. Άφθονη!

40. Πρέπει να έχουμε τη συνείδηση του Χριστού, που φέρει μέσα Του ολόκληρο τον κόσμο· σ’ αυτό έγκειται η καθολικότητα της ανθρωπίνης υποστάσεως. Ο λόγος του Χριστού «ου δέδεται», δεν έχει όρια.

41. Αν όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της πίστεως ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός, ο Σωτήρας του κόσμου, ο Δημιουργός του σύμπαντος –«δι’ Ου τα πάντα εγένετο»–, πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε αυτή τη θεωρία μας με την ιδέα της εθνικότητας, του τόπου, της εποχής …;

42. Δε γνωρίζω Χριστό Έλληνα, Ρώσο, Άγγλο, Άραβα … Ο Χριστός είναι για μένα το παν, το υπερκόσμιο Είναι.

43. Στην Γραφή αναφέρεται συχνά ότι ο Χριστός πέθανε για όλο τον κόσμο, για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων. Μόλις περιορίσουμε το πρόσωπο του Χριστού, μόλις το κατεβάσουμε στο επίπεδο των εθνοτήτων, χάνουμε το παν και βυθιζόμαστε στο σκοτάδι. Τότε ανοίγει ο δρόμος προς το μίσος ανάμεσα στα έθνη, προς την έχθρα μεταξύ των κοινωνικών ομάδων.

44. Διαβάστε τον Άγιο Σιλουανό. Γι’ αυτόν ο καθένας στον κόσμο έχει το έργο του: Ο ένας είναι βασιλιάς, ο άλλος πατριάρχης, καθηγητής ή ακόμη εργάτης. Αυτό δεν έχει σημασία. Για τον Σιλουανό δεν είχε καμιά διαφορά αν κάποιος είναι βασιλιάς ή εργάτης. Όποιος αγαπά τον Χριστό, αφομοιώνει και φέρει μέσα του τα αισθήματα που είχε ο Ιησούς Χριστός, ζει την ανθρωπότητα ως ένα Αδάμ, προσεύχεται για τον «Αδάμ παγγενή». Ιδού ο αληθινός Χριστιανισμός.

45. Ο Χριστός είναι ο άπειρος Θεός. Δε σταυρώθηκε μόνο για τους πιστούς, αλλά για όλους τους ανθρώπους, από τον Αδάμ ως τον τελευταίο που θα γεννηθεί από γυναίκα. Να ακολουθεί κάποιος τον Χριστό, σημαίνει να πάσχει, για να θεραπευθεί και να σωθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα. Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά.

46. Εκείνο που θα μας οδηγήσει στον κήπο της Γεθσημανή, όπου ο Χριστός προσευχόταν για ολόκληρο τον κόσμο, είναι το να αγαπάμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό μας, να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού.

47. «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Μου δόθηκε να κατανοήσω την εντολή αυτή με τη μορφή ενός δένδρου κοσμικών διαστάσεων, γιγάντιου, του οποίου η ρίζα είναι ο Αδάμ. Εγώ δεν είμαι παρά ένα μικρό φύλλο σε κάποιο κλαδί αυτού του δένδρου. Αλλά το δένδρο αυτό δε μου είναι ξένο. Είναι η ρίζα μου. Του ανήκω. Να προσεύχεσαι για τον κόσμο ολόκληρο είναι να προσεύχεσαι για το δένδρο αυτό στο σύνολό του, με τις μυριάδες των φύλλων του.

48. Ν’ ακολουθήσουμε τον Χριστό σημαίνει ν’ ανοιχτούμε στη συνείδηση του Ίδιου του Χριστού, που φέρει μέσα Του ολόκληρη την ανθρωπότητα· ολόκληρο το δένδρο χωρίς εξαίρεση κανενός φύλλου. Αν αποκτήσουμε τη συνείδηση αυτή, θα προσευχόμαστε για όλους, όπως και για τον εαυτό μας.

49. Αν γίνουμε κατ’ εικόνα του Χριστού, φορείς της ανθρωπότητας και του Θεού, το «εγώ» μας θα είναι η εικόνα του Απολύτου: σε μικροσκοπικές ίσως διαστάσεις, αλλά όντως η εικόνα του Απολύτου.

50. Μετανοούμε προσωπικά, αλλά τα πάθη μας είναι εκείνα που καταδυναστεύουν τον κόσμο. Κατά συνέπεια, αυτό που ζούμε δεν είναι ξέχωρο από τη ζωή του κόσμου. Σιγά-σιγά, φυσικά, αρχίζουμε να ζούμε την κατάστασή μας ως αντανάκλαση της καταστάσεως όλης της ανθρωπότητας. Αρχίζουμε να ζούμε τη ζωή μας όπως τη βλέπει ο Θεός, με τρόπο σφαιρικό. Με τη μετάνοιά μας, δε ζούμε μόνο το ατομικό μας δράμα ζούμε μέσα στον ίδιο τον εαυτό μας την τραγωδία όλου του κόσμου, το δράμα της ιστορίας του από την αρχή του χρόνου.

51. Εν Χριστώ η συνείδησή μας πλαταίνει, η ζωή μας δε γνωρίζει όρια. Στην εντολή «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν», πρέπει να εννοήσουμε το «ως σεαυτόν» με τον εξής τρόπο: Κάθε άνθρωπος, ο «Αδάμ όλος», είναι το είναι μου.

52. Η Βασιλεία του Χριστού, γράφει ο Άγιος Σιλουανός, είναι να φέρουμε στην καρδιά μας όλο το Σύμπαν, και τον Θεό, τον Ίδιο τον Δημιουργό.

53.Όταν προσεύχεστε, να προσεύχεσθε για όλους και για τον καθένα. Και να προσθέτετε: «Δι’ ευχών αυτών, δι’ ευχών αυτού ελέησόν με». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, σταδιακά η συνείδησή σας θα πλατύνει.

 

Πηγή: Βιβλίο Αρχιμ. Σωφρονίου, Περί Πνεύματος και Ζωής, Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου  Έσσεξ Αγγλίας 1995,

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2021

Άγιος Γέροντας Παϊσιος: Συνεργείο προσευχής.

 

Μην ξεχνάτε ότι περνούμε δύσκολους καιρούς και χρειάζεται πολλή προσευχή.

Να θυμάστε την μεγάλη ανάγκη που έχει ο κόσμος σήμερα και την μεγάλη απαίτηση που έχει ο Θεός από μας για προσευχή.

Να εύχεστε για την γενική εξωφρενική κατάσταση όλου του κόσμου, να λυπηθεί ο Χριστός τα πλάσματά Του, γιατί βαδίζουν στην καταστροφή. Να επέμβει θεϊκά στην εξωφρενική εποχή που ζούμε, γιατί ο κόσμος οδηγείται στην σύγχυση, στην τρέλα και στο αδιέξοδο.

Πρέπει να βοηθήσουμε με την προσευχή τον κόσμο, όλο, να μην κάνει ο διάβολος ό,τι θέλει. Έχει αποκτήσει δικαιώματα ο διάβολος. Όχι ότι τον αφήνει ο Θεός, αλλά δεν θέλει να παραβιάσει το αυτεξούσιο.

Γι’ αυτό εμείς να βοηθήσουμε με την προσευχή. Όταν πονάει κανείς για την σημερινή κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο και προσεύχεται, τότε βοηθιούνται οι άνθρωποι, χωρίς να παραβιάζεται το αυτεξούσιο. ….να γίνετε ραντάρ, γιατί και τα πράγματα ζορίζουν.

Θα διοργανώσουμε ένα συνεργείο προσευχής. Να κάνετε πόλεμο με το κομποσχοίνι. Με πόνο να γίνεται η προσευχή. Ξέρετε τι δύναμη έχει τότε η προσευχή; Ο Θεός μπορεί όλα να τα τακτοποίησει.

Πολλοί ούτε καν καταλαβαίνουν από τι μπόρες μας γλιτώνει ο Θεός και ούτε καν το σκέφτονται, για να δοξολογήσουν τον Θεό… Όλη η βάση είναι η ποιότητα της προσευχής.

Η προσευχή πρέπει να είναι καρδιακή, να γίνεται από πόνο. Για τον Θεό δεν μετράει τόσο η ποσότητα της προσευχής όσο η ποιότητα.

 

Από το βιβλίο «Λόγοι Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Β΄»