Τελικά, το μεν ερώτημα μπορούμε να το υποβάλλουμε, την δε
απάντηση πρέπει να την περιμένουμε. Ή ο Θεός δεν υπάρχει ή παραχωρεί μια
δοκιμασία για να μας δώσει μια μοναδική ευκαιρία. Αν δεν γινόταν η Σταύρωση,
δεν θα υπήρχε η Ανάσταση. Ο Χριστός θα ήταν ένας καλός δάσκαλος· όχι ο Θεός. Ο
Θεός δίνει την ευκαιρία. Σε μας μένει να τη δούμε και να την αξιοποιήσουμε. Η
δε χαρά και το περιεχόμενη αυτής της ευκαιρίας είναι πολύ μεγαλύτερο από την
ένταση και τον πόνο της δοκιμασίας.
Ο θάνατος, ο πόνος, η αδικία αποτελούν μυστήριο που η όποια
απάντηση το διασαλεύει. Στις περιπτώσεις αυτές, η αλήθεια δεν εκφράζεται ως άποψη ή επιχείρημα, αλλά προσφέρεται ως ταπείνωση και κοινός
πόνος. Η πορεία στο μεθόριο της ζωής και του θανάτου, του σκανδαλισμού και της
δοξολογίας, του θαύματος και της αδικίας παρουσιάζει στροφές και κρυμμένες
γωνιές, όπου διασφαλίζεται η αλήθεια της ζωής. Αν ξεφύγει κανείς τον πειρασμό
να λυγίσει, τότε αντικρίζει την αλήθεια με τέτοια όψη, που ποτέ του δεν είχε
καν φαντασθεί. Ο πόνος, αν κάποιος καταφέρει να τον αγκαλιάσει, γεννά πρωτόγνωρες ευαισθησίες και ξεδιπλώνει
πραγματικότητες που κανείς αλλιώς δεν βλέπει. Η πρόκληση δεν είναι να συμβούν
γεγονότα και αποκαλύψεις· αυτά υπάρχουν. Η πρόκληση είναι να ανοίξει κανείς τα
μάτια του για να μπορεί να τα αντικρίσει.
Είναι αναντίλεκτη αλήθεια δυστυχώς, συνήθως μόνο χάνοντας τα
πολύ επιθυμητά, γνωρίζουμε και κερδίζουμε τα πολύ μεγάλα.
Σίγουρα ο πόνος και η αδικία δεν μπορούν να καταργήσουν την
αγάπη του Θεού. Ο Θεός υπάρχει. Και είναι
αγάπη και ζωή. Η τέλεια αγάπη και το πλήρωμα της ζωής. Και το μεγαλύτερο
θαύμα της ύπαρξής Του είναι η συνύπαρξή
Του με τον πόνο, την αδικία και το θάνατο.
Ίσως και η μεγαλύτερη πρόκληση για τον καθένα μας να είναι η
συνύπαρξη με τον δικό του προσωπικό πόνο, το ελπιδοφόρο σφιχταγκάλιασμα με τα
βαθύτερα αυτά «γιατί», η ταπεινή εσωτερική περιχώρηση στην προσδοκία του Θεού
μέσα από τις «αδικίες» που νομίζουμε πώς Αυτός μας κάνει.
Προ καιρού, με πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα που το καντηλάκι της
ζωής της φαίνεται να τρεμοσβήνει. Μέσα στον αβάσταχτο πόνο της διέκρινα την
ελπίδα. Μέσα από τα δακρυσμένα μάτια της αντίκρισα τη χαρά, τη δύναμη και τη
σοφία.
-Θέλω να ζήσω, μου είπε. Αλλά δεν ήλθα για να μου το
επιβεβαιώσετε. Ήλθα για να με βοηθήσετε να φύγω έτοιμη από αυτόν τον κόσμο.
-Εγώ είμαι παπάς της ζωής
και όχι του θανάτου, της απαντώ. Γι’ αυτό και θέλω να ζήσεις. Επίτρεψέ μου,
όμως, να σε ρωτήσω κάτι: μέσα στη δοκιμασία σου, ρωτάς ποτέ «γιατί σε μένα, Θεέ
μου;»
-Δεν σας καταλαβαίνω, πάτερ, μου λέει. Εγώ ρωτώ «γιατί όχι σε μένα, Θεέ μου; Και περιμένω όχι τον θάνατο μου· προσδοκώ τον
φωτισμό μου»!
Νικόλαος, Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός, 1η έκδ., Αθήνα, Ιερά Μητρόπολις Μεσογαίας και Λαυρεωτικής,
2009