Σάββατο 14 Αυγούστου 2021

Η Κοίμησις της Υπεραγίας Θεοτόκου.

 

Οι περισσότεροι, από εμάς, περνάμε σχεδόν όλη την ζωή μας χωρίς καν να υποπτευθούμε ποιοι είμαστε ή γιατί είμαστε…..εδώ……

Η ύπαρξη μας σύνθετη, μας προσκαλεί να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, αυτόν τον άγνωστο, αλλά εμείς μένουμε προσηλωμένοι στο να γνωρίσουμε τους… άλλους ή τον κόσμο ολόκληρο, μακρινά και πολυέξοδα ταξίδια ενώ ο δρόμος προς την καρδιά μας, σύντομος παραμένει αταξίδευτος, ερημικός….

Για αυτό και τα στοιχεία που μας συνθέτουν παραμένουν ακατανόητα και μέσα στο Νου μας, ξένα, μεταξύ τους και με εμάς τους ίδιους. Και όταν κάποτε….φθάνουμε στην υποψία του θανάτου, έντρομοι ανακαλύπτουμε τι δεν ανακαλύψαμε τόσον καιρό. Και ο χωρισμός μας από το σώμα, επώδυνος, τραγικός όπως όλοι οι μέχρι τώρα χωρισμοί μας…. 

Σήμερα όμως, εδώ, στην εορτή, η Υπεραγία Θεοτόκος μας δείχνει έναν άλλο τρόπο…

Εάν κοιτάξουμε, προσεκτικά, στην εικόνα της εορτής, θα δούμε πως αναπαύεται το Σώμα της, ειρηνικό, οριζόντιο ανάμεσα στους Αποστόλους, αλλά και πως η ψυχή της, με την συμβολική μορφή βρέφους σπαργανωμένου, στην αγκαλιά Του Υιού της, ανάμεσα σε αγγέλους, τις νοερές δυνάμεις.

Η ψυχή της σαν βρέφος…διότι η ψυχή είναι πάντα καινούργια…Η ψυχή μας είναι πάντα καινούργια…..

Η Παναγία, αδελφοί μου, μεγάλωσε στο Ιερό, έμενε από την αρχή της ύπαρξης της σταθερά προσηλωμένη στον Θεό. Ο Νους της δεν περιπλανήθηκε έξω   από τον εαυτό της, δεν ταυτίστηκε με την ύλη, δεν δεσμεύτηκε με τίποτα.

Και στον Ευαγγελισμό της την είδαμε στο «ιδού η δούλη σου» στο «γεννηθήτω το θέλημά σου» πόση ταπείνωση, πόση βεβαιότητα…ήταν πάντα ενωμένη με τον Θεό, μέσα της…. Και ο κόσμος που την περιέβαλλε ήταν ο Κόσμος του Θεού, αλλά όχι ο δικός της κόσμος. Για αυτό η Παναγία λένε δεν αμάρτησε ποτέ! Ποτέ δηλαδή δεν βγήκε ο Νους της από τον εαυτό της για να δεσμευτεί σε κάτι κτιστό.

Τι είναι, αδελφοί μου, η αμαρτία;

Μα κάθε μας απομάκρυνση από το Θεό. Κάθε ταξίδι μας προς τα κτιστά. Και ενώ η παραμονή μας στο Θεό μας κάνει Θεοτόκους, η έξοδος και η περιπλάνηση μας προς τα κτιστά .... θνητούς.

Και ενώ η Θεοτοκία μας φέρνει στη πηγή μας, στη Φύση μας. που είναι η Αγκαλιά του Χριστού, με την ψυχή μας πάντα καινούργια σαν βρέφος.

Η εξορία μας όμως προς τα κτιστά, μας μπερδεύει τόσο πολύ, αφού ταυτίζουμε τον εαυτό μας με τόσα πολλά ξένα από τον εαυτό μας και την Ουσία μας. Και όχι με την Ουσία του Θεού. Και για αυτό βιώνουμε τα πάντα ως θάνατο. Με ότι ενωθήκαμε, προσωρινά, νιώσαμε ωραία, αλλά αργά ή γρήγορα, ο χωρισμός μας έφερε ακόμα λίγο θάνατο. Αφού δεν είναι όλοι αυτοί φυσικοί δεσμοί.

Και όταν θα φθάσουμε στο τέλος του δρόμου, θα αντικρίσουμε το χωρισμό από όλα και από το σώμα μας, σαν θάνατο…..

Η ψυχή μας όμως, υποχρεωτικά καινούργια θα φύγει για να γυρίσει εκεί που ανήκει. Το σώμα μας όμως θα μείνει εδώ, βαρύ, πυκνό…

Το σώμα Της Παναγίας, μετέστη. Δεν είχε συνάψει κανένα δεσμό με την ύλη. Δεν είχε αμαρτήσει… Δεν έμενε εδώ. Μετέστη και αποκατέστησε την ενότητα του με τη ψυχή απλά και μόνο γιατί ποτέ δεν την είχε αποχωρισθεί.

Η Παναγία αγάπησε τον Υιό και Πατέρα, πάντα, από την αρχή της ύπαρξης της. Σταθερά. Και η ύπαρξη της παρέμεινε ολόκληρη.

Και ολόκληρη τώρα, μαζί μας. Υπό την Σκέπη Της, γιατί τώρα μας αγαπά όλους.

Και γνωρίζει το Θεό και γνωρίζει τον καθ’ ένα από εμάς, αφού όλοι έχουμε προέλθει από το Θεό.

Και επιστρέφουμε συνεχώς και πάντα σε Αυτόν.

Μόνο που συχνά…

δεν το καταλαβαίνουμε…. 

    

 Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ YΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 «Προσευχή είναι η εδραίωση της επαφής με τον Θεό»

Κάθε στιγμή μπορεί να είναι μια στιγμή προσευχής, όταν πίνουμε ένα ποτήρι νερό, όταν κοιτάμε τον ουρανό, όλες οι σωματικές μας ενέργειες είναι προσευχές. Το σώμα μας δίνει ευγνώμονες ευχαριστίες, όταν διψά και πίνει νερό, ή όταν βουτάμε στην δροσερή θάλασσα καταμεσής μίας ζεστής ημέρας. Όλη μας η ύπαρξη, μελωδεί ύμνο ευχαριστίας προς τον Πλάστη μας.

Η Παναγία είχε δοθεί, ολόκληρη, στην προσευχή, από την αρχή. Εμείς, έξαφνα, αποσπασματικά, μερικές φορές εν διαστάσει το σώμα μας με την ψυχή, αιφνιδιαζόμεθα από την διάσταση της προσευχής, και από το πώς ενεργεί πάνω μας. Η Παναγία ζούσε την φυσική κατάσταση της ενότητας της τριμερούς της ύπαρξής της, με τον Κόσμο και την τριαδική Θεότητα.

Έτσι ή ψυχή και το σώμα της, διαπνέοντο από αυτήν την εν χάριτι ενότητα και επικοινωνία. Καμία σύγκρουση, καμία αντιπαράθεση ή ανυπακοή. Εγώ και εγωκεντρικός εαυτός στην Παναγία δεν υπήρξε ποτέ. Γι αυτό δεν είχε χώρο ή αμαρτία. Γιατί το εγώ, είναι κατά κάποιο τρόπο, μια επανάσταση κατά του Θεού, μια δημιουργία έξω από τη Δημιουργία του Θεού, ένα σύνορο εκτός Παραδείσου και πολλές φορές, για πολλούς από εμάς, ή αρχή του τόπου της κολάσεως μας.

Αυτό το Εγώ, δεν «έφτιαξε» ποτέ η Παναγία, για αυτό έμεινε, ο όντως, εαυτός της, και εντελώς φυσικά «έκλεινε» προς τον Θεό, ολόκληρη την ύπαρξη της. Και το ίδιο φυσικά -και όχι υπερφυσικάέκλεινε» και ο Θεός προς Εκείνη και την κατέστησε Θεοτόκο. Διότι στο σώμα και την ψυχή της Παναγίας δεν υπήρξε ταύτιση με την ύλη ή τον κόσμο, και έμειναν και τα δύο ενωμένα προς τον Θεό και μεταξύ τους, ώστε να χωρέσουν τον Αχώρητο.

Διότι εάν ο άνθρωπος δεν ενσωματώσει την αμαρτία δεν θα γνωρίσει τον θάνατο. Γιατί, χάριτι Θεού, ο άνθρωπος είναι Αθάνατος. Η υπακοή της Παναγίας, στο θείο θέλημα, ανα-καλύπτει στην ίδια την Θεοτόκο, την ενότητα της ανθρώπινης φύσης, την εσωτερική ενότητα σώματος και ψυχής και την υποστατική ενότητα με την θεότητα.

Έτσι η Παναγία μεθίσταται σήμερον από την Γη προς τον Ουρανό εν σώματι, διότι η πυκνότητα του σώματος δεν την οδηγεί προς τα κάτω, θεώμενο το σώμα από την άνευ όρων παράδοση του στη θεότητα, «ακολουθεί» την ψυχή, μιας και ούτε ένα λεπτό δεν χωρίσθηκαν.

Το σώμα δηλαδή της Παναγίας, ποτέ, δεν «κοίταξε» προς την Γη, δεν αποχωρίσθηκε της ψυχής, για να «ενωθεί» με την ύλη. Και έγινε η Γέφυρα, απ’ όπου μπόρεσε να περάσει ο Χριστός, το μόνο σταθερό

σημείο στο Σύμπαν, απ’ όπου κατέβηκε ο Υιός του Θεού προς τον Κόσμο. Έτσι και σήμερα, αυτή, ή ψυχοσωματική ενότητα, παραμένει

ενιαία, δεν διασπάται ο φυσικότατος δεσμός, και η Θεοτόκος, μεθίσταται, ολόκληρη, προς τον προορισμό της.

Εμείς, καθημερινά, βιώνουμε την απόσταση, ανάμεσα στο σώμα μας και την ψυχή μας, ανάμεσα σε μας και τον Θεό, σαν απείρως τεράστια ,ενώ απόσταση ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Βιώνουμε την απόσταση με τον συνάνθρωπό μας, τον πλησίον μας, σαν τεράστια, τόσο πού ούτε βλέπουμε, πραγματικά, ούτε ακούμε κανέναν. Μόνο τον ίδιο μας τον «εαυτό» αναζητούμε στους γύρω ή στα κτίσματα. Διότι απ’ τη στιγμή πού θα απολέσουμε την τριαδική μας υπόσταση (λόγω αμαρτίας, λόγω του εγώ) αυτόματα εκπίπτουμε του Παραδείσου της διαρκούς συνομιλίας με τον Θεό και της συμπαντικής ενότητας με τους άλλους και με τον Κόσμο.

Αυτό μας ακυρώνει την δυνατότητα της θέωσης μας μέσω της Θεοτοκίας και μας οδηγεί προς τον «φυσικό» θάνατο, δηλαδή τον μη φυσικό χωρισμό σώματος και ψυχής. Διότι, πρέπει εδώ να το πούμε, θάνατος πραγματικός δεν υπάρχει. Αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε σαν θάνατο, είναι η απώλεια της μορφής, έτσι όπως την γνωρίζουμε σαν σωματο-ψυχική.

Έτσι, αφού λόγω της επανάστασης μας απέναντι του Θεού, χάσαμε την όραση της καθόδου και της ανόδου ολόκληρης της κτίσης προς τον Θεό, παραμένουμε έντρομοι εμπρός, στο μυστήριο του θανάτου.

Σήμερα, όμως, αναγνωρίζουμε στο πρόσωπο της Παναγίας, αυτή την άνοδο ολόκληρης της ανθρωπότητας προς το Όλον.

Να δούμε στη Μετάσταση, όχι ένα θαύμα, αλλά την πραγματικότητα. Να δούμε στον δικό μας φόβο θανάτου, μόνο την αντίσταση και την αμαρτία. Και να εντρυφήσουμε όλοι, σήμερα σε αυτή την εορτή, τον φόβο μας, σαν ποιότητα και ποσότητα, και μέσα από αυτή την διαπίστωση, ο καθ’ ένας μας προσωπικά, ας μετρήσει πόσο θάνατο, έχει επιτρέψει να φιλοξενεί ή πόσο Θεό Μέσα Μας. Δηλαδή, πόσο Θεοτόκοι, εν χάριτι ή πόσο θανατο-τόκοι εν θελήματι έχουμε γίνει.

Και από αυτό το μέτρημα, σήμερα, ας ξεκινήσουμε, εκούσια, την πορεία εκ του θανάτου, προς τη Ζωήν, έτσι ώστε, η ποσότητα και η ποιότητα του Θεού, που κυοφορούμε μέσα μας, έτσι και αλλιώς, από την στιγμή της σύλληψής μας, να αυξάνεται πνεύματι και δυνάμει, ώστε να πραγματώσουμε συνειδητά, τον σκοπό της ζωής μας.

Την επιστροφή μας εκεί απ’ όπου προήλθαμε.